Οσο πλησιάζει ο καιρός για το «τέλος» του προγράμματος διεθνούς οικονομικού ελέγχου τόσο όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται το αυτονόητο: ότι η λεγόμενη «καθαρή έξοδος» δεν είναι τίποτε άλλο παρά καθαρό δούλεμα. Οι δεσμεύσεις άσκησης δημοσιονομικής εξουσίας της χώρας, χρηματικές, πραγματικές, νομικές και διοικητικές, θα παραμείνουν απολύτως ενεργές. Δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα επ’ αυτών, όπως κι αν βαφτίσει η κυβέρνηση τη λεγόμενη «επόμενη μέρα» που, στην πραγματικότητα, δεν είναι ούτε «επόμενη», ούτε, κυρίως, «μέρα»: η Ελλάδα θα συνεχίζει να πλέει στο έρεβος του τίποτα.
Ολα αυτά είναι εντελώς ανεξάρτητα από το πώς θα βαφτιστεί η λεγόμενη «ολοκλήρωση» του προγράμματος, δηλαδή, ουσιαστικά, την οργάνωση του τεχνικού σκέλους που έχει να κάνει με τη νέα φάση εποπτείας. Η τρόικα/ θεσμοί όχι απλώς δεν είναι απίθανο πράγματι να αποχωρήσουν πλέον από την Αθήνα και να μην τους ξαναδούμε, αλλά, αντιθέτως, το να φύγουν, είναι το πιο πιθανό. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτό θα συμβεί.
Φυσικά, η κυβέρνηση το περιμένει και το προετοιμάζει με κάθε τρόπο: θα είναι ένα από τα κυριότερα όπλα της στην επερχόμενη εκλογική σύγκρουση. Την ώρα που από τη μία πλευρά θα πολώνει και θα διχάζει με ό,τι όπλα διαθέτει, ταυτόχρονα θα «πουλάει» ότι «έδιωξε» τους θεσμούς. Μάλιστα, τότε, ίσως τους… ξαναβαφτίσει τρόικα, καθώς το να λέει ότι έδιωξε “θεσμούς” δεν ακούγεται και σπουδαίο, ο όρος είναι καλός για όταν τους έχεις, όχι για όταν τους διώχνεις.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι επί της ουσίας αυτή η αποχώρηση δεν αλλάζει απολύτως τίποτα: όλα θα λειτουργούν σαν να ήταν εδώ. Και θα είναι εδώ, όχι διά της φυσικής παρουσίας, αλλά διά των δεσμεύσεων που είναι από καιρό κλειδωμένες και μη μεταβαλλόμενες. Το πρόγραμμα θα τελειώσει, η τρόικα θα φύγει, αλλά αυτά που θα αφήσουν πίσω τους δεν θα «κουνιούνται» με τίποτα: η Ελλάδα δεν θα έχει ούτε χρήματα να ασκήσει οποιαδήποτε αναπτυξιακή, ή, πολύ περισσότερο φυσικά, κοινωνική πολιτική, ούτε δυνατότητα να ξεφύγει από τις ασφυκτικές φορολογίες, ούτε το ελάχιστο περιθώριο να ελπίζει ότι η οποιαδήποτε «έξοδος» στις «αγορές» θα είναι, ακόμα κι αν «πετύχει», κάτι παραπάνω από συμβολική και, εντέλει, επικοινωνιακή. Γιατί ως προς αυτήν την παράμετρο, εκείνο που θα μετράει θα είναι κυρίως το χρέος: ο απόλυτος βρόχος στον λαιμό της χώρας που δεν πρόκειται να ξεσφίξει παρά τα όσα επιμένουμε να λέμε στους εαυτούς μας –το είπε άλλωστε προχθές για μία ακόμα φορά και η γερμανική κεντρική τράπεζα, ότι δεν έχουμε ανάγκη από παρέμβαση στο χρέος!
Η τρόικα θα βοηθήσει πάλι την κυβέρνηση όπως τη βοηθάει εδώ και πολύ καιρό. Θα κάνει πάλι τον βλάκα για τις προσλήψεις, για τις αυξήσεις δαπανών ή μηχανισμών του κράτους κ.ο.κ. Της πάει αυτή η κυβέρνηση. Θέλει να την κρατήσει όπως και όσο μπορεί. Η τρόικα αυτό θέλει. Πρέπει όμως να σκεφτούμε τι μπορεί να θέλουμε και εμείς.