«Αναπάντεχο νέο οι Κάννες, νέο που σηματοδοτεί μια από τις πιο χαρούμενες περιόδους μου. Σκέψου πως η ταινία πραγματοποιήθηκε με τα λεφτά που κέρδισα στην Ουψάλα, με το βραβείο Μπέργκμαν, και όλοι μας δουλεύαμε μέσα στις γιορτές, εφόσον η ταινία εκτυλίσσεται παραμονή Πρωτοχρονιάς. Η ταινία είναι ξεκάθαρα αντιγιορτινή και σκοπός μου, όπως σε κάθε μου δουλειά, είναι να βρίσκω ποίηση σε εικόνες που θεωρούνται «άσχημες»». Λόγια της Ζακλίν Λέντζου λίγες μέρες πριν ταξιδέψει για το Φεστιβάλ των Καννών. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές φαντάζομαι πως θα βρίσκεται στο αεροπλάνο της επιστροφής, παρέα με το πρώτο βραβείο καλύτερης ταινίας μικρού μήκους.
Οι συνάδελφοι που παρακολουθούν εντατικά τους μικρομηκάδες (αυτοί, άλλωστε, αποτελούν το μέλλον του κινηματογράφου μας) δεν νομίζω να βρήκαν αναπάντεχη τη βράβευση της. Η Λέντζου ανέβαζε τον πήχη πιο ψηλά σε κάθε ταινία που έκανε. Μετά τη βραβευμένη της «Αλεπού» (Φεστιβάλ Λοκάρνο, Δράμας, Νύχτες Πρεμιέρας) και τη συμμετοχή του «Hiwa» στο διαγωνιστικό τμήμα ταινιών μικρού μήκους της 67ης Μπερλινάλε, ήταν σχεδόν αυτονόητο πως η νέα της ταινία με τίτλο «Εκτορας Μαλό: Η τελευταία μέρα της χρονιάς» θα έβρισκε τον δρόμο της προς την Κρουαζέτ. Και αν έφτανε εκεί, γιατί και να μη πάρει και το βραβείο; Αλλωστε λίγοι σκηνοθέτες σήμερα έχουν μια τόσο ξεχωριστή προσωπική γραφή, γραφή που αγγίζει το βίωμα, γι’ αυτό άλλωστε και πάντα κατορθώνει να μας συγκινεί. Πετυχαίνω τη σκηνοθέτρια στο τηλέφωνο λίγες ώρες πριν από το ταξίδι της επιστροφής.
Πώς αισθάνεσαι, λοιπόν, ύστερα από ένα βραβείο;
Ακόμα δεν το έχω καταλάβει, για να πω την αλήθεια. Ξέρεις, ήταν το τελευταίο που περίμενα –να βραβευτώ. Θέλω να πω, και οι δέκα ταινίες που επιλέχτηκαν στο διαγωνιστικό πρόγραμμα είχαν όλες τους κάτι το ιδιαίτερο, ένα ξεχωριστό στοιχείο, καμία δεν έμοιαζε με την άλλη. Είναι πολύ σημαντικό όλο αυτό. Ξέρω πως τα βραβεία γενικά δεν ανοίγουν πόρτες και δεν βοηθούν, υπάρχουν όμως και κάποια συγκεκριμένα που το κάνουν, που ανοίγουν πόρτες αν θες. Ελπίζω λοιπόν το βραβείο των Καννών να είναι ένα τέτοιο βραβείο, ειδικά τώρα που βάζω μπροστά την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία. Αν θες, το βραβείο εδώ έχει σημασία επειδή η μεγάλου μήκους ταινία μου θα ακολουθεί το ταξίδι του κεντρικού χαρακτήρα του «Εκτορα Μαλό». Εχει δηλαδή ξεχωριστή σημασία. Πάντως όταν ακούστηκε το όνομα μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να λέω «ευχαριστώ» κλαίγοντας!
Η κριτική επιτροπή χαρακτήρισε την ταινία «εξαιρετική, ιμπρεσιονιστική απεικόνιση μιας νεαρής γυναίκας».
Ο Γιόακιμ Τρίερ και η Κλοέ Σεβινί ήταν δυο από τα μέλη της κριτικής επιτροπής. Ηταν πολύ παράξενο για μένα να συνομιλώ με αυτούς τους ανθρώπους. Ο Τρίερ είναι ο σκηνοθέτης του «Οσλο, 31 Αυγούστου», μια ταινία που με είχε συνταράξει, και το να τον έχω απέναντί μου, να μου μιλά δέκα λεπτά για το πόσο εκτίμησε την ταινία μου, πραγματικά με ξεπερνούσε, δεν το πίστευα. Το ίδιο και με την Κλόε Σεβίνι, πρωταγωνίστρια η ίδια σε ταινίες του Λάρι Κλαρκ, του Χάρμονι Κορίν, του Βίνσεντ Γκάλο, του αμερικάνικου ανεξάρτητου σινεμά που με έχει σημαδέψει. Τα είδα όλα.
Γενικά σε ακολουθεί η φήμη μιας σκηνοθέτιδας που εργάζεται μεθοδικά.
Μπορεί, αλλά ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της επιτυχίας πρέπει να χρεωθεί στη Σοφία Κόκκαλη. Δε ξέρω αν θα είχα φτάσει στην ίδια ταινία δίχως τη βοήθειά της –από την ερμηνεία της άλλωστε θα κρινόταν και η επιτυχία του όλου εγχειρήματος. Και να στείλω και ένα ευχαριστώ στον Μπράιαν Φέρι καθώς βασικό ρόλο στη ταινία μου παίζει το κομμάτι «Oh yeah (On the radio)», το οποίο και χρυσοπληρώσαμε για να μπορέσει να συμπεριληφθεί στη ταινία. Δεν μπορούσε να απουσιάζει όμως, μεγάλωσα με αυτό το τραγούδι.
Πρόλαβες να δεις τίποτα όσο ήσουν στις Κάννες;
Είδα τη νέα ταινία του Λαρς Φον Τρίερ «The house that Jack built» και ξέρω πως κάποιοι φίλοι μου θα με κράξουν, αλλά το καταδιασκέδασα, γέλασα κατ’ αρχάς πάρα πολύ. Είναι μια πολύ αστεία ταινία, ούτε τη βία της βρήκα υπερβολική. Ούτε φυσικά είχα ενστάσεις με τους γυναικείους χαρακτήρες, αν και κάποιες στην αίθουσα ενοχλήθηκαν. Δεν έχω καμία σχέση με αυτά, σινεμά είναι, στο σινεμά μπορούμε να λέμε και να κάνουμε ό,τι θέλουμε!