Βρέθηκε επιτέλους η νέα επαναστατική μέθοδος που θεραπεύει πάσαν νόσον γενικώς και τον καρκίνο ειδικότερα. Είναι θαυματουργή, είναι δωρεάν, είναι ανώδυνη, είναι ταχύτατη: πας, προσκυνάς, θεραπεύεσαι. Σεμνά, ταπεινά και νοικοκυρεμένα. Ούτε ντιμπέιτ για το CERN, ούτε πειραματικές μέθοδοι, ούτε εξωφρενικά κονδύλια. Ασε που δεν χρειάζεται να ταλαιπωρείσαι στο αντικαρκινικό του Αγίου Σάββα. Οι Αγιοι Ισίδωροι τον νικάνε τον Αγιο Σάββα –ίσως γιατί είναι περισσότεροι.
Στο λόφο του Λυκαβηττού στο γραφικό εκκλησάκι των Αγίων Ισιδώρων ο υπερρεαλισμός κατατροπώνει όλα τα υπόλοιπα καλλιτεχνικά ρεύματα. Γιατί εδώ υπάρχει ο σταυρός ο θαυματουργός. Ο σταυρός που θεραπεύει τα πάντα εκτός από τη θρησκοληψία. Ουρές, σου λέει, απέξω. Με τις ώρες περιμένουν να προσκυνήσουν για να γίνουν καλά. Και γίνονται. Εξού και θαυματουργός. Ο σταυρός πάντα.
Αλλά δεν είναι μόνον ο σταυρός, είναι και το χέρι που το κρατά. Στον π. Δημήτριο που λειτουργεί εκεί ο Θεός έδωσε, μαθαίνουμε, ορισμένα ιδιαίτερα χαρίσματα, οπότε λειτουργεί συνδυαστικά όλο αυτό. Στην ιστοσελίδα Βήμα της Ορθοδοξίας υπάρχει μαρτυρία ασθενούς με τίτλο «Ο Θαυματουργός Σταυρός μου θεράπευσε το ανεύρυσμα στο κεφάλι». Αφού είχε γυρίσει όλα τα νοσοκομεία, ο π. Δημήτριος του/ης είπε να βάλει κάτω από το μαξιλάρι λάδι από το ευχέλαιο της Μ. Τετάρτης. Ο/η ασθενής, μόλις το έκανε, έγινε καλά.
Σε άλλα νέα, θαυματουργό αίμα τρέχει από δέντρο στη Λάρισα. Μια φορά το χρόνο γίνεται αυτό και ο ιερέας το τραβάει με σωληνάκι και το δίνει στους πιστούς να θεραπευτούν. Το αίμα πάντα. Το οποίο αναβλύζει την ημερομηνία που τιμάται η μνήμη του Αγίου Νικόλαου του Νέου. Και συρρέουν οι άνθρωποι για μια θεραπεία – εξπρές.
Δέντρα που ματώνουν, σταυροί που γιατρεύουν, κάρες, άμφια, αγιασμένα νερά, ευλογημένες παντόφλες. Η επίσημη Εκκλησία αντί να προστατέψει –όπως είναι χρέος, καθήκον κι αποστολή της –τους πιστούς, επιβραβεύει τους τσαρλατανισμούς. Ή τους επικυρώνει με τη σιωπή της αντί να βγει να καταδικάσει τέτοιες αθλιότητες. Γιατί αθλιότητα είναι να μοιράζεις ψεύτικες ελπίδες σε άρρωστους, πονεμένους, βασανισμένους ανθρώπους που συχνά βρίσκονται στο κατώφλι του θανάτου. Οσο για το ουσιαστικό αθλιότητα, η λέξη δεν είναι βαριά. Η πράξη είναι. Και την πράξη οφείλει να καταδικάσει η επίσημη Εκκλησία. Ανοιχτά, καθαρά και ξάστερα. Να καταγγείλει παρόμοια φαινόμενα. Οπως καταγγέλλει άλλ’ αντ’ άλλα για τα οποία δεν της πέφτει και λόγος: Πώς θα λειτουργούν τα σχολειά μας. Τι θα διδάσκονται τα παιδιά μας. Ποιος ζευγαρώνει με ποιον. Ποιον ομοφυλόφιλο να στραγγαλίσουμε, ποιον αριστερό να λιθοβολήσουμε, ποιο φασιστόμουτρο να αποθεώσουμε –για αυτά τα θέματα άλλωστε παίρνουμε ντιρεκτίβα από τον Αμβρόσιο Καλαβρύτων, τον ινστρούχτορα της καρδιάς μας. Που τον αθωώσανε κιόλας.
Λαλίστατη η Εκκλησία, μάς υποδεικνύει τι γράμματα θα μάθουμε, τι ρούχα θα φορέσουμε, ποιον θα αγαπήσουμε, με ποιον θα μοιραστούμε το κρεβάτι μας και τη ζωή μας, τι τρώμε, τι πίνουμε, τι αναπνέουμε, πώς να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, πώς να ζήσουμε και πώς να πεθάνουμε: έμφαση στο τελευταίο –είδαμε τα χαΐρια τους με την καύση νεκρών. Αλλά δεν φταίνε αυτοί, φταίνε οι πολιτικοί που τους αντιμετωπίζουν ως συν-κυβερνήτες για να μη χάσουνε τα ψηφαλάκια των πιστών.
Η Εκκλησία του Χριστού (πρέπει να) είναι αγάπη, προσφορά, κατανόηση του διαφορετικού (πρέπει να), είναι μια αγκαλιά για όλους ανεξάρτητα από φυλή, φύλο, εθνότητα ή εθνικότητα, θρήσκευμα ή αθεΐα. Πρέπει να βοηθάει, να συντρέχει, να ακούει, να κατανοεί. Η Εκκλησία του Χριστού (πρέπει να) είναι φως. Ενα φως που αντιμάχεται το σκοτάδι. Και τον σκοταδισμό.
ΥΓ: Στα θαύματα λέμε πως «η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά». Ισως τα σηκώνει ψηλά για να μην την πυροβολήσει η θρησκοληψία. Που δεν έχει σχέση με τη θρησκεία.