Αν στα πλάνα από την επίσκεψη και τις χαλαρές βόλτες του πρίγκιπα Κάρολου και της δούκισσας της Κορνουάλης στις Αρχάνες Ηρακλείου προσέξατε ότι η Καμίλα μύριζε κάθε τόσο τον καρπό της, εδώ σας έχω την εξήγηση. Διότι μια χαρά οι γραβιέρες, τα σκαλτσούνια και τα τσίπουρα, αλλά τώρα η Κρήτη παράγει και αρώματα. Διά χειρός του Θεόδωρου Καλοτίνη, ενός 29χρονου αρωματοποιού που εδώ και καιρό έχει δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό brand αποκλειστικά αρωμάτων, το Theoparfums, με τις δημιουργίες του να διατίθενται σε exclusive σημεία πώλησης όπως το Μέγαρο Μουσικής. Ο Θεόδωρος λοιπόν πήρε πριν από λίγες εβδομάδες την τιμητική πρόσκληση από τη βρετανική πρεσβεία να είναι μεταξύ των περίπου δέκα παραγωγών που θα παρουσίαζαν τα προϊόντα τους στο πριγκιπικό ζεύγος. Αν και ο χρόνος τον πίεζε (η δημιουργία ενός αρώματος εξαρχής είναι χρονοβόρα διαδικασία), κατόρθωσε να ολοκληρώσει δύο μοναδικές συνθέσεις. Για εκείνη με βάση το κρητικό δίκταμο, το πατσουλί και το γιασεμί, ενώ για εκείνον με κυρίαρχες τις νότες από σανταλόξυλο, βετιβέρ και περγαμόντο. Η Καμίλα μάλιστα οδηγήθηκε στον πάγκο του από τη διάχυτη μυρωδιά στον αέρα και –δεν ξέρω αν είναι εντός ή εκτός πρωτοκόλλου –ήθελε να της ψεκάσει το άρωμα κατευθείαν στην επιδερμίδα και όχι στα ειδικά χαρτάκια ως είθισται ακόμη και για τους κοινούς θνητούς. Και οι δύο πάντως ενθουσιάστηκαν με τα «δικά τους» αρώματα.
Το μπλανσάρισμα της μητρός μου
Μου το λένε, το διαβάζω, το διαπιστώνω. Μετά την επιτυχία του «Master Chef» –και λιγότερο του «Hell’s Kitchen» –οι υποψιασμένοι μπακάληδες, μανάβηδες και χασάπηδες, στην Αθήνα και αλλού, από τα προϊόντα που τους ζητάνε κάποιοι πελάτες, καταλαβαίνουν ποιο ριάλιτι ή εκπομπή μαγειρικής έχουν δει πρόσφατα. Στη δε περίφημη λαϊκή της Καλλιδρομίου, κάθε Σάββατο, αναδύεται ατόφιος ο νεοεπενδεδυμένος εξωτισμός τού «αθάνατη Ελλάδα γεια σου, με τα ωραία φαγητά σου». Διότι δεν πας κατευθείαν, εν μια νυκτί, από το πρασοκρέμμυδο στο μαύρο σκόρδο χωρίς stopover σε έναν Κοντιζά, σε έναν Ιωαννίδη, έστω σε έναν «Τιμολέων». Και επειδή όλο αυτό με γυρίζει πολλές δεκαετίες πίσω, στην εποχή των «Εδώδιμων και Αποικιακών», όπου τα εδώδιμα έκαναν λογαριασμό αλλά τα αποικιακά ήταν ο κράχτης, θυμάμαι τη μητέρα μου. Που μπορεί να μην ήξερε τι είναι το μπλανσάρισμα, τα λαχανικά της πάντως μια χαρά τα ζεμάτιζε.