Φίλιπ Ροθ. O ψηλός ξερακιανός άντρας που ανοίγει την πόρτα χαμογελά. Είναι ντυμένος απλά και μοιάζει με συνηθισμένο άνθρωπο. Αλλωστε, στη συνέντευξή του που μας παραχώρησε υποστηρίζει ότι το ασυνήθιστο ζει μόνο μέσα στους χαρακτήρες του. Σε εξαιρετικά εξομολογητική διάθεση, ο συγγραφέας του «Καθενός», της «Συνωμοσίας εναντίον της Αμερικής» και πιο πρόσφατα της «Αγανάκτησης») μιλά με ενθουσιασμό για την επικράτηση του Μπαράκ Oμπάμα, αποκαλεί «τέρατα» τους Ρεπουμπλικανούς και, εξοργισμένος για τα ψέματα του Μπους, ομολογεί ότι, όταν οι Αμερικανοί μπήκαν στο Ιράκ, είχε πιστέψει τα κυβερνητικά επιχειρήματα. Δεν φοβάται τον θάνατο και το μόνο που θέλει να κάνει «πριν πάρω την άδειά μου», όπως αστειεύεται, είναι να προλάβει να ξαναδιαβάσει τους κλασικούς…
O Φίλιπ Ροθ φορά ένα απλό μπλε σκούρο πουλόβερ, μπεζ παντελόνι και τις κάλτσες του. Με βοηθά να βγάλω το παλτό μου και ζητά συγγνώμη που με ανάγκασε να πάω μέχρι το διαμέρισμά του. Την ώρα που απολογείται, ευχαριστώ την καλή μου τύχη και τον θεό της… βροχής, αφού η κίνηση του Μανχάταν και η καταρρακτώδης βροχή αυτό το απόγευμα του Νοεμβρίου ήταν οι παράγοντες που απέτρεψαν τον συγγραφέα από το να εμφανιστεί στο γραφείο τού ατζέντη του, Αντριου Γουίλι, όπου είχε δοθεί το προκαθορισμένο μας ραντεβού, και τον έκαναν να με καλέσει στο διαμέρισμά του.
«Κανονικά μένω στο Κονέκτικατ κι έρχομαι στη Νέα Υόρκη μόνο κάποιες μέρες για να δω φίλους και να κανονίσω δουλειές», μου λέει. «Από φέτος, όμως, θα περνώ τους χειμώνες μου εδώ, γιατί είναι πολύ δύσκολοι στο Κονέκτικατ και νιώθω ότι πια δεν αντέχω», εξομολογείται, καθώς κατευθύνεται προς το τραπέζι του γραφείου του. Το διαμέρισμά του είναι απλό και μοντέρνο. Το λιτό καθιστικό και το γραφείο βρίσκονται σε έναν ενιαίο χώρο. Σε πρώτο πλάνο, το χειρόγραφο του επόμενου βιβλίου του, που θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο και θα είναι αισίως το 30ό του! Το «πολυβόλο» Ροθ έχει καταρρίψει όλα τα προγνωστικά για τους συγγραφείς που συνήθως μειώνουν το ρυθμό της δουλειάς τους και περνούν σε τροχιά παρακμής μετά την έκτη ή την έβδομη δεκαετία τους. Μου δείχνει τον χώρο δουλειάς του. Ενα ψηλότερο γραφείο με ψηλό σκαμπό για να γράφει στον υπολογιστή του, στο πλάι μια στήλη, όπου στέκεται όρθιος και διορθώνει τα χειρόγραφα, και μπροστά απ’ αυτά ένα κανονικό γραφείο όπου μελετά.
Ηρωας στα ημιαυτοβιογραφικά θέματα του Ροθ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Νιούαρκ, είναι ο ιδεαλιστής Εβραιοαμερικανός γιος που προσπαθεί να ξεφύγει από τις εβραϊκές παραδόσεις και ασφυκτιά από την καταπίεση γονέων, ραβίνων και άλλων στοιχείων της στενής εβραϊκής κοινότητας. Oι χαρακτήρες του επαναστατούν αποκηρύσσοντας τον Ιουδαϊσμό, αλλά την ίδια ώρα εμμένουν στην εβραϊκή τους ταυτότητα. Προσπαθώ να καταλάβω πόση σχέση έχει ο άνθρωπος που κάθεται απέναντί μου με τα δημιουργήματα της φαντασίας του. Γιατί ο Ροθ δεν γράφει μόνο για την εβραϊκότητα. Γράφει για το σεξ, για την ιστορία, το πάθος, την απώλεια, την οικογένεια. Σε έργα του είναι εμφανής η απογοήτευσή του με το αμερικανικό όνειρο και τις εξελίξεις, κοινωνικές και πολιτικές μετά το 1940 στην Αμερική.
O ίδιος, πάντως, δεν χάνει το χιούμορ του. Ηρεμος και απλός, δεν έχει καμία σχέση με τον στρυφνό άνθρωπο που φανταζόμουν. Υπομένει αδιαμαρτύρητα τις δοκιμασίες στις οποίες τον υποβάλλει ο φωτογράφος Δημήτρης Μέλλος. Φαίνεται πως έχει τα κέφια του. Υστερα από ένα σκοτεινό κύκλο («Καθένας», «Exit ghost», «Το ζώο που ξεψυχά»), όπου δείχνει πως δεν υπάρχουν επιλογές ανάμεσα στον πόνο και στην ταπείνωση των γηρατειών και τη λησμονιά του θανάτου, ο 75χρονος Ροθ επανέρχεται σε γνωστά μοτίβα: στις ιστορίες ανθρώπων που βιώνουν τις πολιτικές και ψυχολογικές συγκρούσεις της μεταπολεμικής Αμερικής. Στην πρώτη πρόταση του νέου του βιβλίου («Αγανάκτηση»), που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο, ο Ροθ ανακοινώνει την έναρξη του Πολέμου της Κορέας (25 Ιουνίου 1950). Ηρωας είναι ο Μάρκους, ένα θαρραλέο Εβραιόπουλο που αψηφά την τυραννική πολιτική ορθότητα της αμερικανικής ζωής και υφίσταται προσωπικά τις επιπτώσεις της αμερικανικής ιστορίας. «Οχι», λέει ο Ροθ με απλωμένα τα πόδια στο τραπεζάκι του καθιστικού. Ο Μάρκους είναι ένας απλός ήρωας και προσπαθεί να με πείσει ότι κι ο ίδιος είναι ένας απλός άνθρωπος… Για να δούμε πόσο απλός είναι.
Υπήρχε μια εποχή που οι Εβραίοι ήταν κάτι διαφορετικό, κι αυτό ίσχυε για τη γενιά των γονιών μου κι όταν ήμουν εγώ παιδί. Αλλά μετά τον Πόλεμο, τα πράγματα άλλαξαν. Αυτό δεν ισχύει πια για τη γενιά τη δική μου και τις επόμενες γενιές. Εγώ είμαι πρώτα Αμερικανός και μετά Εβραίος. Ολοι νιώθουμε έτσι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι ένας Εβραίος δεν θα γινόταν ποτέ πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής…
Αυτή η προεκλογική εκστρατεία μού έγινε εμμονή. Παρακολουθούσα τηλεόραση και άκουγα ραδιόφωνο απ’ το πρωί ώς το βράδυ. Και δεν μου έφτανε. Ηθελα κι άλλο! Ηταν τόσο ενδιαφέρουσα και επιπλέον ήθελα να δω αν θα εξαφανίζονταν αυτά τα τέρατα, οι Ρεπουμπλικανοί. Εκαναν φρικτά πράγματα! Και είπαν ψέματα για τον Πόλεμο στο Ιράκ. Ακόμη κι εγώ ήμουν υπέρ του πολέμου στην αρχή, αλλά αυτά τα τέρατα παραποίησαν την αλήθεια σκοπίμως. Περιττό να σας πω ότι παθιάστηκα τόσο πολύ που την προηγουμένη των εκλογών είδα τον Oμπάμα στον ύπνο μου. Ηταν ένα όνειρο που δεν το θυμάμαι με λεπτομέρειες. Θυμάμαι ότι ξύπνησα αργά το βράδυ και έβγαλα φωνή: Θεέ μου, ήταν αυτός! Είδα τον Oμπάμα!
Ξέρω ότι όλοι κάνουν παραλληλισμούς, όπως έκαναν και με τον Λίντμπεργκ και τον Μπους, αλλά εγώ στο βιβλίο περιέγραφα μια εντελώς διαφορετική εποχή. Πιστεύω ότι η εκλογή του Oμπάμα είναι μια βελτίωση, γιατί αυτοί οι άνθρωποι έκαναν φρικτά πράγματα και έπρεπε να φύγουν. Είμαι αισιόδοξος ότι ο Oμπάμα και οι άνθρωποί του μπορούν να κάνουν καλύτερη δουλειά.
Υπάρχουν φυσικές περιφερειακές διαφορές σε αυτή τη χώρα. Βορράς και Νότος, λευκοί και μαύροι… Τόσο μεγάλη ποικιλία! Αυτή η χώρα ήταν πάντα διαιρεμένη.
«Οι άνθρωποι που αποφασίζουν δεν έχουν ιδέα από αμερικανική λογοτεχνία!»
Στη μακρά πορεία του στη λογοτεχνία, ο Φίλιπ Ροθ έχει κερδίσει πολλά τρόπαια, κάθε είδους βραβείο. Το μόνο που λείπει από τη συλλογή του είναι το Νομπέλ και για σύσσωμο τον λογοτεχνικό κόσμο ο Ροθ έπρεπε ήδη να το έχει λάβει ως αναγνώριση της λογοτεχνικής του μεγαλοφυΐας. Μυστήριο γιατί δεν έχει δρέψει τις δάφνες που δικαιωματικά του ανήκουν. O Ροθ δεν κρύβει την ενόχλησή του. «Είναι προφανές ότι αυτοί οι άνθρωποι που αποφασίζουν για το Νομπέλ Λογοτεχνίας δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο. Η επιτροπή δεν έχει ιδέα από αμερικανική λογοτεχνία!» μας λέει. Ισως να έχει δίκιο. Κανένας αμερικανός συγγραφέας δεν έχει υπάρξει τόσο κοσμοπολίτης όσο ο Ροθ. Μέχρι να τιμηθεί αυτός με το Νομπέλ, οι Αμερικανοί έχουν δίκιο να εξοργίζονται με τις προσβολές των Σουηδών. Από την άλλη, καταλήγει ο ίδιος, «είναι απλώς ένα βραβείο. Τα βραβεία δεν έχουν και τόση σημασία». Μπορεί να είναι κι έτσι. Πάντως, κάποιοι ήδη στοιχηματίζουν ότι το 2009 θα είναι η χρονιά του…
Ποτέ δεν ανήκαν στο κυρίαρχο ρεύμα. Υπήρχε και υπάρχει κοινό που τους παρακολουθεί, αλλά είναι πολύ συγκεκριμένο. Κατ’ αρχάς είναι ζήτημα χρόνου. Με τα μπλάκμπερις, τα ράσμπερις και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, οι άνθρωποι δεν έχουν χρόνο. Με τόσες οθόνες μπροστά τους, δεν προλαβαίνουν να διαβάσουν. Ποτέ δεν ήταν σημαντικοί οι συγγραφείς στην Αμερική. Και πολύ περισσότερο σήμερα.
Οταν ακούτε τη φράση «το βιβλίο για το οποίο μιλάει όλος ο κόσμος», όπως ο «Χάρι Πότερ» και ο «Κώδικας Ντα Βίντσι», μπαίνετε στον πειρασμό να το διαβάσετε;
Οταν πλησιάζεις σε μια ηλικία που οι άνθρωποι γύρω σου αρχίζουν και πεθαίνουν ή αρρωσταίνουν βαριά, συνειδητοποιείς ότι έρχεται η ώρα σου. Οταν είσαι νέος εξοργίζεσαι με την ιδέα. Οσο μεγαλώνεις τόσο συμφιλιώνεσαι με την ιδέα ότι θα έρθει η ώρα που θα πάρεις την άδειά σου από τη ζωή… Δεν έχουμε επιλογή. Ολοι θα πεθάνουμε. Αυτός είναι ο λόγος που κάποια από τα τελευταία βιβλία μου είχαν τόσο πολύ θάνατο και αρρώστια.
Είμαι απλώς ένας κανονικός άνθρωπος που ζει ασυνήθιστες ζωές μέσα από τα βιβλία του. Δεν είμαι τίποτα σπουδαίο. Ολα τα ασυνήθιστα και οι ανωμαλίες ανήκουν στους χαρακτήρες μου και όχι σε μένα. Μέσα απ’ αυτούς ζω πολλές ζωές…