Η ανομία στα πανεπιστήμια (ή πέριξ αυτών) αφορά κυρίως βανδαλισμούς, κλοπές, λαθρεμπόριο, υποθέσεις ναρκωτικών, επιθέσεις σε μέλη ΔΕΠ «προς συνετισμό», επιθέσεις σε φοιτητές, ακόμα και περιστατικά με άρωμα «αντάρτικου πόλης». Το νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει από το καλοκαίρι λέει ότι η Αστυνομία μπορεί να επεμβαίνει αυτεπάγγελτα μόνο σε περιπτώσεις κακουργημάτων και εγκλημάτων κατά της ζωής.
Στις άλλες περιπτώσεις η Αστυνομία μπορεί να επέμβει αν την καλέσει το Πρυτανικό Συμβούλιο, δηλαδή όταν «το πουλάκι έχει πετάξει». Αυτό ακριβώς το «άβατο» εκμεταλλεύονται κυρίως εξωπανεπιστημιακές ομάδες και αναπτύσσουν τις έκνομες δραστηριότητές τους είτε μέσα είτε πέριξ των πανεπιστημίων, ξέροντας ότι αν «τρυπώσουν» στον περίβολο του πανεπιστημίου δεν τους αγγίζει η Αστυνομία. Ενα αέναο κρυφτούλι καθότι, φαίνεται, δεν υπάρχει η βούληση να εφαρμοστεί ένα αποτελεσματικό σχέδιο όπου Αστυνομία και πανεπιστημιακές Αρχές σε συνεργασία θα μπορέσουν να τιθασεύσουν την κατάσταση.
Ο κ. Γαβρόγλου έχει αναθέσει σε επιτροπή υπό τον κ. Παρασκευόπουλο να μελετήσει το θέμα και να προτείνει λύσεις. Η επιτροπή έχει συνεδριάσει πέντε φορές και αναμένουμε.
Αυτά είναι λίγο-πολύ γνωστά. Αυτό που δεν είναι γνωστό είναι ότι η ανομία στα πανεπιστήμια έχει και βαρύ οικονομικό κόστος. Και δεν εννοώ το κόστος αποκατάστασης ζημιών από βανδαλισμούς, κλοπές κ.λπ. Εννοώ το κόστος ευκαιρίας από την απώλεια εσόδων για τα Ιδρύματα εξαιτίας της μη δυνατότητας αξιοποίησης της περιουσίας τους. Για παράδειγμα, στην Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου υπήρχαν χώροι που νοικιάζονταν (και το ΕΜΠ εισέπραττε ενοίκια), ενώ παράλληλα η ακαδημαϊκή κοινότητα εξυπηρετείτο έχοντας μέσα στην Πολυτεχνειούπολη βιβλιοπωλείο, κατάστημα ηλεκτρονικών κ.λπ.
Σιγά σιγά το αφιλόξενο κλίμα έδιωξε αυτές τις επιχειρήσεις και στη θέση τους έχουμε κάποια αυτοδιαχειριζόμενα στέκια, με τους φοιτητές και το ΕΜΠ να είναι οι μεγάλοι χαμένοι της υπόθεσης. Φαντάζομαι το ίδιο θα συμβαίνει σε πολλά πανεπιστήμια (π.χ. καταλήψεις κληροδοτημάτων ή χώρων που ανήκουν στα πανεπιστήμια) με αποτέλεσμα τα πανεπιστήμια, εγκλωβισμένα από δυναμικές μειοψηφίες, να μην μπορούν να αξιοποιήσουν την περιουσία τους για να δώσουν υποτροφίες, να φτιάξουν εστίες κ.λπ. προς όφελος των πολλών.
Την οικονομική λοιπόν διάσταση της βίας και ανομίας στα πανεπιστήμια δεν πρέπει να τη λησμονούμε γιατί σε μια περίοδο που οι κρατικές επιχορηγήσεις δεν φτάνουν ούτε για τις ανελαστικές δαπάνες των πανεπιστημίων, οι διοικήσεις τους ψάχνουν απελπισμένα πόρους για να κρατήσουν τουλάχιστον σταθερή ή να βελτιώσουν την ποιότητα σπουδών. Η βία και η ανομία είναι ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο σε αυτό και πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση ώστε να μη νίπτει τας χείρας του το υπουργείο επικαλούμενο το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων και να αφήνει τις πρυτανικές Αρχές μόνες τους να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά και από την άλλη οι πρυτανικές Αρχές να μη νιώθουν ότι έχουν δεμένα τα χέρια ή ένα υπουργείο που δεν θα τους στηρίξει στα δύσκολα.
Χρειάζεται από κοινού σχέδιο και αντιμετώπιση του προβλήματος γιατί οι ρόλοι του καθενός είναι δεδομένοι. Και δεν είναι δουλειά ενός «ρωμαλέου φοιτητικού κινήματος» (όπως είχε δηλώσει ο κ. Γαβρόγλου) αλλά μιας συντονισμένης κυβέρνησης, ώστε να θέσει το πλαίσιο και να συνδράμει τις πρυτανικές Αρχές να το εφαρμόσουν και όχι να τις μέμφεται όποτε το επιχειρούν.
Ο Γιώργος Μαυρωτάς είναι βουλευτής Αττικής με Το Ποτάμι, αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ