Η πραγματοποίηση της τέταρτης τριμερούς διάσκεψης Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου μέσα σε διάστημα 26 μηνών επιβεβαιώνει την περαιτέρω ενίσχυση ενός δημοκρατικού γεωπολιτικού τριγώνου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η επιδείνωση των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων ύστερα από τον Δεκέμβριο του 2008 και η αποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης υπό τον Γιώργο Παπανδρέου να ακολουθήσει μία διαφορετική εξωτερική πολιτική χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος αποτέλεσαν την αφετηρία ενός ιδιαιτέρως σημαντικού διπλωματικού ελιγμού. Χωρίς να επιδεινώσει τις σχέσεις της με τα αραβικά κράτη, η Ελλάδα άρχισε να επενδύσει ολοένα και περισσότερο στη συνεργασία της με το Ισραήλ σε διμερή και πολυμερή σχήματα.
Στον αμυντικό τομέα, για παράδειγμα, έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια πολλές στρατιωτικές ασκήσεις, συχνά υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Μεταξύ άλλων, ο ελληνικός εναέριος χώρος προσφέρει στο Ισραήλ τη δυνατότητα ασκήσεων στο πλαίσιο της προετοιμασίας του για κάθε ενδεχόμενο σχετικά με το Ιράν. Η απόσταση που χωρίζει το Ισραήλ από την Κρήτη ισούται με αυτήν που χωρίζει τη χώρα από τον ιρανικό πυρηνικό σταθμό στην πόλη Νατάνζ. Σε συμβολικό επίπεδο, ο ισραηλινός πρόεδρος Ρούβεν Ρίβλιν έγινε πρόσφατα ο πρώτος πρόεδρος ξένης χώρας που επισκέφθηκε τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Παράλληλα, όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της τριμερούς συνόδου της Λευκωσίας, εντατικοποιούνται οι συζητήσεις για την πιθανή μελλοντική κατασκευή του αγωγού EastMed, ο οποίος μπορεί να συνδέσει τα κοιτάσματα της Λεκάνης της Λεβαντίνης με το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα και πιθανώς την Ιταλία. Το έργο κοστίζει περισσότερο συγκριτικά με άλλα εναλλακτικά σχέδια μεταφοράς του φυσικού αερίου και είναι τεχνικά δύσκολο. Ωστόσο, αν πραγματοποιηθεί, θα συμβάλει στην περιφερειακή ασφάλεια. Απαραίτητη είναι η πολιτική στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο πλαίσιο της επιθυμητής απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Επίσης, Ελλάδα και Κύπρος μπορούν να αξιοποιήσουν το κλίμα κατά του Ερντογάν που συνεχίζει να διαμορφώνεται στο Ισραήλ. Η στήριξη που προσφέρει η Τουρκία στη Χαμάς, επιτρέποντας ακόμα και τη λειτουργία γραφείων της στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και οι επικίνδυνοι για τα ισραηλινά συμφέροντα όροι της συνεργασίας της με τη Ρωσία στη Συρία κάνουν την ισραηλινή κυβέρνηση ακόμα πιο επιφυλακτική έναντι του τούρκου προέδρου. Εντός Ηνωμένων Πολιτειών η αμερικανοεβραϊκή και η ελληνοαμερικανική κοινότητα αναζητούν ακολούθως περιθώρια συνεργασίας, έχοντας ήδη ξεκινήσει καμπάνια ενημέρωσης της πολιτικής ελίτ για τους κινδύνους που πηγάζουν για τη Δύση από την νεοoθωμανική Τουρκία του Ερντογάν.
Οι σημερινές εξελίξεις ευνοούν την Ελλάδα και την Κύπρο. Ομως δεν χρειάζεται απλή παρακολούθησή τους αλλά ενεργή συμμετοχή και χάραξη μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής που, εκτός από τον περιορισμό της περιφερειακής ισχύος της Τουρκίας, θα έχει στόχο την καλύτερη κατανόηση του Ισραήλ. Οι συνεχιζόμενες πράξεις αντισημιτισμού αποτελούν σημαντικό εμπόδιο και τονίζουν την ανάγκη καλύτερης εκπαίδευσης της νεότερης γενιάς.

Ο Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin-Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης