Οποιον άνθρωπο και να συναντήσεις στο δρόμο τα ίδια θα σου πει. Τα κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα δεν έχουν τόση απόσταση μεταξύ τους όση παριστάνουν ότι έχουν. Σε πρόσφατη έρευνα κοινής γνώμης 6 στους 10 ερωτηθέντες απάντησαν πως η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν σημαντικές διαφορές και 8 στους 10 δήλωσαν πως οι προεκλογικές εξαγγελίες δεν έχουν σημασία γιατί στο τέλος επιβάλλεται η ΕΕ. Είτε από κυνισμό είτε από σοφία, ο μέσος έλληνας πολίτης αντιλαμβάνεται πως το ελληνικό κομματικό σύστημα είναι αναιτιολόγητα πολωμένο.
Ως εκ τούτου, οι παρατηρήσεις περί της σταδιακής και προς το παρόν ανολοκλήρωτης πορείας μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ προς τη σοσιαλδημοκρατία θα μπορούσαν απλώς να θεωρηθούν κοινοτοπίες και να μην ξεσηκώσουν τόσο θόρυβο. Πράγματι θα μπορούσαν, αν δεν συνέτρεχαν ορισμένοι συγκυριακοί παράγοντες, βασικά ένας: οι ερχόμενες εκλογές!
Από τη μια, η ΝΔ έχει οικοδομήσει τη στρατηγική της στην αντι-ΣΥΡΙΖΑ διαίρεση. Αυτό της επιτρέπει να διευρύνει αμφίπλευρα την επιρροή της και στα δεξιά και στο κέντρο χωρίς εσωτερικούς τριγμούς. Να «πουλάει» ταυτόχρονα συντηρητισμό, εθνικοφροσύνη και φιλελευθερισμό και να βρίσκει αγοραστές για όλα. Οι στρατηγοί της ΝΔ ορθώς αντιλαμβάνονται πως δεν υπάρχει από τους εκλογείς ιδιαίτερος ενθουσιασμός για αυτήν. Στις δημοσκοπήσεις η ΝΔ προηγείται καθαρά και θα κερδίσει πιθανότατα τις εκλογές επειδή κυρίως υπάρχει κλίμα αποδοκιμασίας προς την κυβέρνηση. Αρα, η γραμμή ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κανονικό κόμμα» είναι μια θαυμάσια στρατηγική για να κλειδωθεί η πρωτιά και να διεκδικηθεί η αυτοδυναμία. Ολα τ’ άλλα είναι σάλια, όπως λέμε στη Σαλονίκη.
Η Κεντροαριστερά, πάλι, ζει μια υπαρξιακή αγωνία. Λογικό! Ο προωθητικός άνεμος της συμμετοχής των 210 χιλιάδων πολιτών εξασθένησε. Επιλέχτηκε, στα μουλωχτά, το ανέμπνευστο όνομα ΚΙΝΑΛ, που θυμίζει περισσότερο φάρμακο παρά πολιτικό κόμμα. Το αδιάφορο ιδρυτικό συνέδριο πέρασε στα ψιλά. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μίζερα μονοψήφια νούμερα (παρεμπιπτόντως, κάποια μέρα η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ θα βαράει το κεφάλι της που δεν ψήφισε την αναλογική τον καιρό που έπρεπε). Οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων και των συνιστωσών δεν κρύβονται. Το έλλειμμα ηγεσίας είναι εμφανές και αποτελεί αντικείμενο καθημερινού σχολιασμού μεταξύ των φίλων του χώρου. Επιπλέον, η στρατηγική του ΚΙΝΑΛ θυμίζει ένα ακυβέρνητο, «τρελό» καράβι, που αλλάζει συνεχώς πορεία. Πότε γίνεται συναινετικό ζητώντας συνεργασία στη συνταγματική μεταρρύθμιση και πότε γίνεται αμείλικτο ζητώντας άμεσα εκλογές. Σε αντίθεση με τη ΝΔ, το έλλειμμα στρατηγικής του ΚΙΝΑΛ είναι πρόδηλο.
Το χειρότερο για το ΚΙΝΑΛ ίσως να μην έχει έρθει ακόμη. Τα στελέχη του ασφυκτιούν και η κομματική βάση δυσανασχετεί. Οι ποταμίσιοι είναι σε απελπισία, οι δημαρίτες αμήχανοι. Ο πασοκικός πατριωτισμός δεν αρκεί. Οι δεξιόστροφες και αριστερόστροφες κεντρόφυγες δυνάμεις δημιουργούν εσωτερικές δίνες. Το ερώτημα αν μπορούν να βολευτούν μέσα στο μικρομεσαίο, άνευρο και χωρίς ταυτότητα κόμμα τόσα πολλά έμπειρα στελέχη μένει αναπάντητο. Οπως αναπάντητο μένει γιατί οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές φλερτάρουν τον ΣΥΡΙΖΑ ή τι θα γίνει αν ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ βρεθούν μαζί στην αντιπολίτευση; Εστω κι αν σε ένα κόμμα που σκέφτεται με όρους μεροδούλι-μεροφάι τέτοια ερωτήματα μπορεί να πέσουν βαριά, κάπως πρέπει να αναταραχθούν τα στάσιμα ύδατα, όχι;
Ο Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας