Η όψιμη συναίνεση της γερμανίδας καγκελαρίου στις προτάσεις του γάλλου προέδρου, ειδικά για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, δεν μπορεί παρά να ιδωθεί κάτω από το πρίσμα της πίεσης που έχει αρχίσει να αισθάνεται από την Ιταλία και τις ΗΠΑ. Στην Ιταλία μια κυβέρνηση λαϊκιστών και ακροδεξιών ταράζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και στις ΗΠΑ ένας απρόβλεπτος πρόεδρος θέτει σε δοκιμασία με τον απομονωτισμό του τις ισορροπίες της παγκόσμιας οικονομίας.
Την ίδια ώρα η καγκελάριος της Γερμανίας διακηρύττει ότι δεν πρόκειται να κουρευτεί το δυσθεώρητο ιταλικό χρέος, όπως έχει αρχίσει να ζητεί η νέα κυβέρνηση της χώρας. Η θέση της είναι ότι η ΕΕ δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε «ένωση χρέους», θέση που διακονεί το Βερολίνο από την αρχή της κρίσης της ευρωζώνης παίρνοντας επανειλημμένως αφορμή από την κρίση που βίωσε και δυστυχώς εξακολουθεί να βιώνει η χώρα μας.
Το συμπέρασμα είναι ότι το Βερολίνο διστάζει και σε αυτήν την περίπτωση, παρά την πίεση που δέχεται, να κάνει εκείνα τα αποφασιστικά βήματα που θα θωρακίσουν την ευρωζώνη απέναντι σε ενδοσυστημικούς αλλά και εξωτερικούς κινδύνους. Κάθε «παραχώρηση», όπως αυτή προς το Παρίσι, θα συνοδεύεται από την προσκόλληση στην περίφημη γερμανική ορθοδοξία, από την ίδια επιφυλακτικότητα που πολλές φορές διαφημίζεται ως σύνεση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι, έστω και με αυτούς τους γερμανικούς ρυθμούς, η ΕΕ δεν προχωρά. Σε αυτήν την πορεία δεν θα πρέπει λοιπόν να χαθούν οι ευκαιρίες που θα εμφανιστούν. Η χώρα μας δεν έχει αυτή την πολυτέλεια.