Εμοιαζε σαν ποτάμι που κυλάει προς μία κατεύθυνση. Θύμιζε μονόδρομο με απαγορευτική πινακίδα για την αντίστροφη πορεία. Ωσπου ο Χρήστος Αθανασόπουλος κινήθηκε κόντρα στο ρεύμα. Εδειξε ότι μπορεί να υπάρχει και αντίθετη ροή στο σύνηθες ποδοσφαιρικό δρομολόγιο Αλβανία – Ελλάδα. Εσπασε τρόπον τινά ένα ταμπού με τη μεταγραφή του στη Λουφτετάρι τον Ιανουάριο του 2018. Ο 36χρονος τερματοφύλακας –ύστερα από 246 αγώνες σε Φούτμπολ Λιγκ, Κύπελλο και Γ’ Εθνική –έγινε ο πρώτος Ελληνας που αγωνίστηκε στο αλβανικό πρωτάθλημα.
Μάλιστα, ο πρόδρομος αυτής της αντίστροφης διαδρομής έμελλε να συμβάλει και στην παρθενική ευρωπαϊκή έξοδο της Λουφτετάρι (3η θέση και Γιουρόπα Λιγκ). Και ως αναγνώριση της συμβολής του δέχθηκε πρόταση για ανανέωση συνεργασίας από την ομάδα που εδρεύει στο Αργυρόκαστρο.
«Είναι τιμή μου που θέλουν να μείνω και ευχαριστώ τόσο τον πρόεδρο Γρηγόρη Τάβο, όσο και τον τεχνικό διευθυντή Βαγγέλη Τσιάβο. Είχα όμως αποφασίσει εκ των προτέρων ότι η θητεία μου θα ολοκληρωνόταν στο τέλος της περιόδου. Αισθάνομαι γεμάτος και χαρούμενος με αυτά που έζησα και θα ήθελα πλέον είτε να τελειώσω την καριέρα μου στην Ελλάδα όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα –εφόσον προκύψει κάτι που να με καλύπτει –είτε να κλείσω τον κύκλο μου ως ποδοσφαιριστής και να ξεκινήσω τη σχολή για το δίπλωμα UEFA C» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο Χρήστος Αθανασόπουλος.
«Ούτε ίχνος ρατσισμού»
Εξιστορώντας την εμπειρία του στην Αλβανία επισημαίνει ότι δεν εκδηλώθηκε ποτέ ρατσιστική συμπεριφορά εναντίον του.
«Σε κανένα γήπεδο και από κανέναν αντίπαλο δεν αντιμετώπισα ρατσιστική συμπεριφορά. Ούτε ίχνος ρατσισμού. Και αυτό δείχνει πολλά για τον πολιτισμό τους. Κάποιοι μπορεί να θεωρούν ότι η Αλβανία είναι πολλά χρόνια πίσω, αλλά προσωπικά έζησα σε μία φυσιολογική κοινωνία. Και ειδικά για την κοινωνία του Αργυρόκαστρου τι να πω; Μιλούν σχεδόν όλοι ελληνικά και με χαιρετούσαν χωρίς να τους γνωρίζω. Εισέπραξα αγάπη, σεβασμό, εκτίμηση και τους ευχαριστώ όλους. Εχει μάλιστα κοινά σημεία με την Ελλάδα. Από τα σουβλατζίδικα μέχρι τις καφετέριες που σερβίρουν φρέντο».
Παραδέχεται μάλιστα ότι «θα παρότρυνα γνωστούς να παίξουν ποδόσφαιρο στην Αλβανία, αν τους κάλυπταν οι προτάσεις. Στη Λουφτετάρι είχαμε οικονομική συνέπεια, αλλά απ’ όσο γνωρίζω το ίδιο ίσχυε και στις περισσότερες ομάδες. Είναι φθηνή η ζωή και έχεις καλό βιοτικό επίπεδο αν αμείβεσαι καλά. Ενα ευρώ αντιστοιχεί περίπου σε 129 λεκ. Υπάρχει βέβαια και φτώχεια. Παλεύουν οι άνθρωποι στην καθημερινότητά τους, όπως συμβαίνει και με τους Ελληνες. Αν δεν έρθεις στην Αλβανία όμως δεν μπορείς να εκφέρεις ολοκληρωμένη άποψη. Είναι μία χώρα σε διαρκή ανάπτυξη. Εχει αναβαθμίσει τις υποδομές της και βγάζει ταλέντα. Εχει ομάδες που θα μπορούσαν να σταθούν στην ελληνική Σούπερ Λίγκα. Η δική μας, η Λουφτετάρι, για παράδειγμα, θεωρώ ότι θα μπορούσε να σωθεί στην πρώτη κατηγορία της Ελλάδας. Η πρωταθλήτρια Σκεντέρμπεου θα μπορούσε να τερματίσει και ψηλά στην κατάταξη. Στην Αλβανία επίσης παρατήρησα ότι δεν υπάρχει βία στα γήπεδα. Τουλάχιστον δεν είδα αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα».
«Εκλεισε η ψαλίδα»
Για όλους επεφύλαξε ένα «ευχαριστώ» ο εξ Ιωαννίνων ορμώμενος Αθανασόπουλος. Για διοικούντες, προπονητές, συμπαίκτες στη Λουφτετάρι, αλλά και για τον ατζέντη του Στέλιο Βραδέλη. «Ημουν τυχερός-άτυχος που τον γνώρισα στα 32 μου. Με πίστεψε. Μέχρι τότε δεν είχα μάνατζερ. Ο,τι είχα πετύχει το κατάφερα με τη στήριξη της οικογένειάς μου».
Ο Βραδέλης από την πλευρά του –που άνοιξε μεταγραφικό δίαυλο και με την Αλβανία –εξηγεί στα «ΝΕΑ» ότι «η ψαλίδα έχει κλείσει πολύ. Πέφτουν χρήματα στο αλβανικό ποδόσφαιρο. Τα συμβόλαια που προσφέρουν οι ομάδες δεν απέχουν πολύ από τα αντίστοιχα των ελληνικών ΠΑΕ, αν εξαιρεθούν οι τρεις ισχυροί οικονομικά (Ολυμπιακός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ). Σκεντέρμπεου, Παρτιζάνι και Φλαμουρτάρι μπορούν για παράδειγμα να καταθέσουν καλύτερες προτάσεις από Ατρόμητο, Αστέρα Τρίπολης, Ξάνθη και Παναιτωλικό».
«Πιο συχνές οι άλλοτε αδιανόητες διαδρομές»
Στο αλβανικό πρωτάθλημα καταγράφονται μεταγραφικές ροές και σε άλλες χώρες που δεν λογίζονται ως δημοφιλείς προορισμοί. «Διαδρομές που θεωρούσαμε αδιανόητες πριν από μερικά χρόνια για τους Ελληνες γίνονται πλέον συχνές με την κρίση. Αρχίζουν και ψάχνουν διαφυγή αναζητώντας μια σιγουριά στα χρήματα και πιο επαγγελματικές συνθήκες» εξηγεί ο Στέλιος Βραδέλης. «Ειδικά παίκτες από τη Φούτμπολ Λιγκ που βίωσαν αποχωρήσεις ομάδων, εξώσεις από σπίτια και ζούσαν με δανεικά μετακινούνται πιο εύκολα σε χώρες όπως Βουλγαρία, Σκόπια, Λευκορωσία, Μάλτα». Επισημαίνει πάντως ο Βραδέλης ότι «το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και μάλιστα ο Ελληνας εξακολουθεί να είναι από τους πιο διστακτικούς του ευρωπαϊκού Νότου στις μετακινήσεις».