Πέρα από τους λαϊκισμούς, που εξάλλου προέρχονται από διαφορετικές αφετηρίες και έχουν διαφορετικές δυναμικές, εκείνο που χαρακτηρίζει τη σημερινή κρίση στην Ιταλία είναι ένα ελάττωμα ολόδικό μας και μάλλον αθεράπευτο. Και είναι εκείνο της ασθενούς μνήμης μιας χώρας που αδυνατεί να διαβάσει την ίδια της την Ιστορία για να πέσει θύμα μιας παραπληροφόρησης, πάνω στην οποία επαναπαύεται η κοινή γνώμη.
Το μεγάλο πρόβλημα όπου καταλήγουν όλα αυτά είναι το δημόσιο χρέος. Γι’ αυτό το χρέος πληρώνουμε υψηλά επιτόκια στους δανειστές μας, οι οποίοι με τη σειρά τους τρομάζουν όταν αναδύονται στην Ιταλία αντισυστημικές δυνάμεις. Αυτή η κατάσταση συνιστά στην ουσία έναν φαύλο κύκλο που έχει ως αποτέλεσμα το επιτόκιο, το λεγόμενο spread, να αυξάνεται ακόμη περισσότερο. Γύρω από αυτόν τον φαύλο κύκλο αναπτύχθηκαν οι πιο φαντασιόπληκτες και απολύτως καταδικαστέες λύσεις. Αναπτύχθηκαν κυρίως από τη Λέγκα και ξεκινούν από την έξοδο από το ευρώ, για να φτάσουν στην απαίτηση να κουρευτεί το χρέος μας προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Σε αυτό θα πρέπει να προστεθούν η δαιμονοποίηση της Γερμανίας και η πρόσληψή της ως κακιάς μητριάς που μας εκμεταλλεύεται και μας ξεζουμίζει. Κι έτσι οι πολέμιοι του κοινού νομίσματος υποστηρίζουν ότι η έξοδος από το ευρώ θα μας επέτρεπε να απαλλαγούμε από τη νομισματική ηγεμονία της Γερμανίας και να ξαναβρούμε την ελευθερία μας με ένα δικό μας εθνικό νόμισμα. Η πρώτη επίπτωση από την ανακοίνωση και μόνο της πρόθεσής μας να βγούμε από το ευρώ θα ήταν η φυγή όλων των ιταλικών καταθέσεων προς τη ζώνη του ευρώ, με πρώτες εκείνες των μικροκαταθετών που ψήφισαν Λέγκα. Οπως έγινε ακριβώς στην Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια, χρήμα δεν θα κυκλοφορεί, θα δημιουργηθούν ουρές στα ΑΤΜ και όλοι μαζί θα βρεθούμε ένα βήμα πριν από την άβυσσο.
Αλλά για να καταλάβει κανείς καλύτερα το μέγεθος μιας τέτοιας εξέλιξης αρκεί να διαβάσει το τεύχος του περιοδικού γεωπολιτικής «Limes» που είχε κυκλοφορήσει τον περασμένο χρόνο με τίτλο στο εξώφυλλο «Σε τι χρησιμεύει η Ιταλία». Το πρώτο άρθρο του τεύχους, που, όπως φαίνεται, δεν διαβάζουν και πολλοί στην Ιταλία, περιγράφει τους οικονομικούς δεσμούς ανάμεσα στη χώρα μας και την υπόλοιπη Ευρώπη, και ειδικά τη Γερμανία. Οπως προκύπτει, η ιταλική οικονομία είναι πλήρως διεθνοποιημένη. Στις περιφέρειες του Βορρά και του κέντρου της Ιταλίας, οι ιταλογερμανικές εμπορικές συναλλαγές ξεκινούν από το ένα και φτάνουν τα 18 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής σε είκοσι ιταλικές επαρχίες και είκοσι γερμανικές επιχειρήσεις κάνουν τον μεγαλύτερό τους τζίρο σε άλλες είκοσι.
Συνοπτικά, αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν καταφέρναμε να βγούμε από το ευρώ χωρίς να χρεοκοπήσουμε και χωρίς να προκληθούν πανικός και πλιάτσικα, θα γίνουμε σκλάβοι της γερμανικής οικονομίας και του ευρώ χωρίς να έχουμε πια κανέναν λόγο στη διαχείρισή του. Με άλλα λόγια, θα καταλήξουμε να γίνουμε αποικία. Σε αυτή την κατάσταση θέλουν να μας οδηγήσουν εκείνοι που υποστηρίζουν την έξοδο από το ευρώ. Μια τρελή πορεία, μια προαναγγελθείσα καταστροφή. Αλλά στους Ιταλούς αρέσει να πιστεύουν σε ιστορίες συνωμοσίας που εξυφαίνονται δήθεν από ξένα κέντρα εναντίον τους, σε σκοτεινές δυνάμεις που θέλουν να τους κόψουν τις συντάξεις. Ανοησίες που αναπαράγουν οι χειρότερες εφημερίδες του ιταλικού Τύπου.
Αλλά οι Ιταλοί ξεχνούν από πού προέρχεται αυτό το τεράστιο χρέος που τους καταπιέζει σήμερα. Φαίνεται να έχουν ξεχάσει τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, τα χρήματα που δαπανούσαν σαν να μην υπάρχει αύριο οι κυβερνήσεις Σπαντολίνι και Κράξι, φίλος του Μπερλουσκόνι ήταν αυτός ο τελευταίος. Φαίνεται να ξεχνούν ότι η διαφθορά και η φοροδιαφυγή είχαν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο μέχρι να έρθει η επιχείρηση «Καθαρά Χέρια» που οδήγησε στο τέλος των παραδοσιακών κομμάτων. Ξέχασαν τις πελατειακές προσλήψεις που φούσκωσαν τη δημόσια διοίκηση και τις μεγάλες κρατικές εταιρείες, όπως η Alitalia, και λησμόνησαν την εικοσαετία του Μπερλουσκόνι, όταν η χώρα είχε παραλύσει από τις δίκες του πρωθυπουργού και στην πολιτική της χώρας δεν υπήρχε άλλο από αυτό, ούτε ο εκσυγχρονισμός ούτε οι υποδομές ούτε η οικονομία αλλά ούτε και η τόσο απαραίτητη μεταρρύθμιση του κράτους.
Οι Ιταλοί δεν θέλουν, με άλλα λόγια, να ακούσουν ότι το χρέος, μαζί με την καταστροφή στην οποία οδεύουμε, είναι δικό μας και μόνο δικό μας λάθος, ότι κανένας δεν ήρθε να μας διαφθείρει, αλλά ότι εμείς είμαστε μια χώρα ανέντιμων και διεφθαρμένων, ότι είμαστε ανίκανοι να συμπεριφερθούμε ως πολίτες και με σεβασμό στα δημόσια πράγματα. Μια χώρα ατόμων που ασχολούνται μόνο με το προσωπικό τους συμφέρον. Μια χώρα που για ακόμη μία φορά αποδεικνύεται ότι δεν έγινε ποτέ κοινότητα του λαού, ποτέ ένα έθνος.
Ο Ντιέγκο Μαράνι είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Από τις εκδόσεις Αιώρα κυκλοφορεί το βιβλίο του «Νέα φινλανδική γραμματική». Το κείμενό του αυτό γράφτηκε αποκλειστικά για «ΤΑ ΝΕΑ».