Σύγχυση ή πρόκληση; Αυτό το ερώτημα έχω τις τελευταίες μέρες βλέποντας τις κινήσεις της κυβέρνησης σε μια τόσο κρίσιμη καμπή για την Ελλάδα. Και όσο πλησιάζει η έξοδος της χώρας μας από το πρόγραμμα, στις 20 Αυγούστου, τόσο η στρατηγική της μου φαίνεται ολοένα και περισσότερο μπερδεμένη.
Και μου γεννάται η υποψία ότι τελικά μπορεί και να γίνονται δύο παράλληλες διαπραγματεύσεις:
Από τη μια, αυτή του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Ο υπουργός εμφανίζεται άνετος στις συναντήσεις του με τους δανειστές, έχει μια τάση τελευταία να μιλάει στον ξένο Τύπο, είτε γράφοντας στους «Financial Times» είτε απαντώντας σε ερωτήσεις της «FAZ», σαν να θέλει να κατοχυρωθεί ενόψει αυτών που έρχονται. Κάθε φορά, εξηγεί την κατάσταση όπως έχει: ότι δηλαδή τελειώνουν τα Μνημόνια μεν, αλλά περίπου σαν συμβολική κίνηση, καθώς η επιτήρηση παραμένει, διότι δεν έχουν γίνει όλα τα προαπαιτούμενα, διότι δεν μας έχουν εμπιστοσύνη και σίγουρα διότι δεν θα τελειώσει σύντομα η αναδιάρθρωση του χρέους μας. Και κατηγορηματικά τις τελευταίες μέρες ξεκαθαρίζει ότι μπορεί από διάφορες «πλευρές» να διαρρέει ότι από τον Σεπτέμβριο θα ανακοινωθούν φιλολαϊκά μέτρα, όπως η μη εφαρμογή των μειώσεων στις συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου, όμως αυτά δεν ισχύουν.
Από την άλλη, έχουμε τη διαπραγμάτευση όπως την εννοεί ο Πρωθυπουργός. Οι έχοντες γνώση επιβεβαιώνουν ότι θεωρεί πως με το μαξιλάρι των 20 δισ. η χώρα μπορεί να επιβιώσει χωρίς πρόβλημα για τουλάχιστον έναν χρόνο, κάνοντας τις «προβλεπόμενες» προεκλογικές παροχές κι επενδύοντας πολλά –πάλι –σε μία πολιτική λύση, πιέζοντας τη Γαλλία και τη Γερμανία, και βάζοντας ίσως και το Σκοπιανό μαζί με το χρέος στις διαπραγματεύσεις.
Το συμπέρασμα; Ο Πρωθυπουργός ετοιμάζεται να παίξει ξανά, αν χρειαστεί, πόκα με το μέλλον της χώρας. Σ’ αυτή τη φάση ασχολείται με τη δημιουργία του ηγετικού ευρωπαϊκού προφίλ που θέλει να φιλοτεχνήσει, μάλλον αδόκιμα, αν κρίνει κανείς και από τα κακοφτιαγμένα βιντεοκλίπ που δίνει στη δημοσιότητα. Ωστόσο εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με πρόβλημα αισθητικής. Τα κρίσιμα προβλήματα είναι άλλα και είναι τα δομικά. Η χώρα δεν έχει καταφέρει να προσελκύσει επενδύσεις, νέες δουλειές δεν δημιουργούνται και το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων μειώνεται.
Οι προκλήσεις (και) αυτής της κυβέρνησης ήταν και παραμένουν μεγάλες. Ισως το Μαξίμου να τις είχε κατανοήσει καλύτερα αν φρόντιζε να έρχεται τακτικότερα σε επαφή με τα υπουργεία και κυρίως με αυτό των Οικονομικών. Ακόμα και τώρα, έχει χρόνο, αν βάλει το εθνικό καθήκον πάνω από το πώς θα πάει το κυβερνών κόμμα προς τις επόμενες κάλπες, όποτε κι αν αυτές στηθούν.