Πάμε λίγο πίσω, αλλά έχει σημασία. Ηταν 28 Οκτωβρίου 2011 και θα γινόταν η καθιερωμένη στρατιωτική παρέλαση στη Θεσσαλονίκη. Οι επίσημοι, προεξάρχοντος του τότε προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια, ήταν έτοιμοι, αλλά η παρέλαση δεν έγινε ποτέ. Διαδηλωτές εισήλθαν στον χώρο με αντιπολιτικά συνθήματα και ματαίωσαν τα πάντα. Tο πρώτο Μνημόνιο έτρεχε, το «ρεύμα ανυπακοής» ρευστό και αντιφατικό έρεε και το πολιτικό προσωπικό άρχισε να νιώθει τον κραδασμό. Η αλήθεια είναι πως από τότε και μέχρι σήμερα η συχνότητα των φαινομένων βίας και αντιδικίας είναι αξιοσημείωτη και πρωτόγνωρη για το πολιτικό και κοινωνικό τοπίο. Νέα μεταβλητή υπήρξε μια κοινωνική Ακροδεξιά που μορφοποιήθηκε με την επίσημη είσοδο της Χρυσής Αυγής στη Βουλή. Οι πλατείες των «αγανακτισμένων» την περίοδο 2011-2012, όταν γρήγορα οι δύο πλευρές της Πλατείας Συντάγματος εξελίχθηκαν και σε διαφορετικές πτέρυγες της ανυπακοής. Και βέβαια, νέα μεταβλητή υπήρξε ο τότε καλπάζων ΣΥΡΙΖΑ που έγινε ηγεμονική δύναμη αμφισβήτησης του παλαιού πολιτικού συστήματος μέχρι να ανέλθει στην εξουσία.
Το σκηνικό ήταν έτοιμο και για το επαναλαμβανόμενο σύμπτωμα, κυρίως κατά την τελευταία τριετία, τις παρεμβάσεις του Ρουβίκωνα που δηλώνει «αναρχική πολιτική ομάδα» και στρέφεται εναλλάξ εναντίον και των δύο κύριων πόλων του πολιτικού συστήματος, αλλά και κατά φορέων, ξένων πρεσβειών, συμβολαιογραφικών γραφείων, δικηγόρων κ.λπ. Ως πρώτη εμφάνιση θεωρείται, το 2015, και η κατάληψη των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ στην Πλατεία Κουμουνδούρου. Από τότε έχει μόνιμη και επαναλαμβανόμενη δράση, με αποκορύφωμα την ανοικτή απειλή από ηγετικό στέλεχος της αναρχικής ομάδας κατά του προέδρου της ΝΔ: «Ο,τι είναι να πούμε στον Μητσοτάκη, θα του το πούμε από κοντά και σύντομα» ήταν η ανάρτηση που στοχοποιεί πλέον κι έναν πολιτικό αρχηγό.
ΛΟΓΙΚΗ ΜΙΣΟΥΣ. Τα φαινόμενα βίας κατά πολιτικών προσώπων πύκνωσαν από το 2010 και σχεδόν παράλληλα με τη μνημονιακή επιτροπεία της χώρας. Το αντιπολιτικό κύμα σάρωσε εκδηλώσεις, παρουσίες πολιτικών σε διάφορα μέρη, με κίνδυνο της σωματικής ακεραιότητας πολλών. Το τελευταίο περιστατικό επίθεσης κατά του Γιάννη Μπουτάρη επανέφερε μια λογική μίσους και βίας που μπορεί τώρα να είχε ως παρονομαστή εθνικές ανησυχίες και την τιμωρητική πρόθεση του «εθνομηδενιστή» δημάρχου Θεσσαλονίκης, λίγο παλιότερα όμως είχε ως στόχο το προσωπικό που υπηρέτησε την κηδεμονία της χώρας και εξέφραζε το «παλιό». Σήμερα, τρία χρόνια συριζαϊκής διακυβέρνησης, και ο ΣΥΡΙΖΑ μπαίνει στο κάδρο της διαχείρισης ή έχει βουλιάξει στην άμμο που ο ίδιος έσκαβε για χρόνια –σύμφωνα με τη μία, κυρίαρχη ανάγνωση.
Για πολλούς, το νήμα της νέας βίας ξετυλίγεται από την παρέλαση που προαναφέρεται. Για άλλους, από την επίθεση στον Θόδωρο Πάγκαλο με γιαούρτια το 2011 στα Καλύβια από ομάδα κατοίκων –τοπικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχει καταγγείλει ο ίδιος –της τότε εξεγερμένης Κερατέας. Το βέβαιο είναι πως από τότε κυριάρχησε η κουλτούρα ή μια πιο μαζική πολιτική συμπεριφορά απαξίωσης και ακύρωσης του μέχρι πρότινος δικομματισμού, μια λογική τύπου «αλήτες, προδότες πολιτικοί» ή «να καεί το μπ… η Βουλή» που έφτιαξε ένα περιβάλλον «νομιμοποίησης» προπηλακισμών και επιθέσεων. Μία ακόμη ανάγνωση βλέπει ως καταλύτη το λεγόμενο αντιμνημόνιο, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που υπενθυμίζουν και την αντιμνημονιακή λογική της αντιπολίτευσης Σαμαρά κατά την πρώτη σύναψη δανειακής σύμβασης, που επίσης ενδυνάμωσε τις φωνές αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος.
ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΣΑ. Για άλλους το νήμα της νέας βίας ξεκινάει από τη βάναυση επίθεση στον Κωστή Χατζηδάκη τον Δεκέμβριο του 2010, έξω από το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία, από διαδηλωτές κατά του πρώτου Μνημονίου.
Τότε βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ καταδίκασε επίσημα, αλλά πολλοί θυμούνται και την ερώτηση βουλευτή του: «Σας παραξενεύει ο κοινωνικός αναβρασμός;». Το βέβαιο είναι πως τα περιστατικά δεν είχαν τελειωμό για μια μεγάλη περίοδο. Πολύ χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, εκείνο τον Απρίλιο του 2011 όταν ο τότε υπουργός Υγείας Ανδρέας Λοβέρδος δέχθηκε μαζί με τους συνεργάτες του σοβαρή επίθεση κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο 1ο ΚΑΠΗ Αγίων Αναργύρων. Τότε, μια ομάδα διαδηλωτών επιτέθηκε στον υπουργό και στους υφυπουργούς του Τιμοσίδη και Αηδόνη, ενώ το όλο περιστατικό πυροδότησε μια ευθεία αντιπαράθεση του ΠΑΣΟΚ και του τότε Συνασπισμού. «Με νοοτροπία τραμπούκων και μετερχόμενοι πρακτικές αντισυγκεντρώσεων της δεκαετίας του ’60, αυτοί οι δήθεν δημοκράτες, δήθεν προοδευτικοί και δήθεν αριστεροί, με προκλήσεις απίστευτες και με χρήση βίας, που οδήγησε ακόμη και σε τραυματισμούς συνανθρώπων μας, επιχείρησαν να παραστήσουν τους δήθεν “αγανακτισμένους” πολίτες» έλεγε τότε η επίσημη ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ. Βεβαίως, το περιστατικό βίας κατά Μπουτάρη έφερε περισσότερο στη μνήμη το αντίστοιχο με τον Γιώργο Κουμουτσάκο τον Νοέμβριο του 2015 έξω από τη Βουλή, όταν ο γαλάζιος βουλευτής έπεσε θύμα επίθεσης από ακροδεξιά στοιχεία σε συγκέντρωση Ποντίων. Ειρωνεία: τον αποκαλούσαν εθνομηδενιστή και προδότη όπως και τον Μπουτάρη στη Θεσσαλονίκη, επιβεβαιώνοντας πως η βία δεν αναγνωρίζει χρώματα. Και πως ο ασκός του Αιόλου της πολιτικής βίας έχει ανοίξει για τα καλά με τεράστιες πολιτικές ευθύνες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ
«Να απομονώσουμε τους εμπνευστές φασιστικών σχεδίων»
«Η επίθεση εναντίον μου ήταν επίθεση εναντίον του καθενός από σας. Η ωμή βία απειλεί όλους όσοι μάχονται για να υπερασπιστούν την ελευθερία του λόγου. Δυστυχώς στη χώρα μας, ειδικά την εποχή της κρίσης, η λαϊκή δυσαρέσκεια γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από συγκεκριμένους ανθρώπους.
Από οργανώσεις που εκτρέφουν αυταρχικές και βίαιες συμπεριφορές στο όνομα, υποτίθεται, της αγανάκτησης του κόσμου.Το σχέδιό τους αυτό το προάγουν με βάση ένα πολύ συγκεκριμένο πολιτικό, επιχειρησιακό και επικοινωνιακό μοντέλο. Αυτό του φασισμού. Και ο φασισμός ξέρουμε πού οδηγεί. Είναι υποχρέωσή μας το γεγονός αυτό να το αναδείξουμε.Να ονοματίσουμε τους οργανωτές και εμπνευστές των φασιστικών σχεδίων και να τους απομονώσουμε. Καλώ τις Αρχές να συνεχίσουν το έργο τους και να φτάσουν όχι μόνο στα “στρατιωτάκια” που εκτελούν πράξεις όπως η προχθεσινή» δήλωσε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης.Μάλιστα, όπως αναφέρει, στοχοποιήθηκε επειδή προσπάθησε με σθένοςνα υπηρετήσει την ελευθερία του λόγου.
«Ολοι έχουμε συλλογική και ατομική ευθύνη για να μην καταντήσουμε ζούγκλα».