Στις 7 και 8 Ιουνίου ο Θάνος Μικρούτσικος θα ανέβει στο Θέατρο Βράχων στον Βύρωνα με τεράστια συγκίνηση. Οι δύο συναυλίες με τίτλο «Οσοι περπάτησαν μαζί μου», με πλειάδα τραγουδιστών, θα είναι ένα φλας μπακ στην μεγάλη πορεία του αλλά και μια συγκεφαλαίωση τώρα που ο ίδιος δοκιμάζεται από ένα σοβαρό θέμα υγείας –με σθένος και περηφάνια. Στο ισόγειο του σπιτιού του, στο Μετς, με το πιάνο, τις παρτιτούρες και τις φωτογραφίες από πέντε περίπου δεκαετίες δίσκων, λάιβ, συμπράξεων, συναντηθήκαμε με τον μεγάλο συνθέτη και συμφωνήσαμε να μιλήσει εφ’ όλης της ύλης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καλλιτέχνη με σαφή πολιτική στάση, οργανικός διανοούμενος μιας γενιάς δημιουργών που οριστικοποίησαν το πολιτικό τραγούδι με την πιο ουσιαστική μορφή του, αν και ο ίδιος ξανοίχτηκε σε φόρμες και περιοχές της μουσικής και του τραγουδιού, με επιτυχία. Ο Πουλαντζάς, ο Μητροπάνος, το ΚΚΕ, ο Ρίτσος, η υπουργική του εμπειρία, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο ρεαλισμός, η Ρόζα, όλα ανακατεύονται στον συγκροτημένο και γοητευτικό του λόγο.
Ερχόμουν εδώ, στο Μετς συχνά, αφού έμενε στην οδό Στίλπωνος ο Νίκος Μαμαγκάκης…
Για μένα, το ελληνικό τραγούδι έχει μια περιοχή όπου κάποια έργα σπρώχνουν τα όρια της μουσικής, «Αξιον Εστί», «Ορνιθες» στη δεύτερη μορφή, και ο «Μπολιβάρ» του Μαμαγκάκη. Μπορεί να είναι και δέκα συνολικά έργα που βασίζονται στο τραγούδι, αλλά το οικοδόμημα δεν ανήκει στον τυπικό χώρο του. Αρα είναι μια περιοχή που και είναι στο τραγούδι και βγαίνει έξω. Η «Καντάτα για τη Μακρόνησο» που έπεται αυτών αποτελείται από δεκαπέντε μέρη. Τα εφτά είναι μέρη μουσικής ατονάλ που καταλήγουν ως λύση σε ένα τραγούδι.

Αφορμή που τα λέμε είναι οι δύο συναυλίες σας στον Βύρωνα. Κάθε τραγουδιστής που θα συμμετέχει μοιάζει να κουβαλάει μια εποχή.
Λείπουν δύο πολύ βασικοί: Η Μαρία Δημητριάδη, η σπουδαιότερη δραματική τραγουδίστρια. Τι σημαίνει αυτό; Οταν ταυτοχρόνως η φωνή λειτουργεί και επικά και λυρικά και από μόνη της εκφράζει την δραματική συγκυρία της εποχής. Λείπει ο Μητροπάνος. Λείπουν και άλλοι. Ο Διονύσης, ο Θεοδόσης, ο Σάκης Μπουλάς. Τυπικά θα μπορούσαν να είναι δεκαπέντε αλλά θα έμενε μόνον το συγκινησιακό κομμάτι.
Δηλαδή;
Εντάξει το συγκινησιακό είναι στο κόκκινο και επειδή περνάω μια περιπέτεια υγείας αλλά και γιατί πρώτη φορά επιχειρώ αναδρομή στα τραγούδια μου. Είμαι ευγνώμων, οι ερμηνείες τους ήταν και είναι εξαιρετικές και αυτό βοήθησε το τραγούδι μου αλλά και το κύρος ορισμένων και ο τρόπος που διείσδυσαν στον κόσμο μεγάλωσαν την εμβέλεια του έργου μου. Οταν μου προτάθηκε από τους συνεργάτες μου να κάνουμε συναυλίες, ήμουν επιφυλακτικός.

Γιατί;
Δεν ήθελα εγώ να σηματοδοτήσω το φινάλε. Το μυαλό του άλλου πάει στον επίλογο. Επέμεινε ο Βασίλης (σ.σ. Παπακωνσταντίνου) να πάμε σε μεγαλύτερο χώρο από τον Βύρωνα. Εκεί ήμουν κάθετα αρνητικός αφού έτσι σηματοδοτείται σίγουρα το φινάλε και κάποιοι θα λέγανε πως πάει να το εκμεταλλευθεί. Ηθελα και επαφή με τον κόσμο, να τους βλέπω στα μάτια, έτσι είπα ΟΚ. Πήρα τηλέφωνο ή έστειλα σημείωμα στους τραγουδιστές και ήταν απίστευτα συγκινητικές οι απαντήσεις τους. Με γλύκανε σε αυτή τη φάση. Η συγκίνηση θα είναι στο μάξιμουμ, όμως θα ήθελα και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα να είναι υψηλό και με τραγούδια με ειδικό βάρος.
Οπως;
«Το Κακόηθες Μελάνωμα».

Επειδή παραπέμπει στον αυτόχειρα Νίκο Πουλαντζά;

Πάντα γιατί παραπέμπει σε αυτόν. Με χάραξε όταν το είπα. Το έγραψα πριν από 36 χρόνια. Σχεδόν αυτόματα, το είπα εγώ, και κάπως έτσι θα ξεκινήσει η συναυλία, θα το πω εγώ πάλι.
Γιατί αυτό;
Είναι ένα τραγούδι ταξιδιού χωρίς να ξέρεις τον προορισμό.
Ο Βύρωνας είναι απολογισμός;
Δεν ξέρω πότε θα μου επιβληθεί το φινάλε. Εγώ όμως δεν θέλω να το προσδιορίσω, όχι επειδή φοβάμαι την αναχώρηση. Ετσι θέλω να πορευθώ με τη δυναμική που σου μιλώ. Αν τα πράγματα πάνε καλά, αν προχωρήσω, θέλω τον χειμώνα να κάνω κύκλους τραγουδιών σε συναυλίες ή να γράψω κάτι καινούργιο, θέλω να με δω να προχωράω.

Πριν από αυτό συμμετείχατε με συναυλίες, στα 100 χρόνια του ΚΚΕ πάντως.
Θα ήθελα να μιλήσω γι’ αυτό. Οι τρεις αυτές συναυλίες αποτέλεσαν τις καλύτερες στιγμές της καλλιτεχνικής μου πορείας. Πέραν της τιμητικής πρότασης να διοργανωθούν από το ΚΚΕ τρεις συναυλίες πάνω σε έργα μου σε Πάτρα, Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Αυτές έγιναν σε τρεις χώρους ακατάλληλους για μουσική. Συνέβη όμως το εξής συγκλονιστικό: συνολικά 22 χιλιάδες κόσμου παρακολούθησαν τις παραστάσεις. ΟΚ, η «Καντάτα για τη Μακρόνησο» είναι έργο που το θέμα του είναι οικείο και συγκινησιακό σε αυτό τον κόσμο, η φόρμα του όμως τραγικά δύσκολη. Ε, λοιπόν, ο τρόπος που 11.000 στο Γαλάτσι μετέβαλαν τα ολυμπιακά γυμναστήρια σε μέγαρα μουσικής ήταν συγκλονιστικός. Και το κερασάκι έρχεται από τα 55 λεπτά κειμένου του Κουτσούμπα.
Τι είπε;
Είπε ότι στο έργο που θα ακούσετε υπάρχουν ατονικά μέρη, τα οποία είναι αυτά που έπρεπε, αφού εκφράζουν τη φρίκη αυτών που έζησαν στη Μακρόνησο. Δείτε, είπε, πως σε άλλα πράγματα ο Θάνος ανακαλύπτει τη μουσική έννοια της αποστασιοποίησης. Κατέληξε λέγοντας: μην αναζητάμε εμείς το κατανοητό, το κατανοητό έρχεται πολλές φορές από τους άλλους. Τρελάθηκα. Οταν συνέβησαν αυτά, η ευτυχέστερη στιγμή της ζωής μου, Κυριακή 11 Μαρτίου, ήρθαμε εδώ, τα συζητούσαμε, έκπληκτοι. Την επόμενη μέρα πήγα σε καθρέφτη, λέω από μέσα μου αυτό ήτανε, δεν έχω τίποτε. Δεν το έλεγα για να πάρω θάρρος, την επόμενη μέρα έκανα χημειοθεραπεία. Ερχεται ο γιατρός μου ο κ. Χριστοδούλου, και επειδή πληροφορήθηκε τα συμβάντα, από τη γυναίκα μου, μου είπε: Αυτή η ψυχική ανάταση, ως ορθολογιστής στο λέω, είναι έως και θεραπευτική. Αρχικά με εξέπληξε η ιστορία με το ΚΚΕ, πήγα πίσω πέντε χρόνια, είδα ότι όντως σε αυτόν τον χώρο υπάρχει μια εκπαίδευση στον κόσμο.
Πώς;
Με τα πέντε συνέδρια που έκανε το Κόμμα πάνω σε ποιητές (Ρίτσο, Βάρναλη, Χικμέτ, Μαγιακόφσκι, Μπρεχτ), τις συναυλίες στο Μέγαρο.
Στην πολιτική σας διαδρομή πάντως μοιάζετε να παίζετε έναν κλεφτοπόλεμο με το ΚΚΕ.
Εγινα μέλος του, διαγράφτηκα το 1984. Δεν είχα διαφωνήσει πολιτικά, είχα όμως διαφωνήσει αισθητικά. Από το ’84 και σήμερα δεν υπάρχει δήλωση ασέβειας σε αυτόν τον κόσμο. Πάντα σεβόμουν τους αγώνες του ΚΚΕ, τις μεγάλες θυσίες των ανθρώπων του, το λέω αυτό επειδή μετά κάποιοι κάνανε αυτόν τον κλεφτοπόλεμο άτσαλα· η βασική μου διαφωνία ήταν το ’89 με την περίφημη κάθαρση. Και είπα και αργότερα στην Αλέκα ότι μπορεί να υπάρξει συμμαχία με τον ταξικό σου αντίπαλο, όχι ιδεολογική.
Τελικά είστε με το εφικτό ή με την ουτοπία;
Είχα πάντα ένα θέμα με το εφικτό. Μια φίλη μου το έχει πει ωραία: Ρε παιδιά, αν χαλάσουν τα υδραυλικά στο σπίτι φέρνουμε τον υδραυλικό, δεν το κατεδαφίζουμε. Ομως (και) με τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, κοίτα τι έχει αποδειχθεί: όσοι προσπάθησαν να πάρουν τον ρόλο του υδραυλικού αλλοτριώθηκαν από το σύστημα. Το ΠΑΣΟΚ κατέληξε νεοφιλελεύθερο, ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη από το 2014 είχε αντικαταστήσει το «σχίζω τα Μνημόνια» με το «διαπραγματεύομαι». Κι έγινε καθαρόαιμο μνημονιακό κόμμα –δεν λέω πως όσοι είναι μέλη ή βουλευτές ότι δεν έχουν σχέση με την Αριστερά.

Αρα;
Μήπως μια καθαρή σχέση που λέει στον κόσμο συνέχεια αυτό πρέπει να αλλάξει, αλλιώς θα γυρίσει ανάποδα, είναι η σωστή θέση και όχι το κυνήγι του εφικτού; Η ζωή μας είναι 4.160 Σαββατοκύριακα: 52 επί 80 έτη που είναι ο μέσος όρος ζωής. Τι να αλλάξεις σε αυτά; 6-7 γενιές έπρεπε να περάσουν στην ΕΣΣΔ για να ξεφύγουμε από αυτό που λέει το παιδάκι: «Μην πειράζεις το παιχνίδι, αυτό είναι δικό μου». Εγώ πιστεύω στην ουτοπία. Τα πράγματα θα αλλάξουν, αν δεν ανατιναχτεί ο πλανήτης.
Οταν ήσασταν υπουργός, ήσασταν μάταιος υδραυλικός λοιπόν!
Ηταν η περίοδος του εφικτού, εγώ δεν πήγα ως ΠΑΣΟΚ. Πήγα ως επιλογή του Ανδρέα. Είχαν προηγηθεί οκτώ χρόνια πολιτιστικής διαχείρισης. Το Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας και η συμβολή μου πλάι στον Λαμπράκη στο Μέγαρο. Είχα τότε αντιληφθεί ότι η βαριά βιομηχανία σε αυτόν τον τόπο ήταν ο πολιτισμός και η τέχνη. Ο αρχαίος, ο βυζαντινός, ο νεότερος, ήταν δυνατόν να συνδεθεί με την ανάπτυξη. Πάτρα, Δελφοί, Επίδαυρος, Ολυμπία.
Ο επισκέπτης θα μπορούσε να σταματήσει να δει όλα αυτά τα μέρη. Με ένα συνέδριο που είχαμε κάνει με οικονομολόγους είχαμε βρει πως την επόμενη εικοσαετία το ΑΕΠ Ηλείας και Αχαΐας θα είχε αυξηθεί κατά 6%. Γι’ αυτό δέχθηκα.
Πώς είναι τα πράγματα σήμερα στην κεντρική πολιτιστική διαχείριση; Εχουμε και νέα ιδρύματα.
Ο Νιάρχος στεγάζει τη Λυρική και την Εθνική Βιβλιοθήκη. Εδώ υπάρχει ο έμπειρος Νίκος Μανωλόπουλος. Υπάρχει όμως όρος που δυσκολεύει τον Νίκο να κάνει ένα άλλου τύπου πρόγραμμα: οι δωρεάν συναυλίες. Δεν μπορείς να κάνεις ένα πρόγραμμα με πολλές διαστάσεις. Θετική όμως η ύπαρξη του Κέντρου Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος. Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έχει ενδιαφέρον. Εχω την εντύπωση όμως πως είναι λίγο αποκομμένη από την ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Είναι πιο αμερικάνικη. Εχουν όμως βρει στέγη ομάδες χορού. Μουσικά δεν είδα κάτι τρομερό. Εγώ θα πίστευα ότι με παρέμβαση του υπουργείου Πολιτισμού, το Νιάρχος, η Στέγη και το Μέγαρο θα μπορούσαν να κάτσουν στο τραπέζι και να κάνουν καταμερισμό.
Πάμε λίγο στο τραγούδι. Σήμερα ποιο είναι το κύριο χαρακτηριστικό του;
Η κρίση που είναι υπεύθυνη για τα πάντα για το μόνο που δεν είναι υπεύθυνη είναι η κατάρρευση της δισκογραφίας. Οσοι βάζουν ως αιτία την ανάπτυξη της τεχνολογίας, σφάλλουν. Ο πρώτος λόγος είναι η μετακίνηση ενδιαφέροντος του τάργκετ γκρουπ, που ήταν οι ηλικίες 16 – 35, στο Διαδίκτυο.
Δηλαδή;
Ενα παράδειγμα. Εβγαλα τον «Σταυρό του Νότου» το 1979. Μια μέρα είχα ραντεβού με έναν φίλο σε ένα μπαρ. Στα τρία μέτρα ήταν δύο παιδιά 22 ετών. Τους ακούω: «Ρε συ, ο Μικρούτσικος έβγαλε νέο δίσκο. Φέρ’ τον δίσκο το Σάββατο σπίτι να φωνάξω παρέα να τον ακούσουμε και να το συζητήσουμε». Ο ελεύθερος χρόνος τους ήταν αυτός.
Σήμερα;
Ακουστικά, Facebook, Instagram. Τρίτος λόγος: το 1996 οι εταιρείες δίσκων άρχισαν να πουλάνε πρίμιουμ όλο το ρεπερτόριο, έθισαν τον κόσμο στο ένα ευρώ. Και άρα, οι νεότεροι καλλιτέχνες δεν έχουν στήριγμα από κει που εμείς παίρναμε αμπάριζα.
Η άλλη όχθη έβγαλε όμως τον Παντελίδη…
Κάθε κανόνας έχει εξαιρέσεις. Βγήκε ένα παιδί που έπαιζε για κάποιο λόγο, είχε εκατομμύρια χτυπήματα, τον ήθελε η σκηνή, έκανε την πορεία του, δυστυχώς μικρή. Και ο Χαρούλης στην ένταση που υπάρχει είναι εξαίρεση. Περίεργο γιατί στηρίζεται στο κρητικό τραγούδι. Πρέπει όμως να δημιουργήσει και δικό του ρεπερτόριο, του το είπα. Κάθε νέα γενιά θέλει αυτόν που θα ανακαλύψει η ίδια!

Το ξάφνιασμα του Ρίτσου και η φωνή του Μητροπάνου
Ηταν ο Ρίτσος ο μεγάλος σας δάσκαλος;
Απόλυτα. Παρ’ ότι συνεργάστηκα με σπουδαία πρόσωπα της μουσικής. Μίλησα πολλές φορές με τον Ροστροπόβιτς, τον Χατζιδάκι, τον Μίκη. Ο Ρίτσος ήταν ο μεγάλος μου δάσκαλος. Οταν είσαι 22 ετών και τον βλέπεις συχνά, παίρνεις από τις χειρονομίες του, από τις σιωπές του, τις κουβέντες του…
Ποια κουβέντα του κρατάτε:
Μέσα στη δικτατορία, μου λέει: Ακου, το θέμα δεν κάνει το έργο. Ολα τα θέματα είναι επτά, αυτά δουλεύουμε όλα τα χρόνια. Το έργο το κάνει η φόρμα που είναι συνδεδεμένη με το περιεχόμενο.

Πώς ένα νέο παιδί γνωρίζει τον Ρίτσο;
Πήγα στο σπίτι του στα Κάτω Πατήσια. Μελοποιούσα από το ’60 Ρίτσο. Ζήτησα το τηλέφωνό του από τις εκδόσεις Κέδρος. Ανοιξε ο ίδιος, μου έψησε τούρκικο καφέ. Του έδειξα τις παρτιτούρες. Εδειξε να ενθουσιάζεται. Μου έδειξε με περηφάνια μια σελίδα που του είχε στείλει ο Γιάννης Χρήστου, μουσική σε κείμενό του, επειδή ο Ρίτσος ήξερε ότι ίσως αδίκησε τον εαυτό του λέγοντας μια σειρά επικαιρικά πράγματα.
Εκεί μέσα υπάρχουν και εξπρεσιονιστικά και σουρεαλιστικά στοιχεία, όπως το «Φεγγάρι», αυτά τα έργα έχρηζαν μεταχείρισης άλλου τύπου στη μουσική. Δεν θα ξεχάσω, όταν έκανα την «Καντάτα» το ’75, του πήγα τα κομμάτια σε μαγνητοταινία. Οκτώ παρά το επόμενο πρωί χτυπάει το τηλέφωνο, το σηκώνω, ήταν ο Ρίτσος: «Δεν μπορούσα να κοιμηθώ», μου είπε, «τι αριστούργημα είναι αυτό». Ημουν πολύ τυχερός.
Εχετε πει πως ο Μάριος Τόκας ήταν η απαραίτητη γέφυρα για τον Μητροπάνο να περάσει από το λαϊκό στον δίσκο σας «Στου αιώνα την παράγκα» και στη «Ρόζα»...
Επιμένω πως ο πολύ σημαντικός Τόκας ήταν αναγκαία περίπτωση να περάσουμε στον δίσκο αυτό. Το ρεπερτόριο του ’70 του Μητροπάνου, δεν λέω για Μούτση ή καλά λαϊκά με Ζαμπέτα, είχε πολλά κοινότοπα πράγματα. Αυτό το ρεπερτόριο δεν μου άρεσε. Υπήρχαν στιγμές όμως που με ανατρίχιαζε η φωνή του Μητροπάνου. Οταν δουλέψαμε, αμέσως κατάλαβα. Η χώρα αυτή που ζούμε έχει δύο χαρακτηριστικά: ξερό τοπίο που κρύβει μια δύναμη αιώνων και κάτι αμετακίνητο. Και τη θάλασσα. Η πιο χαρακτηριστική φωνή που σε ταξιδεύει σε αυτά είναι του Μητροπάνου.
Τι σας λείπει;
Μου λείπει η απόλυτη ειλικρίνεια που προέκυπτε συχνά από τη σιωπή του. Είχε επιλέξει να έχει αυτή την ουσιαστική σοβαρότητα. Μου λείπει το χέρι του όταν έσφιγγε το δικό μου.