Δεν του απάντησε «κι εσείς σκοτώνετε τους μαύρους», όπως στο ανέκδοτο, αλλά το νόημα είναι ακριβώς το ίδιο: «Ο άνθρωπος που στέλνει χιλιάδες τούρκους στρατιώτες να κρατούν σε κατοχή τη Βόρεια Κύπρο και εισβάλλει στη Συρία», είπε ο Νετανιάχου για τον Ερντογάν, «δεν θα κάνει κήρυγμα σε εμάς όταν υπερασπιζόμαστε τους εαυτούς μας από τη Χαμάς». Κι αν τα χέρια του ίδιου «έχουν «παλαιστινιακό αίμα» όπως είπε ο Ερντογάν; «Ο άνθρωπος του οποίου τα χέρια είναι αιματοβαμμένα από αμέτρητους κούρδους πολίτες σε Τουρκία και Συρία είναι ο τελευταίος που θα κάνει κήρυγμα σε εμάς σχετικά με την ηθική της μάχης».
Ανάμεσα σε αυτά τα δυο ζευγάρια αιματοβαμμένα χέρια, δεν είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς. Εχει την πολυτέλεια να μην επιλέξει κανένα. Να κοιτάξει με φρίκη τα χέρια του Νετανιάχου και να καταδικάσει μετά βδελυγμίας τους μαζικούς φόνους των Παλαιστινίων, πριν οργιστεί για τους φόνους των Κούρδων από το χέρι του Ερντογάν που στάζει κι αυτό αίμα. Αυτοί είναι οι αιματοβαμμένοι που επιτρέπουν να διατηρεί κανείς ήσυχη τη συνείδησή του, να ξεμπερδεύει με τα τέρατα.
Μόνο που ως πρωταγωνιστές ενός μακάβριου ανεκδότου, Νετανιάχου και Ερντογάν θυμίζουν ότι η ευαισθησία είναι επιλεκτική. Οτι η εύκολη οργή που εκδηλώνεται απέναντί τους υποχωρεί όταν τα τέρατα είναι άλλοι, πιο «δικοί μας», ιδεολογικά όμοροι, φαντασιακοί σύμμαχοι ή ακόμη και σύμμαχοι συμμάχων. Η οργή εξανεμίζεται, η πράξη δικαιολογείται όταν ο Πούτιν σκοτώνει τους Τσετσένους, ο Μαδούρο τους διαδηλωτές, ο Ασαντ τους αμάχους με χημικά και ο Κάρατζιτς τους Βόσνιους. Για να ξαναφουντώσει και πάλι όταν η Δύση «ανακατεύεται στα εσωτερικά ξένων χωρών». Κι εκεί παγώνει το αίμα.