Οι κανόνες υπάρχουν για να περιορίζουν και να ελέγχουν εκείνους που δυσκολεύονται να παραμείνουν σε ένα σύστημα. Και η μόδα από την αρχή της ιστορίας της, στα μέσα του 18ου αιώνα, έθεσε μια σειρά συνδυασμών ντυσίματος με σκοπό να ελέγχει την εικόνα του σώματος και την κοινωνική ταυτότητα των πληθυσμών.
Η θεωρία της υψηλής ραπτικής διατήρησε έως τις μέρες μας τους κανόνες της για να διαχωρίσει τους σχεδιαστές σε εξαιρετικά ικανούς δημιουργούς και σε απλούς κατασκευαστές. Η αξία της ομάδας των τεχνιτών που διέθεταν γνώσεις χειροτεχνίας σε ένα κλειστό εργαστήριο ραπτικής, καθώς και η επεξεργασία πολυτελών υλικών και υφασμάτων ήταν οι προϋποθέσεις για να μπει ένας δημιουργός στην ελίτ της μόδας.
Ωστόσο η σύγχρονη κινητικότητα απόψεων γύρω από το ντύσιμο, η εναλλαγή τόπων ενδιαφέροντος για την παραγωγή και άνθηση της μόδας, η έμφαση των θεωρητικών σπουδών πάνω σε νέα πεδία και ιδιαίτερα στις κοινωνικές σπουδές των ζητημάτων φύλου, έστρεψαν τη μόδα μακριά από αυτόν τον κλειστό κύκλο της αριστοτεχνικής δημιουργίας.
Η δουλειά των σχεδιαστών-καλλιτεχνών Τιερί Μιγκλέρ, Ζαν-Πολ Γκοτιέ, Μάρτιν Μαρτζέλα, Αλεξάντερ Μακ Kουίν, Τζον Γκαλιάνο έφερε τους θεατές της μόδας σε κρίση. Τα ρούχα τους διακρίνονταν για την άψογη κατασκευή και ποιότητα των υλικών τους, ακολουθώντας τους οδηγούς του χειροποίητου τρόπου δημιουργίας τους. Ομως έδειχναν ολοφάνερα ότι επεδίωκαν την ανατροπή. Ηδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και πολύ περισσότερο σήμερα, η αποδόμηση των αρχών της ραπτικής προκάλεσε τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα μοντέρνων ρούχων: ραφές πρόβας έγιναν τα παράξενα στολίδια φορεμάτων και παντελονιών, στοιχεία εθνικά ενδυμασιών αποτέλεσαν τα πρωτότυπα μοντέλα ιδιότροπων αξεσουάρ, ενώ η χρήση ευτελών υλικών για ρούχα εξαιρετικών εμφανίσεων κατήργησε την πολυτέλεια από τη μοναδικότητά της να εντυπωσιάζει και να προσκαλεί τον θεατή στην αναζήτηση της φυγής από την πραγματικότητα. Ακόμα και η προσθήκη αντικειμένων-φετίχ στην εικονογραφία της σύγχρονης ενδυματολογικής συμπεριφοράς (λάτεξ εσώρουχα, πλαστικοί ιμάντες, τατουάζ, σκελετοί και κρανία ζώων πάνω σε αξεσουάρ ή ως διακοσμητικά στοιχεία) αύξησε την τάση φυγής από τη θεώρηση της μόδας που πρέσβευαν οι συντηρητικές ομάδες των ειδικών. Και οδήγησε τους νεότερους θεατές προς την κουλτούρα των ομάδων που μέσα σε κλαμπ και στέκια χορού εδώ και χρόνια «ξεκολλάνε» από το δέρμα τους τη μαζικότητα της στατιστικής κατάταξης ανάλογα με το φύλο, την ηλικία, το εισόδημα, την καταγωγή.
Η σύνθεση του queer ύφους ανατρέφεται στη σύγχρονη κοινότητα των σχεδιαστικών ομάδων. Οι ενδείξεις του βγαίνουν στις συλλογές νέων σχεδιαστών όπως οι Eckhaus-Latta με ρούχα που τα σχέδιά τους δεν απευθύνονται στο φύλο αλλά τα επιλεγμένα σύγχρονα υλικά τους υπογραμμίζουν τη γυμνότητα των σωμάτων. Οι δύο σχεδιαστές εξηγούν την έμφαση στο γυμνό σώμα ως νεανικό χαρακτηριστικό των millennials που είναι εξοικειωμένοι στο να δείχνουν τη γύμνια τους στα κοινωνικά μέσα, συστήνοντας όμως εκτός πασαρέλας άλλους τρόπους συνδυαστικής επίστρωσης (layering) των ρούχων τους.
Για τους οραματιστές οι κανόνες δεν έχουν σημασία. Η γλώσσα της queer θεωρίας συντονίζεται μέσα στο πλαίσιο της μόδας, καθώς στοχεύει στη ριζική αποδόμηση και στην αμφισβήτηση των συστημάτων. Οι σχεδιαστές με κάθε νέα συλλογή τους πλησιάζουν κάθε φορά και περισσότερο στην ανατροπή των κανόνων. Ο δρόμος και πάλι ανοίγει για νέα, ενοχλητικά μυαλά που προβάλλουν την ιδέα του τι πρέπει να είναι η μόδα: απεριόριστη.