Mάιος 1985. Νέα Υόρκη. Το κλαμπ Palladium ανοίγει τις πόρτες του στον κόσμο της τέχνης. Ο Αντι Γουόρχολ, ο Κιθ Χέρινγκ και ο Λάρι Ρίβερς είναι μερικοί μόνο από τους ζωντανούς θρύλους της εικαστικής σκηνής που περνούν την πόρτα του ολοκαίνουργιου νάιτ κλαμπ για να διαπιστώσουν αν αξίζει πράγματι τον τίτλο που διεκδικεί: εκείνον του διαδόχου του Studio 54, που κατέβασε ρολά το 1980 αφήνοντας πίσω του ατελείωτες ιστορίες για τις άγριες νύχτες, τα τρελά πάρτι και το μοβ σκοινί στην είσοδό του, που απέκλειε κάθε ανεπιθύμητο.
Ανοιξη 2018. Βάιλ Αμ Ράιν. Γερμανία. Το Palladium τελικά κατάφερε να παίξει καθοριστικό ρόλο στη νυχτερινή ζωή της Νέας Υόρκης και να αφήσει αποτύπωμα στην ποπ κουλτούρα. Οχι ως μια ηδονική παιδική χαρά της ντίσκο, όπως το Studio 54, αλλά κυρίως ως ένα στέκι των πρωτοπόρων της τέχνης. Και παράλληλα, το κλαμπ που σχεδιάστηκε από τον ιάπωνα αρχιτέκτονα Αράτα Αϊζοζάκι κατάφερε να κατακτήσει μια θέση στο μουσείο design Vitra και στην έκθεση «Νight fever» («Πυρετός της νύχτας»).
Το Palladium δεν είναι το μοναδικό έκθεμα της θεματικής. Μεταξύ άλλων οι επισκέπτες μπορούν να δουν μια μακέτα του κλαμπ Berghain του Βερολίνου, ένα τμήμα της πίστας του Hacienda –ενός κλαμπ στο Μάντσεστερ που συνδέθηκε με την άνοδο του κινήματος της ρέιβ μουσικής στη Βρετανία –αλλά και μια εγκατάσταση με καθρέφτες και μουσική ντίσκο και τέκνο, σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί ο καίριος ρόλος των ντιζάιν στοιχείων των νάιτ κλαμπ στη διαμόρφωση της ποπ κουλτούρας. «Οταν σκέφτομαι το ντιζάιν, είτε πρόκειται για ένα νυχτερινό μαγαζί είτε για ένα ξενοδοχείο, δεν μετρά τόσο η εικόνα όσο η αίσθηση που σου δημιουργεί» λέει στους «New York Times» ο Ιαν Σρέιγκερ, πρώην συνιδιοκτήτης του Studio 54 και του Palladium. «Δεν βοηθά στο να προωθήσεις κάτι άλλο, είναι εκεί για να ανυψώσει τα πνεύματα» συνεχίζει. «Είναι καλύτερο να μην παρατηρήσετε το πώς είναι σχεδιασμένο ένα μαγαζί» λέει ο επικεφαλής επιμελητής της έκθεσης Γιόχεν Αϊζενμπραντ. «Ωστόσο διευρύνει την ιδέα τού τι είναι αρχιτεκτονική και εσωτερικό ντιζάιν διότι έχει να κάνει με τη δημιουργία ατμόσφαιρας».
Μπορεί το Studio 54 και το Palladium να πρωταγωνιστούν στην έκθεση, όμως δεν λείπουν και τα χρηστικά αντικείμενα από λιγότερο γνωστούς χώρους. Θέση υπάρχει και για το βραχύβιο νεοϋορκέζικο κλαμπ Cerebrum, που λειτούργησε μεν για λιγότερο από έναν χρόνο (1968-69), αλλά κατάφερε να κερδίσει μια θέση στο εξώφυλλο του περιοδικού «Life» και να χαρακτηριστεί ως «καμπαρέ του μυαλού». Επρόκειτο περισσότερο για έναν χώρο καλλιτεχνικής περφόρμανς παρά για νυχτερινό μαγαζί, στο οποίο οι πελάτες έπρεπε να φορούν λευκά μακριά φορέματα και εν συνεχεία οδηγούνταν από συνοδούς σε μια διαδραστική εμπειρία, η οποία περιλάμβανε κάθε βράδυ διαφορετικές 360° ψυχεδελικές προβολές: επί παραδείγματι, προβάλλονταν χιονισμένα τοπία από τη Νέα Αγγλία, ενώ έπεφταν και νιφάδες από την οροφή και προσφερόταν στους θαμώνες ζεστός μηλίτης. «Επρόκειτο για ένα είδος περιβάλλοντος εικονικής πραγματικότητας. Αυτά τα πρώτα κλαμπ δημιούργησαν πραγματικά εντυπωσιακά περιβάλλοντα» λέει ο Γιόχεν Αϊζενμπραντ.
Τα όσα συνέβαιναν στη Νέα Υόρκη δεν άργησαν να περάσουν και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Στην Ιταλία μια ομάδα νέων αρχιτεκτόνων ήδη χρησιμοποιούσε τα νυχτερινά κέντρα ως χώρους δοκιμής των προχωρημένων τους σχεδίων. Το 1969 άνοιξαν το Space Electronic στη Φλωρεντία. Στεγασμένο σε ένα παλιό μηχανουργείο, ήταν επιπλωμένο με παλιούς κάδους πλυντηρίων και κελύφη ψυγείων, ενώ από το ταβάνι κρεμόταν ένα αλεξίπτωτο. Τις πρωινές ώρες δε, λειτουργούσε ως πειραματική αρχιτεκτονική σχολή κι ένα από τα πρότζεκτ ήταν η δημιουργία ενός μποστανιού πάνω στην πίστα.
Η ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΩΝ ΚΛΑΜΠ. Η έκθεση «Πυρετός της νύχτας» (ώς τις 9 Σεπτεμβρίου) έρχεται σε μια εποχή κατά την οποία η κουλτούρα των κλαμπ βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Τα μισά νυχτερινά μαγαζιά στη Βρετανία έχουν κλείσει τη δεκαετία 2005-2015, ενώ αντίστοιχα στοιχεία προκύπτουν κι από την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς στην Ολλανδία η μείωση του συγκεκριμένου είδους καταστημάτων ανέρχεται σε 38% από το 2001 ώς το 2011. Το γεγονός αυτό αποδίδεται σε δύο κυρίως παράγοντες. Πρώτον, στο ότι οι νέοι από την κουλτούρα της ηδονής έχουν περάσει στην κουλτούρα της υγιεινής ζωής. Και δεύτερον, στις εφαρμογές κινητών τηλεφώνων που βοηθούν στο να βρει κάποιος ταίρι χωρίς να χρειάζεται να πάει σε ένα κλαμπ για να συναντήσει πιθανούς συντρόφους.
«Είναι πολύ δύσκολο πλέον να σταθούν στην αγορά χώροι που να λειτουργούν αποκλειστικά ως νάιτ κλαμπ, ωστόσο η παραδοχή αυτή δεν αποτελεί ένδειξη ότι η νυχτερινή ζωή βρίσκεται σε κρίση. Η εμφάνιση χώρων που λειτουργούν διαφορετικές ώρες της ημέρας ή έχουν πολλαπλές χρήσεις και λειτουργίες καθιστά σαφές ότι υπάρχει μια τρέχουσα ανάγκη για κλάμπινγκ. Η συγκεκριμένη κουλτούρα απογειώθηκε τη δεκαετία του ’60. Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα διαφορετικό περιβάλλον κι είναι λογικό και η κουλτούρα αυτή να αλλάζει» εξηγούν οι «New York Times». Απόδειξη άλλωστε αποτελεί το γεγονός ότι η αξία της οικονομίας της νύχτας δεν ήταν ποτέ υψηλότερη, με αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές πόλεις, συμπεριλαμβανομένων του Λονδίνου, του Αμστερνταμ και της Ζυρίχης, να έχουν αποκτήσει «δημάρχους της νύχτας» για να αναπτύξουν την αντίστοιχη οικονομία, θεσμό που υιοθέτησε από τον Μάρτιο και η Νέα Υόρκη.