Οι διεθνείς αγορές «φτερνίζονται» υπό την απειλή του ιταλικού τυφώνα και τα ελληνικά ομόλογα παθαίνουν πνευμονία για μία ακόμα φορά. Τρεις μήνες πριν κλείσουν οι κάνουλες της επίσημης χρηματοδότησης της χώρας από τον ESM, με τη λήξη του τρίτου προγράμματος, οι πόρτες των αγορών για την Ελλάδα είναι κλειστές. Την ίδια ώρα ο κίνδυνος να βρεθεί η χώρα χωρίς δίχτυ ασφαλείας σε ένα περιβάλλον αυξημένου κινδύνου είναι παραπάνω από ορατός.
ΔΝΤ και ΕΚΤ συνεχίζουν να πιέζουν εμμέσως πλην σαφώς για τη λήψη προληπτικής γραμμής πίστωσης από την ελληνική κυβέρνηση, θέση την οποία συνεχίζει να υποστηρίζει και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, χωρίς να βρίσκει ανταπόκριση από το Μέγαρο Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο.
Η αναταραχή στις αγορές αυτή τη φορά πυροδοτείται από τις εξελίξεις στην Ιταλία. Η προοπτική συγκρότησης κυβέρνησης από δύο αντισυστημικά κόμματα –Πέντε Αστέρια και Λέγκα –τα οποία αμφισβητούν βασικούς κανόνες της ευρωζώνης ασκεί πιέσεις στα ομόλογα του ευρωπαϊκού Νότου, με την Ελλάδα εξαιτίας της χαμηλής πιστοληπτικής της αξιολόγησης να δέχεται εντονότερα χτυπήματα.
Οι αποδόσεις των ιταλικών δεκαετών οι οποίες είχαν υποχωρήσει έως και στο 1,7% τον Απρίλιο, έφτασαν μια ανάσα από το 2,5% τις προηγούμενες ημέρες και χθες με μικρή αποκλιμάκωση κινούνταν στην περιοχή του 2,350%.
Στους ελληνικούς δεκαετείς τίτλους η αναταραχή παίρνει σάρκα και οστά σε επίπεδα κοντά στο 4,5% όταν τέλη Ιανουαρίου – αρχές Φεβρουάριου οι αποδόσεις είχαν υποχωρήσει έως και το 3,6%.
Το υπουργείο Οικονομικών και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους έχουν εξαναγκαστεί να αναθεωρήσουν τον σχεδιασμό για νέες εκδόσεις ομολόγων. Στις αρχές του έτους, το σχέδιο το οποίο κοινοποιούσε το οικονομικό επιτελείο στους επενδυτές προέβλεπε έξοδο στις αγορές τρεις φορές έως το τέλος του προγράμματος στις 20 Αυγούστου. Από αυτές τις εκδόσεις υλοποιήθηκε μόνο η μία (επταετές ομόλογο με τσιμπημένο επιτόκιο 3,5%) και στη συνέχεια τα σχέδια μπήκαν στο συρτάρι.
Τώρα πλέον αρμόδιοι παράγοντες διευκρινίζουν πως εάν οι αποδόσεις των επταετών ομολόγων δεν επιστρέψουν στο 3,5% (κυμαίνονται ακόμα και πάνω από 4% τις τελευταίες ημέρες) δεν πρόκειται να γίνει καμία κίνηση.
Το χρέος. Μια τέτοια προοπτική δεν φαίνεται στον ορατό ορίζοντα, σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες, εκτός και εάν επιτευχθεί μια απροσδόκητα θετική συμφωνία για τη διευθέτηση του χρέους. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει περίπτωση να καθυστερήσουν οι αποφάσεις για το χρέος, ανεξαρτήτως της στάσης που θα τηρήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» σημειώνοντας πως «καμία άλλη έκτακτη συνεδρίαση δεν θα γίνει για την Ελλάδα τον Ιούλιο και μετά τις 21 Ιουνίου».
Γερμανία και ΔΝΤ όμως ακόμα δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία και παρά τις έντονες ζυμώσεις στο παρασκήνιο οι πιθανότητες να μην ενεργοποιήσει το πρόγραμμά του το Ταμείο είναι παραπάνω από αυξημένες. Το ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι εάν η αποχώρηση του ΔΝΤ θα συνοδεύεται από αιχμές για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ή το διαζύγιο θα είναι βελούδινο και οι διατυπώσεις τέτοιες ώστε να δίνεται ένα καλό σήμα στις αγορές.
Παράγοντας της αγοράς ομολόγων εκτιμά πως στην περίπτωση θετικών ειδήσεων για το χρέος θα άνοιγε η πόρτα των αγορών, απορροφώντας τις πιέσεις από το ιταλικό μέτωπο, στο βαθμό βεβαίως που οι εξελίξεις στη γείτονα δεν απειλήσουν τη συνοχή της ευρωζώνης. Στο σενάριο καταστροφής, ακόμα και εάν το ΔΝΤ δώσει σφραγίδα βιωσιμότητας, οι πόρτες των αγορών θα παραμείνουν κλειστές.
Το «μαξιλαράκι». Απέναντι στην αβεβαιότητα, το υπουργείο Οικονομικών οχυρώνεται τροφοδοτώντας με όλα τα μέσα το περιβόητο μαξιλάρι διαθεσίμων. Τα επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους δείχνουν ότι στο τέλος Μαρτίου τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου είχαν κάνει άλμα από τα 934 εκατ. ευρώ του περασμένου Δεκέμβρη σε 12,328 δισ. ευρώ. Το χρέος αντίστοιχα από τα 328 δισ. ευρώ έκανε άλμα στα 343 δισ. και τα ρέπος από 14,9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο εκτοξεύτηκαν στα 22,5 δισ.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι τώρα, τα μετρητά του Δημοσίου έχουν φτάσει στα 15,5 δισ. ευρώ και εάν προστεθούν 4,5 δισ. ταμειακών διαθεσίμων φορέων της γενικής κυβέρνησης που βρίσκονται σε ειδικό λογαριασμό Repos στην Τράπεζα της Ελλάδος φτάνουν τα 20 δισ. ευρώ.
Με τα κεφάλαια του ESM από την επόμενη δόση (υπολογίζονται σε 12 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 9 δισ. για το μαξιλάρι), ένα νέο γύρο «σκουπίσματος» των τελευταίων ταμειακών διαθεσίμων φορέων γενικής κυβέρνησης και τα πρωτογενή πλεονάσματα των επομένων ετών, αρμόδιες πηγές εκτιμούν ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας είναι καλυμμένες έως και το 2021, ενδεχομένως και το 2022. Το ζητούμενο όμως παραμένει η βιώσιμη επάνοδος στις αγορές.