Το ενδεχόμενο περάτωσης του τρίτου προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας στις 19 Αυγούστου χωρίς την επίλυση του ζητήματος του χρέους εξετάζουν, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές των Βρυξελλών, οι ιθύνοντες της ευρωζώνης.
Και αυτό διότι αφενός διαπιστώνουν πως η ελληνική κυβέρνηση σπεύδει βραδέως και απρόθυμα προς το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης, αφετέρου θυμούνται πως τα δύο πρώτα προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας τινάχτηκαν στον αέρα μόλις η χώρα εισήλθε σε προεκλογική περίοδο. Τούτων δοθέντων και λαμβανομένου υπόψη ότι το λεγόμενο μαξιλάρι των 20 δισ. ευρώ δίνει μεσοπρόθεσμα στην ελληνική πλευρά την ικανότητα να ανταποκρίνεται στις διεθνείς οικονομικές της υποχρεώσεις, κυκλοφορεί μεταξύ των δανειστών όλο και περισσότερο η ιδέα να αναβληθεί για το τέλος του χρόνου η απόφαση για τους τρόπους ελάφρυνσης της Ελλάδας από το άχθος του δημόσιου χρέους της. Μια απόφαση η οποία σίγουρα θα συνοδεύεται από όρους, ορόσημα και προϋποθέσεις που θα προστεθούν και θα ενταχθούν στην ούτως ή άλλως αυστηρή επιτήρηση υπό την οποία θα τεθεί η χώρα μετά το τέλος του προγράμματος. Θα προβλέπει διαδοχικά μέτρα ελάφρυνσης του χρέους εξαρτώμενα από παράγοντες όπως οι ρυθμοί της ανάπτυξης και των αποκρατικοποιήσεων, τα οποία θα υλοποιούνται υπό τον όρο της διατήρησης των διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν συμφωνηθεί με την τρόικα. Από την άλλη βεβαίως θα παράσχει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να μην υιοθετήσει ώς το καλοκαίρι το σύνολο των προαπαιτούμενων μέτρων.
Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν στην περίπτωση που επικρατήσει η ιδέα της αναβολής της απόφασης για τις ρυθμίσεις ελάφρυνσης του χρέους είναι πολλοί, αφού το θέμα ετέθη για πρώτη φορά λίγο μετά το PSI του 2012, δηλαδή την απόφαση για το κούρεμα του ελληνικού χρέους προς τους ιδιώτες. Εκτοτε τα κράτη της ευρωζώνης έχουν κατ’ επανάληψη δεσμευθεί πως θα υπάρξουν ρυθμίσεις και ως προς το ελληνικό χρέος προς αυτά, χωρίς ωστόσο να το πράξουν. Αν δεν το πράξουν ούτε εντός του προσεχούς διμήνου, τότε το μήνυμα που θα δοθεί προς πάσα κατεύθυνση (αγορές, ΔΝΤ, επενδυτές κ.ά.) θα είναι εξαιρετικά αρνητικό και σίγουρα όχι ευεργετικό για την ανάπτυξη της οικονομίας.

ΣΤΗ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ. Ενδεικτικό του μείζονος ενδιαφέροντος που έχει στην παρούσα φάση το ζήτημα της ρύθμισης του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι το γεγονός ότι ήταν μεταξύ των θεμάτων που συζητήθηκαν εντατικά την περασμένη Παρασκευή στη Φλωρεντία, όπου στο πλαίσιο εκδήλωσης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου ήταν παρόντες ευρωπαίοι ιθύνοντες, όπως οι πρόεδροι της Επιτροπής Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, όπως ο Προκόπης Παυλόπουλος και ο Ιταλός Σέρτζιο Ματαρέλα, αλλά και τεχνοκράτες, όπως ο κορυφαίος οικονομολόγος της Επιτροπής Μάρκο Μπούτι, ο Πολ Τόμσεν από το ΔΝΤ και ο ιδρυτής του Ινστιτούτου Bruegel Ζαν Πιζανί Φερί.
Μεταξύ των θεμάτων που αναπτύχθηκαν, στο πλαίσιο συζητήσεων εμπειρογνωμόνων, ήταν και η ρύθμιση του ελληνικού χρέους, όπου οι καθηγητές Πόρτες, Τσελτεμέγερ και Μαδούρο παρουσίασαν τα πορίσματά τους επί του θέματος, επισημαίνοντας σε γενικές γραμμές τα εξής: το ελληνικό χρέος υπό τις παρούσες συνθήκες είναι μη βιώσιμο και πιθανώς θα παραμείνει μη βιώσιμο όσο και αν οι χώρες της ευρωζώνης επιμηκύνουν τους χρόνους απόσβεσής του. Τα σενάρια πάνω στα οποία βασίζεται κρίθηκαν υπεραισιόδοξα και οι πιθανότητες μη επαλήθευσης σημαντικές.
Συνεπώς απαιτείται ονομαστική μείωση του χρέους, η οποία, όπως υποστήριξε ο Πορτογάλος Μαδούρο, είναι συμβατή προς τη νομοθεσία της ΕΕ, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της Γερμανίας.

ΑΣΤΑΘΜΗΤΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ. Με την άποψη αυτή θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να συμφωνήσει η Γαλλία. Ωστόσο η στάση της Γερμανίας και ώς έναν βαθμό πλέον της Ιταλίας είναι οι δύο αστάθμητοι σήμερα παράγοντες που θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για το ελληνικό δημόσιο χρέος. Σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, ο νέος υπουργός Οικονομίας Ολαφ Σολτς δεν έχει ακόμη δώσει σαφή δείγματα γραφής. Προς το παρόν μιλούν αντ’ αυτού τα στελέχη του υπουργείου, δηλαδή οι άνθρωποι του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Κάτι που οδήγησε ακόμη και τον ομοϊδεάτη του πρόεδρο της Σοσιαλιστικής Ομάδας της Ευρωβουλής, Γερμανό Ούντο Μπούλμαν, να δηλώσει προ ημερών «ότι στο Βερολίνο υπάρχουν ακόμη πολλοί μικροί Σόιμπλε».
Στην Ιταλία, τέλος, την τρίτη κατά σειρά οικονομική δύναμη της ευρωζώνης που ώς σήμερα υποστήριζε σθεναρά την ελάφρυνση της Ελλάδας, ανησυχητικό είναι το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός «αντισυστημικού» κυβερνητικού σχηματισμού με έντονα στοιχεία αντιευρωπαϊσμού. Στην περίπτωση αυτή ενδέχεται η Ιταλία να αλλάξει ρότα, δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο τις διαβουλεύσεις για το ελληνικό χρέος.