Οταν ήμασταν παιδιά (πολύ παιδιά δηλαδή, το πολύ μέχρι 12 ετών) και θέλαμε να εκφράσουμε την επαναστατικότητά μας και την αντίδρασή μας απέναντι σε αυτό που αργότερα μάθαμε ότι λέγεται κατεστημένο, τα πράγματα ήταν απλά και ξεκάθαρα. Αλλωστε οι εναλλακτικές δεν ήταν πολλές. Ή φωνάζαμε μπροστά στους μεγάλους, άνευ λόγου, κακές λέξεις όπως «άι στο διάολο» και σε περιπτώσεις αντικομφορμιστικής έξαρσης «σκατά» ή κάναμε δολιοφθορές όπως, για παράδειγμα, να πηγαίνουμε στα μπάνια των σπιτιών όπου ήμαστε καλεσμένοι με τους γονείς μας και να αδειάζουμε το σωληνάριο της οδοντόπαστας στην τουαλέτα. Ε, μετά μεγαλώσαμε, μπήκαμε στην εφηβεία και την πρώτη νιότη και καταλάβαμε ότι αυτή η έρμη η προοδευτικότητα δεν είναι πράξη αλλά στάση ζωής. Ταχθήκαμε υπέρ των μειονοτήτων, της ελεύθερης επιλογής στην ιδιωτική και ερωτική ζωή, της ελεύθερης έκφρασης. Και όπου δεν αναδύονταν νέες τάσεις, προσπαθούσαμε να τις εφεύρουμε και να ανοίξουμε νέους δρόμους με εκσκαφέα την εξωστρέφεια. Και μετά, μεγαλώσαμε κι άλλο. Ωριμάσαμε. Και συνειδητοποιήσαμε ότι η προοδευτικότητα δεν έχει κανόνες. Αυτό ακριβώς είναι η ουσία της. Από τη στιγμή που κανονικοποιείται, αρχίζει να φλερτάρει με τη συντήρηση.
Κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες. Και οι έννοιες της προοδευτικότητας και της επαναστατικότητας μπολιάστηκαν με γερές δόσεις υποκρισίας. Προσδιορίζω πότε περίπου συνέβη. Γι’ αυτό που είμαι πάντως σίγουρη είναι ότι το πάλαι ποτέ αντιμνημονιακό μέτωπο και η φιλοσυριζαϊκή φιλοσοφία επισημοποίησαν την επιστροφή σε αυτό που εννοούσαμε ως «κόντρα στο κατεστημένο» όταν ήμαστε παιδιά. Και ανέδειξαν μια τόσο άγαρμπη και άνευ ιδεολογικού περιεχομένου έννοια του «νέου» που το κάνει να μοιάζει τόσο παλιό όσο και οι βάτες στα μπλε ελεκτρίκ σακάκια της Αλέξις Κάρινγκτον.
Οχι, δεν είναι προοδευτικότητα οι αποφυλακίσεις των βαρυποινιτών. Είναι μια ακραία επικίνδυνη γραφικότητα. Και τα ντου του Ρουβίκωνα μοιάζουν με πρόγραμμα ριζοσπαστικών ασκήσεων σε γυμναστικές επιδείξεις μαμόθρεφτων μειρακίων. Η δε, εμμονική από αυτή την κυβέρνηση, υποστήριξη του καθεστώτος της Βενεζουέλας θα ήταν φάλτσο ακόμη και σε «μαθητικό κομμουνιστικό ανθολόγιο» της δεκαετίας του 1970. Δεν είναι πρόοδος οι προκλητικές άδειες του Κουφοντίνα. Είναι μια συντηρητική προσκόλληση σε αραχνιασμένα αρχέτυπα υποτίθεται κόντρα στον «κρατικό αυταρχισμό». Και πίσω από την ανοχή των μπαχαλάκηδων των Εξαρχείων κρύβεται ο νεοσυντηρητικός και νεομικροαστικός φόβος μήπως και μας πούνε μη ανεκτικούς. Δεν έχει καμία θέση σε μια προοδευτική κοινωνία το κλείσιμο του ματιού στους φοιτητές (λέμε τώρα) που ξυλοκόπησαν τον καθηγητή Συρίγο. Διότι κλείσιμο του ματιού είναι η «ποινή» που ισοδυναμεί με ένα συμβολικό χρηματικό πρόστιμο. Είναι τόσο προοδευτικό όσο και το κρυφό καμάρι μιας συγκεκριμένης και αναγνωρίσιμης κατηγορίας γονιών για τον μπουχέσα οκτάχρονο γιο τους που τα κάνει μπάχαλο εκ του ασφαλούς, ξέροντας ότι απολαμβάνει τη γονική ασυλία. Αυτά κάνουν τα παιδιά όταν οι γονείς μπερδεύουν τη μαγκιά με την εξάτμιση.
Και για να τελειώνουμε με κάποιες μη αποσαφηνισμένες έννοιες. Το δικαίωμα αναδοχής παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια είναι επιταγή στοιχειώδους κοινωνικής ηθικής. Το αντίθετο δηλαδή δεν θα ήταν μη προοδευτικό, θα ήταν ανήθικο. Οπως ανήθικο ήταν το ότι πριν από κάποια χρόνια εκδίωκαν κακήν κακώς τις αντιπροσωπείες των κινημάτων ομοφυλοφίλων από τα φεστιβάλ των νεολαιών αριστερών κομμάτων.