Στα τέλη Ιανουαρίου του 2019, η Μονάδα Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) Ηπείρου στο Ελευθεροχώρι Δωδώνης θα βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία και θα διαχειρίζεται 105.000 τόνους σκουπιδιών τον χρόνο, δηλαδή το σύνολο των σύμμεικτων απορριμμάτων της περιοχής. Πρόκειται για ένα έργο πρότυπο, τελευταίας τεχνολογίας, το οποίο θα αποτελείται από τη Μονάδα Μηχανικής Ανακύκλωσης και την εγκατάσταση για τη βιολογική επεξεργασία των οργανικών αποβλήτων. Στην πρώτη θα ανακτώνται ανακυκλώσιμα υλικά (σιδηρούχα υλικά, αλουμίνιο, χαρτί, πλαστικά) και στη δεύτερη –μέσα από κλειστούς αντιδραστήρες –θα παράγεται πράσινη ενέργεια καθώς και προϊόντα κομπόστ.
Το έργο υλοποιείται με Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) μεταξύ της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και της Περιφέρειας Ηπείρου. Εκτελείται μάλιστα με ιδιαίτερα γρήγορους ρυθμούς (η σύμβαση υπογράφηκε τον περασμένο Ιούλιο και ήδη έχει ολοκληρωθεί το 60% της κατασκευής), γεγονός που διαπίστωσαν κατά την επίσκεψή τους, την περασμένη Πέμπτη, στο εργοτάξιο ο υφυπουργός Οικονομίας Στέργιος Πιτσιόρλας και ο ειδικός γραμματέας ΣΔΙΤ Νίκος Μαντζούφας, παρουσία του περιφερειάρχη Αλέκου Καχριμάνη και της αντιπεριφερειάρχου Τατιάνας Καλογιάννη, οι οποίοι μίλησαν για ένα μικρό… θαύμα.
Το συνολικό ύψος της επένδυσης φτάνει τα 52,4 εκατ. ευρώ, τα οποία προέρχονται από πόρους του ΕΣΠΑ (20 εκατ.), ίδια κεφάλαια και τραπεζικό δανεισμό. Μάλιστα, το έργο κρίθηκε από τη Eurostat ως “Off Balance” της γενικής κυβέρνησης, γεγονός που οφείλεται στη σωστή κατανομή κινδύνων των συμβάσεων και στη μεταφορά ρίσκου στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα η χρηματοδοτική συμβολή του Δημοσίου να μην προσμετράται στο χρέος και το έλλειμμα της χώρας.
ΤΑ ΕΣΟΔΑ. Το βασικό έσοδο για την Αειφορική Ηπείρου, εταιρεία μέλος του ομίλου ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, θα είναι το τέλος εισόδου (gate fee). Αυτό έχει οριστεί στα 42,58 ευρώ ανά τόνο (από 0 έως 80.000 τόνους) και σε 29,80 ευρώ (από 80.000 έως τους 105.000 τόνους) με το μεσοσταθμικό κόστος να φτάνει τα 39,54 ευρώ. Είναι αξιοσημείωτο ότι το κόστος μεταφοράς των απορριμμάτων στη μονάδα, όπως και της μεταφοράς των υπολειμμάτων από τη μονάδα στους τρεις ΧΥΤΥ της περιοχής, θα βαραίνει επιπλέον τους δήμους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Περιφέρειας Ηπείρου, το επιπλέον κόστος μεταφοράς μπορεί να φτάσει τα 20 ευρώ.
Πέρα από το τέλος εισόδου, η ΜΕΑ θα έχει έσοδα από την εκμετάλλευση των ανακυκλώσιμων προϊόντων που θα προκύπτουν από την επεξεργασία των απορριμμάτων, τα οποία μπορεί να φτάνουν το 1 με 1,5 εκατ. ευρώ. Αυτά θα ανακτώνται, μέσω ενός αυτοματοποιημένου συστήματος, από τη Μονάδα Μηχανικής Ανακύκλωσης.
Επίσης, κέρδη αναμένονται από την πώληση της πράσινης ενέργειας που θα προκύπτει από τη Μονάδα Βιολογικής Επεξεργασίας, η οποία αποτελείται από δύο κλειστούς αντιδραστήρες, όπου θα καταλήγουν τα οργανικά απόβλητα. Σε αυτούς θα γίνεται η παραγωγή βιαερίου μέσω αναερόβιας επεξεργασίας και στη συνέχεια θα ακολουθεί η αερόβια επεξεργασία του χωνεμένου υλικού για την παραγωγή δύο τύπων κομπόστ. Το κομπόστ τύπου Α θα διατίθεται ως εδαφοβελτιωτικό, δωρεάν σε δήμους και άλλους φορείς για την αποκατάσταση λατομείων, χωματερών κ.λπ. Το κομπόστ υψηλής ποιότητας από τα προδιαλεγμένα οργανικά θα πωλείται.
ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ. Εφόσον, τα έσοδα που θα συγκεντρωθούν είναι πάνω από εκείνα που έχουν προβλεφθεί στο χρηματοοικονομικό μοντέλο (σενάριο βάσης) που έχουν «τρέξει» οι μελετητές, τότε το 50% αυτών θα αποδίδεται στην Περιφέρεια Ηπείρου για την ανάπτυξη περιβαλλοντικών δράσεων. Το συγκεκριμένο σενάριο δεν αποκλείει να υπάρξουν και έσοδα από άλλες πηγές, όπως είναι η διαχείριση αποβλήτων από γειτονικές περιφέρειες ή πλεονάζουσας ποσότητας απορριμμάτων (πέραν των 105.000 τόνων ανά έτος).
Σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία του έργου για τα 25 χρόνια της σύμβασης σύμπραξης, υπάρχει η δέσμευση για επανατοποθέτηση 5,52 εκατ. ευρώ στο έργο, κυρίως για αντικαταστάσεις εξοπλισμού και μηχανημάτων, φθορών σε κτίρια και υποδομές κ.λπ. Μετά την ολοκλήρωση της συμβατικής περιόδου (με δυνατότητα λειτουργίας για επιπλέον πέντε έτη), οι εγκαταστάσεις του έργου θα παραδοθούν στην Περιφέρεια Ηπείρου.
Το έργο αναμένεται να περιορίσει σημαντικά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της διαχείρισης των απορριμμάτων στην Περιφέρεια Ηπείρου.