Ποτέ στην ιστορία, από τότε που υπάρχει αυτό το είδος επιστήμης ή οργάνωσης των γνώσεων, δεν αναφέρεται παράδειγμα ενότητας ενός ολόκληρου έθνους. Αρχοντες και σκλάβοι, γαιοκτήμονες και χωρικοί, πολύ αργότερα εργάτες και κεφαλαιούχοι είχαν διαφορετικά συμφέροντα και μάχονταν λυσσαλέα για αυτά. Σε σπάνιες στιγμές, συνήθως η άρχουσα ομάδα κατάφερνε, με τη βοήθεια της εθνικιστικής ιδεολογίας ή του θρησκεύματος, να οργανώσει μια εθνική συσπείρωση με βάση τα κοινά χαρακτηριστικά και την ιδεολογία που προέκυπτε από αυτά. Στην πιο προηγμένη μορφή πολιτικοποιημένης κοινωνίας, στην αρχαία ελληνική δημοκρατία, ολιγαρχικοί και δημοκράτες εξέφραζαν διαφορετική αντίληψη για την οργάνωση της πολιτείας με φιλοσοφικές και άλλες προεκτάσεις.
Πόσο χαζοί, αναλφάβητοι και άσχετοι ή πόσο απατεώνες μπορεί να είναι αυτοί που πουλάνε σαν ανδρείκελα την κενή τους κεφαλή επαναλαμβάνοντας βλακωδώς «εθνική ενότητα, εθνική ενότητα». Εθνική ενότητα δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ. Δεν είναι υγιές να λειτουργεί μια κοινωνία με βάση τέτοιες ιδέες και αντιλήψεις. Το πρόβλημα είναι πως, σε στιγμές έσχατης ανάγκης, υποβαθμίζονται διάφορες διαιρέσεις και διαφωνίες που έχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα και επικρατεί το ανώτερο συμφέρον της διατήρησης της εθνικής κοινότητας με οποιοδήποτε κόστος και οποιεσδήποτε θυσίες σε συλλογικό και προσωπικό επίπεδο.
Το παράδειγμα μιας τέτοιας πορείας αποκλιμάκωσης των εσωτερικών σε μια εθνική κοινότητα διαφωνιών και συγκρούσεων μπορεί και πρέπει να το δίνει, κάθε φορά, αυτός που έχει την εξουσία. Δεν γίνεται αλλιώς. Οι μικροί, πτωχοί και περιθωριακοί έχουν ασφαλώς κάτι να χάσουν στις σημερινές μεταβιομηχανικές κοινωνίες. Κάτι παραπάνω από «τα δεσμά τους», εν πάση περιπτώσει. Ομως, κυρίως θυσίες οφείλουν να κάνουν αυτοί που έχουν τα περισσότερα. Και αυτοί είναι οι άρχοντες.
Πριν από πολλά χρόνια βρεθήκαμε στην οδό Μητροπόλεως, στο γραφείο του υπουργού Παιδείας της καραμανλικής κυβέρνησης, αείμνηστου Γρηγόρη Κασιμάτη, μια αντιπροσωπεία συνδικαλιστών φοιτητών που ανήκαν ή ακουμπούσαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο παράνομο τότε ΚΚΕ. Σκοπός μας ήταν να διαμαρτυρηθούμε για τη βία που είχαν χρησιμοποιήσει εναντίον μας οι αστυνομικοί σε μια διαδήλωση που είχε γίνει μόλις την προηγούμενη μέρα. Μαζί μας ήταν ο Ηλίας Ηλιού, τότε βουλευτής Λέσβου της ΕΔΑ. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης προσήλθε και ο μετέπειτα πρόεδρος της Δημοκρατίας, τότε υπουργός Προεδρίας της κυβέρνησης, ακαδημαϊκός και φιλόσοφος, Κωνσταντίνος Τσάτσος.
Οι δύο υπουργοί ήταν ευγενέστατοι. Σημείωναν με προσοχή τα όσα λέγαμε, μας είχαν βάλει να καθίσουμε και μόνο στο τέλος, όταν είχαμε σηκωθεί να φύγουμε, ο Κ. Τσάτσος στράφηκε προς τον Η. Ηλιού και του είπε: «Ηλία, κάτσε να σου πω κάτι, τώρα που θα φύγουν τα παιδιά». Περιμέναμε τον Ηλιού στο πεζοδρόμιο, μπροστά από το υπουργείο, και καταφύγαμε στου Ορφανίδη, φημισμένο ουζάδικο εκείνης της εποχής όπου παρασύρθηκε ο Ηλίας χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους μας. Ο μακαρίτης έρεπε προς την ουζοποσία. Εκεί, βεβαίως, αργά ή γρήγορα, τον ρωτήσαμε τι διαμείφθηκε μεταξύ αυτού και του Κ. Τσάτσου κατά την απουσία μας. Αφού μας όρκισε να μην πούμε τίποτα σε κανέναν –εγώ μιλάω πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του δάσκαλού μας Ηλία Ηλιού και του Τσάτσου –μας μετέφερε τι ο Τσάτσος είχε πει: «Ηλία, χάσατε τον πρώτο και τον δεύτερο γύρο. Αν αποπειραθείτε τρίτο γύρο, θα είσαστε τρελοί. Ομως ηγεμονεύετε ιδεολογικά. Αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε. Είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Εχετε κερδίσει τη φοιτητιώσα νεολαία. Θα σας τσακίσουμε στο ξύλο. Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς». Και τότε είπε ο θυμόσοφος Ηλιού αυτό που κατά κόρον παραποίησαν και χρησιμοποίησαν κατά βούληση λογιών λογιών παραποιητές της ιστορίας: «Τότε και εμείς θα σας τσακίσουμε στη νομιμότητα».
Ανοιξε μεγάλη συζήτηση τότε στου Ορφανίδη. Αλλοι από εμάς συμφωνούσαν, άλλοι διαφωνούσαν με τον σοφό Ηλιού. Πέρασε μισός αιώνας, όμως το μάθημα εκείνης της συζήτησης δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Ακούω πολλούς που μιλούν στην εποχή μας για Κεντροαριστερά. Ανάμεσά τους είναι πολλά τα σκουλήκια του αρπαχτικού ΠΑΣΟΚ. Οσοι δεν πρόλαβαν να αρπάξουν αρκετά είτε ο στόχος τους ήταν η πιο ωμή έκφραση της νομής της εξουσίας, δηλαδή ο χρηματισμός, είτε σκόπευαν απλώς να αποκτήσουν αξιώματα και μετά να τα ανταλλάξουν με υλικές απολαβές. Οι πονηρότεροι είναι υπουργοί του Τσίπρα. Οι πιο δυσκίνητοι και ηλιθιωδέστεροι έγιναν απλώς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Διάφοροι περιμένουν τη μεγάλη προοδευτική ενότητα, δηλαδή τη μετεκλογική συνεργασία Κινήματος Αλλαγής και ΣΥΡΙΖΑ για να επιτύχουν το ένα ή το άλλο ή και τα δύο. Σε όλους αυτούς δεν αξίζει απάντηση. Οδήγησαν το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ) στη σημερινή του κατάντια και θέλουν απλώς να καπηλευτούν τους όσους τίτλους διαθέτουν για την προσωπική τους στρατηγική.
Ποια πρόοδος όμως; Ποια Αριστερά; Ποια προοδευτική συσπείρωση με τους υβριστές και τους εχθρούς του λαού; Θα απαντήσουμε στο επόμενο κείμενό μας.