Από τη μία είναι η επίσημη Ιστορία. Η παράθεση των γεγονότων. Βέβαια και αυτή εξαρτάται από το ιδεολογικό ή πολιτικό πρίσμα του εκάστοτε «αφηγητή». Αλλιώς θα μιλήσει για τον Εμφύλιο ένας αριστερός, αλλιώς ένας δεξιός ιστορικός. Αλλιώς θα αναφερθεί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ένας Γερμανός και αλλιώς ένας Αγγλος. Ισως μάλιστα, αλλιώς ένας στρατιωτικός και αλλιώς ένας πολιτικός. Βλέποντας από απόσταση ένα ιστορικό γεγονός ή μια εποχή στην οποία δεν έχουμε ζήσει, ο καθένας θα την αναπαραγάγει, έστω και ασυνείδητα, με τέτοιον τρόπο ώστε να επιβεβαιώσει τη δική του αλήθεια. Διότι αλήθειες υπάρχουν πολλές. Ο καθένας, σχεδόν, έχει και από μία. Και στις περισσότερες περιπτώσεις, ακόμη και αν βλέπει να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του μια άλλη αλήθεια, θα ψάξει από πίσω για να βρει –ή να εφεύρει –τη δική του.
Εκτός από την αλήθεια όμως, υπάρχει και η πραγματικότητα. Η οποία είναι μία. Και, κατά κανόνα, προκύπτει από τις μαρτυρίες της εποχής. Ιδιαίτερα όταν ο γράφων δεν έχει επίγνωση πως ό,τι γράφει θα αποτελέσει ντοκουμέντο για τον ιστορικό του μέλλοντος. Οπως πολλά από τα χειρόγραφα, τη μεταγραφή των οποίων διοργάνωσε το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Οι προσωπικές επιστολές όπου εκφράζονται οι αγωνίες της καθημερινότητας, οι μικρές χαρές και οι μεγάλες ελπίδες μεταφέρουν ανάγλυφα το κλίμα μιας εποχής, καθώς δημιουργούν μια γέφυρα συναισθήματος με το παρόν. Πρόσφατο παράδειγμα, η ομιλία του Γιάννη Μπουτάρη πριν από μερικούς μήνες για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Οσα και να είχαμε ακούσει, η πραγματικότητα ήταν η προσωπική ιστορία της Μπουένα Σαρφατή. Που την «τύλιξε» ολόκληρη για να την προσφέρει στην Ιστορία εκείνη η κομμένη σελίδα από την Παλαιά Διαθήκη της οικογένειάς της, μέσα στην οποία ο πωλητής ξηρών καρπών τύλιξε τα στραγάλια της. Και είμαι σίγουρη ότι, έπειτα από 100 χρόνια, η πραγματικότητα για τον «διχασμό» του 2015 θα προκύπτει από τα αλληλομπλοκαρίσματά μας στο Φέισμπουκ.