Στις 25 Ιουλίου 1903 η καταχώριση στο ημερολόγιο του Ιωνος Δραγούμη απευθυνόμενος στον πατέρα του Στέφανο είναι σαφής: «Αγαπητέ μπαμπά, Εχομεν Σλαυϊκήν επανάστασιν εν Μακεδονία». Η «αμφισημία του Γένους» που επήλθε από τη διάσπαση της ορθόδοξης κοινότητας στην περιοχή των Βαλκανίων σε συνδυασμό με την έκρηξη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων δοκιμάστηκε στη Μακεδονία ίσως όσο σε καμία άλλη περιοχή της οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, αφού η συνύπαρξη εκεί διαφορετικών εθνικοτήτων –με περιεχόμενο σίγουρα διαφορετικό από αυτό που αντιλαμβανόμαστε σήμερα –οδήγησε σε πολλές και διαφορετικές φάσεις εθνεγερσίας.
Η σλαβική φάση στιγματίστηκε από την εξέγερση του Ιλιντεν, η οποία ξέσπασε στη Μακεδονία στις 20 Ιουλίου 1903 (με το παλαιό ημερολόγιο), ημέρα εορτής του προφήτη Ηλία.
Το Ιλιντεν προετοιμάστηκε μεθοδικά από την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) η οποία δρούσε στον χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήδη από το 1893. Η πατρότητά της, καθώς και εκείνη των ηγετικών στελεχών της, διεκδικείται τόσο από τη Βουλγαρία όσο και από την ΠΓΔΜ. Την απόφαση την είχε λάβει η οργάνωση σε συνέδριό της στη Θεσσαλονίκη την ίδια χρονιά. Ηγετικά στελέχη της ΕΜΕΟ, όπως ο Γκότσε Ντέλτσεφ, διαφώνησαν με την κήρυξη της εξέγερσης θεωρώντας την πρόωρη, βουλγαρικές όμως υποσχέσεις για στρατιωτική της συνδρομή έγειραν την πλάστιγγα υπέρ της.
Η εξέγερση ξεκίνησε από την πόλη Κρούσοβο της Μακεδονίας, που σήμερα βρίσκεται στην ΠΓΔΜ, εναντίον των Οθωμανών από ένοπλα αντάρτικα τμήματα. Η κατάληψη της πόλης διήρκεσε δέκα μέρες, μέχρι τις 12 Αυγούστου, ανακηρύσσοντας τηΔημοκρατία του Κρουσόβουυπό την προεδρία του δασκάλου Νικόλα Κάρεβ.
Πατριαρχικοί και Τούρκοι
Χίλιοι διακόσιοι άνδρες συγκεντρώθηκαν στο δυτικό τμήμα της Μακεδονίας. Το σύνθημα της εξέγερσης δόθηκε από το Σμίλεβο και μεταδόθηκε με φωτιές στη Δίβρη, την Αχρίδα, την Καστοριά και την Κλεισούρα. Σε κάποιες περιπτώσεις έκαιγαν σπίτια πατριαρχικών ή σκότωναν Τούρκους. Το σχέδιο προέβλεπε να ανάψουν φωτιές στις μεγαλύτερες πόλεις, να καταστραφούν γέφυρες, σιδηροδρομικές και τηλεγραφικές γραμμές και να πληγούν απομονωμένες φρουρές και τα σπίτια τούρκων αξιωματούχων. Ετσι χτυπήθηκαν μικρές φρουρές σε χωριά και όχι οι μεγάλες πόλεις (Φλώρινα, Καστοριά, Αμύνταιο, Μοναστήρι).

Οι Τούρκοι ήταν πολύ διστακτικοί στο να στείλουν στην περιοχή μεγάλες δυνάμεις, φοβούμενοι πιθανή βουλγαρική επέμβαση στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Ετσι συγκρότησαν στρατιωτικές μονάδες από εφέδρους και ατάκτους. Στο Κρούσοβο έγινε εισβολή τέτοιων σωμάτων οι οποίοι κατέστρεψαν 366 σπίτια και 203 καταστήματα που ανήκαν σε Ελληνες και Βλάχους, ενώ νεκροί και καταστροφές υπήρξαν σε διάφορα χωριά της περιοχής. Μόνο η Κλεισούρα και το Νυμφαίο ανακτήθηκαν από τους Τούρκους χωρίς να υποστούν μεγάλες ζημιές.

Στα τέλη Αυγούστου, η εξέγερση είχε λήξει. Περισσότερα από 22 χωριά καταστράφηκαν και 8.000 σπίτια κάηκαν. Πάνω από 40.000 έμειναν άστεγοι. Η μισή σοδειά καταστράφηκε και τα περισσότερα ζώα κάηκαν. Εκτιμάται ότι πλέον των 2.000 σκοτώθηκαν καθώς και 750 αντάρτες.

Η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα αλλά έκτοτε καταχωρίσθηκε στη συλλογική συνείδηση του σλαβομακεδονικού στοιχείου ως εθνικό ορόσημο και μέχρι πρόσφατα ο εορτασμός του αποτελούσε σημείο τριβής με τη Βουλγαρία. Η εξέγερση της 20ής Ιουλίου του 1903 θεωρείται το πρώτο θεμέλιο του «μακεδονικού κράτους», το «πρώτο Ιλιντεν» και εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Ακολούθησαν το «δεύτερο Ιλιντεν» με την ίδρυση το 1944 από τον Τίτο της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», στο πλαίσιο της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας με σαφείς επεκτατικές διαθέσεις και το «τρίτο Ιλιντεν», το 1991, με την ανακήρυξη της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ως ανεξάρτητου κράτους μετά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και του επανακαθορισμού των εθνικών ταυτοτήτων των κατοίκων της. Το ιδιότυπο «τέταρτο Ιλιντεν» θα ήταν άλλη μία απόδειξη ότι το γειτονικό κράτος βρίσκεται ακόμα στην προσπάθεια συγκρότησης έθνους-κράτους με όρους των ρομαντικών χρόνων του εθνεγερτικού 19ου αιώνα.
Ο δρ Στέφανος Καβαλλιεράκης είναι ιστορικός Μεσογειακών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Στρασβούργου