Η 17η Μαΐου κάθε έτους έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Υπέρτασης, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των πολιτών παραμένουν σημαντικές και για τη χώρα μας. Η αιτία της υπέρτασης; Στην πλειονότητα των περιπτώσεων (95%) παραμένει άγνωστη και έχει σχέση με την κληρονομικότητα και άλλους παράγοντες, όπως είναι η παχυσαρκία, η αυξημένη πρόσληψη αλατιού, κ.λπ. Μόνο το 20% του ελληνικού πληθυσμού επιτυγχάνει ρύθμιση της αρτηριακής του πίεσης με φαρμακευτική θεραπεία, ενώ περίπου 1,5 εκατομμύριο υπερτασικοί παραμένουν αρρύθμιστοι.
Υπό τα δεδομένα αυτά, ο επικεφαλής του Κέντρου Υπέρτασης και Καρδιαγγειακής Προστασίας του νοσοκομείου Ευαγγελισμός – Κέντρου Αριστείας της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης δρ Εμμανουήλ Α. Ανδρεάδης δημιούργησε έναν «πλοηγό» για τους μύθους, τους κινδύνους και την αντιμετώπιση της νόσου.
Πότε τίθεται η διάγνωση της υπέρτασης; Σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Εταιρείας της Υπέρτασης, η διάγνωσή της τίθεται όταν η πίεση είναι σταθερά αυξημένη στο ιατρείο από 140 mmHg και πάνω η συστολική (γνωστή και ως «μεγάλη» πίεση) ή από 90 mmHg και πάνω η διαστολική («μικρή» πίεση), ή και τα δύο. Η άποψη ότι η διαστολική πίεση («πίεση της καρδιάς») είναι πιο σημαντική από τη συστολική είναι λανθασμένη. Ωστόσο, το 2017 οι Αμερικανικές Κατευθυντήριες Οδηγίες έθεσαν ως όριο για τη διάγνωση της υπέρτασης το 130/80 mmHg για τη συστολική και τη διαστολική πίεση αντίστοιχα. Η μελέτη SPRINT, η οποία δημοσιεύθηκε σε ένα από τα πιο έγκυρα διεθνή ιατρικά περιοδικά, έδειξε σημαντική μείωση του κινδύνου σε ασθενείς με χαμηλότερες τιμές αρτηριακής πίεσης. Σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες Οδηγίες, στη λήψη απόφασης για την έναρξη αντιυπερτασικής θεραπείας λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός καρδιαγγειακός κίνδυνος, ο οποίος καθορίζεται από την ύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης και η αυξημένη χοληστερίνη, καθώς και από την παρουσία καρδιαγγειακής ή νεφρικής νόσου.
Πώς γίνεται η διάγνωση της υπέρτασης. Η διάγνωση γίνεται με μέτρηση της πίεσης. Οι Κατευθυντήριες Οδηγίες συνιστούν τουλάχιστον δύο μετρήσεις στο ιατρείο σε δύο τουλάχιστον διαδοχικές επισκέψεις με τη χρήση αυτόματου πιστοποιημένου ηλεκτρονικού πιεσομέτρου βραχίονα. Τα πιεσόμετρα καρπού και δακτύλου δεν θεωρούνται αξιόπιστα και δεν συνιστώνται. Για τη σωστή εκτίμηση της πίεσης στο ιατρείο απαιτείται ακόμα η χρήση περιχειρίδας κατάλληλου μεγέθους, ανάλογα με την περίμετρο του βραχίονα του ασθενούς, ενώ είναι σημαντικό ο ασθενής να παραμένει σε ηρεμία για περίπου πέντε λεπτά πριν από την καταγραφή της πίεσης. Η παραδοσιακή μέτρηση της πίεσης στο ιατρείο έχει εντούτοις πολλούς περιορισμούς και συχνά για την ακριβή διάγνωση είναι απαραίτητη η αξιολόγησή της με μετρήσεις εκτός ιατρείου –δηλαδή με 24ωρη καταγραφή ή με αξιόπιστες μετρήσεις στο σπίτι. Σημειώνεται ότι η υποψία παρουσίας της υπέρτασης «λευκής μπλούζας» και της «συγκαλυμμένης» υπέρτασης αποτελούν την κύρια ένδειξη για την εφαρμογή τους.
Υπέρταση της «λευκής μπλούζας». Το φαινόμενο κατά το οποίο μερικοί ασθενείς παρουσιάζουν φυσιολογικές τιμές πίεσης σε μετρήσεις εκτός ιατρείου και παθολογικές τιμές στο ιατρείο (140/90 mmHg) ονομάζεται υπέρταση της «λευκής μπλούζας». Το φαινόμενο αυτό δεν είναι αθώο, καθώς η παρουσία του έχει συσχετιστεί με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και πολλές φορές αποτελεί προάγγελο εμμένουσας υπέρτασης. Η διάγνωση της υπέρτασης της «λευκής μπλούζας» τίθεται με την εφαρμογή της 24ωρης καταγραφής. Μετρήσεις με αυτόν τον φαινότυπο πρέπει να εκτιμώνται τακτικά στο ιατρείο και να υποβάλλονται ετησίως σε 24ωρη περιπατητική καταγραφή της αρτηριακής πίεσης. Η εφαρμογή μη φαρμακευτικών μέσων (π.χ. ισορροπημένη διατροφή, άσκηση, διακοπή καπνίσματος κ.λπ.) για την πρόληψη της υπέρτασης σε αυτούς τους ασθενείς θεωρείται αναγκαία.
Συγκαλυμμένη υπέρταση. Πρόκειται για το αντίθετο φαινόμενο από την υπέρταση της «λευκής μπλούζας». Δηλαδή, οι ασθενείς παρουσιάζουν παθολογικές τιμές στις μετρήσεις εκτός ιατρείου, ενώ στο ιατρείο η πίεσή τους είναι φυσιολογική. Για τη διάγνωση του φαινομένου αυτού είναι απαραίτητη η χρήση της 24ωρης καταγραφής. Η μη έγκαιρη αντιμετώπιση της συγκαλυμμένης υπέρτασης μπορεί να αποβεί μοιραία για τους ασθενείς, καθώς συνδέεται με την εμφάνιση βλαβών των οργάνων-στόχων και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Αντιμετώπιση της υπέρτασης. Η ίαση της αρτηριακής υπέρτασης δεν είναι δυνατή. Είναι όμως δυνατή η ελάττωση της πίεσης και η διατήρησή της μακροχρόνια στα φυσιολογικά επίπεδα. Αυτό επιτυγχάνεται με δύο τρόπους:
n Με μη φαρμακευτικά μέσα. Είναι χρήσιμα σε όλους τους υπερτασικούς ανεξάρτητα από τη λήψη ή μη αγωγής. Η ελάττωση του σωματικού βάρους στους υπέρβαρους ή παχύσαρκους υπερτασικούς, η δίαιτα πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και άπαχα γαλακτοκομικά, καθώς και η μείωση της πρόσληψης αλατιού, σε συνδυασμό με συστηματική σωματική άσκηση (90-150 λεπτά την εβδομάδα) αποτελούν σημαντική «ασπίδα».
Ο περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ και η διακοπή του καπνίσματος αποτελούν εξίσου σημαντικές προϋποθέσεις. Με την εφαρμογή των μέτρων αυτών μειώνεται η συστολική πίεση κατά 3-8 mmHg και η διαστολική κατά 1-4 mmHg.
n Με φαρμακευτική αγωγή. Οπως προκύπτει από μεγάλες μετααναλύσεις, οι κύριες κατηγορίες αντιυπερτασικών είναι εξίσου αποτελεσματικές στη μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Πότε αποφεύγουμε τον καφέ
Ενας από τους πλέον διαδεδομένους μύθους είναι ότι τα πορτοκάλια αυξάνουν την πίεση. Ενδεχομένως η θεωρία αυτή να συνδέεται με τη συνήθη πρακτική χορήγησης χυμού πορτοκαλιού αμέσως μετά την αιμοδοσία. Ωστόσο θα πρέπει να διευκρινιστεί πως ο χυμός πορτοκαλιού δεν δίνεται με σκοπό την αύξηση της πίεσης του αιμοδότη αλλά στοχεύει κυρίως στην αναπλήρωση υγρών. Ο καφές μπορεί να προκαλέσει μικρή αύξηση της πίεσης για μία-τρεις ώρες, γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η κατανάλωσή του πριν από την καταγραφή της αρτηριακής πίεσης. Το σκόρδο περιέχει αλικίνη, ουσία με αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες που μπορεί να επηρεάσει την πίεση, αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντιυπερτασικό φάρμακο, ενώ ο όρος «νευροπίεση» είναι λανθασμένος και παραπλανητικός.