Πέντε λεπτά. Δεκαεπτά χρόνια αφοσίωσης, απόδοσης στο υψηλότερο επίπεδο, τίτλοι, ανταμείφθηκαν με πέντε λεπτά χειροκρότημα. Ο Τζιανλουίτζι Μπουφόν βρίσκεται από το Σάββατο στα μουσειακά εκθέματα της Γιουβέντους.
Κάποια στιγμή στο μέλλον θα τοποθετηθούν τα γάντια του, η φανέλα του, αυτή με τα κοντά μανίκια που την έκανε μόδα.
Τα δεκαεπτά χρόνια δεν ανήκαν όμως μόνο στον Μπουφόν. Ανήκαν σε όλους μας.
Μέσα από τις καριέρες των μεγάλων άσων που σημαδεύουν χρονικές περιόδους, αντιλαμβανόμαστε κι όλοι εμείς, φίλαθλοι, δημοσιογράφοι, όλος ο κόσμος το βάρος των χρόνων αλλά και την εξέλιξη.
Το 1991, όταν ξεκίνησε η αρχή του τέλους του Ντιέγκο Μαραντόνα με τη σύλληψή του για κατοχή κοκαΐνης, περιμέναμε στην εφημερίδα με τις ώρες να «πέσουν» οι φωτογραφίες στο μηχάνημα που έμοιαζε με μεγάλο εκτυπωτή.
Τα τέλεξ ήταν ένα βουνό χαρτί μέσα στο οποίο έψαχνες να βρεις τη δήλωση του ιταλού εισαγγελέα και του μάνατζερ του Ντιεγκίτο.
Αργότερα ήρθε το Ιντερνετ. Στην αρχή δεν αντιληφθήκαμε το απέραντο των δυνατοτήτων του.
Ο όγκος των δεδομένων μεγάλωνε και συνάμα διόγκωνε τους μύθους του ποδοσφαίρου.
Συνειδητοποιούσαμε πως τα αρχεία που φυλούσαμε ως κόρην οφθαλμού στα ντοσιέ με τα «αφτιά», αποκόμματα από κιτρινισμένες εφημερίδες, παλιές φωτογραφίες, ιστορικές αναδρομές, έπιαναν πια χώρο.
Βρίσκαμε τον Ροναλντίνιο, τον Ζιντάν, τον Ρονάλντο με το πάτημα ενός κουμπιού.
Ακολούθησαν τα social media. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Μέσι, ο Νεϊμάρ είναι παιδιά του Instagram, του Facebook, του Twitter, του Snapchat και όλων των κοινωνικών δικτύων.
Και όταν θα έρθει και γι’ αυτούς το πεντάλεπτο χειροκρότημα του αποχαιρετισμού, οι επίγονοί τους ίσως να διακτινίζονται ή να δίνουν φιλικά στο φεγγάρι.
Κι εμείς που συμμετέχουμε σ’ αυτή την εξέλιξη, σ’ αυτή την τρελή πορεία μέσα στον χρόνο, βλέπουμε τα μαλλιά μας να ασπρίζουν, τους ώμους να γέρνουν και τα κουράγια να στερεύουν. Και αυτό που μένει είναι ένα κατακάθι αναμνήσεων…