Ο παραιτηθείς πρόεδρος του ΣτΕ είναι ένας έντιμος δικαστής που τίμησε το λειτούργημά του. Με την ασυνήθιστη και συναισθηματική δήλωσή του αναδεικνύει το σοβαρό πρόβλημα της θεσμικής ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, των διαρροών των διασκέψεων που δημοσιοποιούν αποφάσεις πριν εκδοθούν και το γενικότερο θέμα του κράτους δικαίου.
Η δήλωση αυτή μπορεί να γίνει η απαρχή για μια πλήρη αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και της πλήρους απεξαρτοποίησής της απο την εκάστοτε πολιτική ηγεσία. Ο εναγκαλισμός εκτελεστικής εξουσίας και δικαστικής στοιχειοθετεί μια εν δυνάμει «βόμβα» για το κράτος δικαίου αφού ο δικαστής αδυνατεί να είναι ανεξάρτητος, όταν εξαρτάται η ανέλιξή του στα ανώτατα αξιώματα από τη βούληση της κυβέρνησης. Δεν μπορεί να αποτελεί η ηγεσία της Δικαιοσύνης απόλυτη επιλογή της εκτελεστικής. Αυτό αποτελεί στρέβλωση και νόθευση της συνταγματικής διάκρισης των εξουσιών.
Απο την άλλη πλευρά, ο δικαστής δεν μπορεί να ασκεί πολιτική και να γίνεται υπερασπιστής σε κομμάτι της κοινωνίας. Ο δικαστής προασπίζει το δίκαιο που έχει ψηφίσει η νομοθετική εξουσία και δεν υποκαθιστά τη Βουλή ούτε γίνεται υπερασπιστής κοινωνικών τάξεων ή θέσεων, αλλά οφείλει να υπερασπίζει τα δικαιώματα όλων των πολιτών. Δεν μπορεί να μετατρέπεται ούτε σε Ρομπέν των Δασών ούτε σε επαναστάτη. Ο ρόλος του είναι εγγυητικός και όχι δημιουργικός. Και σ’ αυτό το σημείο διαφωνώ με τη συναισθηματική υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους από τον εξαίρετο πρόεδρο του ΣτΕ.
Ο Βασίλης Χειρδάρης είναι δικηγόρος