Οταν οι αρχηγοί του Στρατού Ξηράς και του Πολεμικού Ναυτικού, υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος και υποναύαρχος Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος, έστειλαν προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο τη διαφωνία τους σχετικά με τη Συνθήκη της Λωζάννης, τον ελληνικό πληθυσμό τον χώριζε από τον τούρκικο κάτι λιγότερο από 1 εκατομμύριο άνθρωποι. Αντίστοιχες ήταν και οι στρατιωτικές τους δυνάμεις. Σήμερα η Τουρκία έχει περί τα 60 εκατομμύρια κατοίκους και η Ελλάδα είναι λίγο παραπάνω από εκείνη την εποχή, στα 10 εκατομμύρια. Ας αφήσουμε αυτού του είδους τη σύγκριση. Απλώς ας θυμίσουμε ότι τα γεγονότα αυτών των ημερών την καθιστούν εξαιρετικά αναγκαία.
Ο πληθυσμός της χώρας και η πορεία του, πριν γίνουν στρατιωτικό μειονέκτημα, υπονομεύουν την οικονομική ανάπτυξη για πολλούς και ποικίλους λόγους. Δεν θα υπήρχε παραδείγματος χάριν κρίση στο ασφαλιστικό σύστημα αν δεν γήρασκε συστηματικά εδώ και χρόνια ο εργαζόμενος πληθυσμός μας. Εδώ ας θυμηθούμε ότι, όπως είναι φυσικό, ένας πληθυσμός που δεν ανανεώνεται, γερνάει. Σήμερα διαθέτουμε έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ενας Ελληνας στους τέσσερις εργαζομένους συνταξιοδοτείται ή έχει ήδη συνταξιοδοτηθεί.
Ολα τα κράτη έχουν εθνικής περιφρούρησης νομοθεσίες. Κανένα δεν πρεσβεύει μια πολιτική του «μπάτε σκύλοι αλέστε». Αντίθετα, εξαιρετικά επίκαιρη είναι η άνοδος, σε όλες σχεδόν τις χώρες, κινημάτων που έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό τους τη μισαλλοδοξία, την περιφρούρηση των εθνικών χαρακτηριστικών, πραγματικών ή φανταστικών και τη δυσχέρανση των διαδικασιών με τις οποίες μπορεί κανείς να διεκδικήσει και να αποκτήσει την εθνική ταυτότητα. Αυξάνονται οι προϋποθέσεις, επιμηκύνονται οι προθεσμίες, εφευρίσκονται διάφοροι τρόποι για να ξεπεραστούν οι υποχρεώσεις της χώρας όταν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Το ερώτημα είναι γιατί εμείς, χώρα που αναφανδόν παραδέχεται ότι έχει πρόβλημα πληθυσμιακού ελλείμματος και δυσαρμονία λόγω γήρανσης, συνεχώς δυσχεραίνουμε τις προϋποθέσεις και περιπλέκουμε τις διαδικασίες για την απόκτηση της ελληνικής υπηκοότητας.
Ολες οι χώρες που είχαν βρεθεί σε αντίστοιχη θέση, παραδείγματος χάριν η Γαλλία, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, απλοποιούσαν τις διαδικασίες και ελαχιστοποιούσαν τις προϋποθέσεις για αυτόν τον σκοπό. Η σημερινή Ελλάδα με την «προοδευτική» της κυβέρνηση κατηγορείται από μια σειρά από μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης επειδή δεν εφαρμόζει τη σχετική νομοθεσία, που προκύπτει από τις συμβάσεις που έχει υπογράψει, επικυρώσει και καταστήσει εσωτερικό δίκαιο η χώρα μας;
Πρέπει λοιπόν να πάρει αμερικάνικη υποτροφία ο Οδυσσέας Τσενάι για του αναγνωριστεί το δικαίωμα να έχει ίσα δικαιώματα με τους συμμαθητές του; Πόσοι άραγε και από τους πιο εξεζητημένους από εμάς, δεν αισθάνθηκαν υπερηφάνεια ακούγοντας τα Μέσα της Αμερικής να προσφωνούν τον Γιάννη Αντετοκούνμπο «The Greek Freak»; Αν ενεργούσαμε με ασυνέπεια, όπου δηλαδή μας συμφέρει, θα είχαμε τουλάχιστον την παρηγοριά μιας επιτήδειας δολιότητας.
Θέλω να προτείνω μερικά απλά πράγματα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την κοινωνία σε επιμέρους ζητήματα. Να προβλεφθεί μια συγκεκριμένη χρονική περίοδος συνεχούς παραμονής, μετά από την οποία τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα να γίνονται έλληνες πολίτες. Πέντε χρόνια, παραδείγματος χάριν. Καλό θα ήταν, βέβαια, οι νέοι αυτοί Ελληνες να έχουν στοιχειώδη γνώση της Ιστορίας και της γλώσσας της νέας πατρίδας τους. Δεν μπορεί όμως να περιλαμβάνουν οι δοκιμασίες που τους γίνονται ανώμαλα ρήματα ή άλλα γραμματικά γυμνάσματα, που ούτε οι ημιμαθείς δημοσιογράφοι της κομματικής ΕΡΤ δεν μπορούν καλύψουν ικανοποιητικά. Για τους μεγαλύτερους θα μπορούσε να προβλεφθεί μια περίοδος δύο ετών για τις γυναίκες και πέντε για τους άνδρες κάποιας κοινωνικής θητείας, που θα οργανώνεται και θα ελέγχεται από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Η χρησιμοποίηση του υπουργείου Εθνικής Αμυνας εκτιμώ ότι πρέπει να γίνει για δύο λόγους: ο αυστηρός έλεγχος και η τιμωρία όσων υπαίτια δεν ικανοποιούν τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν και η χρησιμοποίηση ορισμένων από τους προσερχόμενους για ένα είδος στρατιωτικής θητείας.