Οι πρώτες αναλύσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την πλευρά της Κομισιόν και του ESM αναμένεται να τεθούν στη συνεδρίαση του EuroWorking Group την ερχόμενη Πέμπτη στο Παρίσι, παρότι σε πολιτικό επίπεδο οι εμπλεκόμενες πλευρές απέχουν ακόμα αρκετά από την τελική συμφωνία. Μάριο Ντράγκι και Ανγκελα Μέρκελ συναντήθηκαν χθες στο Βερολίνο, με τον εκπρόσωπο της καγκελαρίου να μην αποκαλύπτει το περιεχόμενο των συζητήσεων. Εικάζεται ότι σε πρώτο πλάνο βρέθηκαν οι εξελίξεις στην Ιταλία, ενώ δεν μπορεί παρά να συζητήθηκαν και οι συνθήκες εξόδου της Ελλάδας από το τρίτο πρόγραμμα χρηματοδότησης.
Στο εσωτερικό σκηνικό, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας επιμένει στην ανάγκη λήψης προληπτικής γραμμής πίστωσης ως συμπληρωματικού εργαλείου του ταμειακού αποθέματος ασφαλείας ενώ η βουτιά των επενδύσεων και η ασθενική κατανάλωση του πρώτου τριμήνου του έτους ήρθαν να σημάνουν καμπανάκι για τις αναπτυξιακές προοπτικές.
Στο μέτωπο του χρέους το Βερολίνο εξακολουθεί να κρατά σκληρή στάση, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την ενεργοποίηση του ελληνικού προγράμματος, όχι όμως και από την επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας. Μετά και την άκαρπη συνάντηση του Washington Group το περασμένο Σάββατο στον Καναδά, ο χρόνος για ενεργοποίηση του εν αναμονή προγράμματός του θεωρείται από πολλές πηγές ότι έχει τελειώσει.
Σχολιάζοντας την αδυναμία του Washington Group να φτάσει σε συμφωνία για το ελληνικό χρέος, η αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Ζανέτ Σβαμπέργκερ δήλωσε χθες ότι δεν υπάρχει νέα θέση του Βερολίνου σχετικά με το ζήτημα.
«Ολοι οι εμπλεκόμενοι θα εξακολουθήσουν να συζητούν. Εγκαίρως, πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος, θα ληφθεί μια απόφαση, όταν θα είναι διαθέσιμες όλες οι εκθέσεις που είναι απαραίτητες για αυτό. Η απόφαση θα ληφθεί στη βάση αυτών» δήλωσε η εκπρόσωπος.
Τις τελευταίες εβδομάδες, παρά την πίεση της Κομισιόν και την προσδοκία της ελληνικής κυβέρνησης να κλείσει η συμφωνία για όλα (αξιολόγηση, μεταμνημονιακή εποπτεία, χρέος) στις 21 Ιουνίου, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών φέρεται να ροκανίζει τον χρόνο, στρέφοντας τους προβολείς των αποφάσεων για αργότερα. Εχοντας ως δεδομένο ότι η Γερμανία επιδιώκει την ελάχιστη απαραίτητη ελάφρυνση του χρέους με την ταυτόχρονη απαίτηση ισχυρού πλέγματος μεταμνημονιακών δεσμεύσεων και εποπτείας, το μεγάλο ερωτηματικό τώρα είναι τι θα δείξουν οι αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους που εκπονούν τόσο η Κομισιόν και ο ESM όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Τα ευρήματα των DSA θα είναι αυτά που θα υπαγορεύσουν σε μεγάλο βαθμό τις αντιδράσεις των αγορών.
Η ΕΚΤ από την πλευρά της θα εκπονήσει τη δική της ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, τα αποτελέσματα της οποίας όμως δεν αναμένεται να δημοσιοποιηθούν.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά και το δίπολο ESM – ΔΝΤ συνεχίζουν να πιέζουν για τη λήψη μιας υβριδικής γραμμής πίστωσης από την ελληνική κυβέρνηση μετά τη λήξη του προγράμματος, θέμα στο οποίο επανήλθε χθες και ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας.
Με συνέντευξή του στην ιαπωνική εφημερίδα «Nikkei», o Γιάννης Στουρνάρας τονίζει ότι «η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει ότι θα ήταν συνετό να ζητηθεί προληπτική πιστωτική γραμμή από τον ESM» σημειώνοντας βεβαίως ότι «αυτή την απόφαση θα πρέπει να τη λάβει η ελληνική κυβέρνηση».
Με αφορμή της αλλεπάλληλες δηλώσεις Στουρνάρα αλλά και δημοσιεύματα του διεθνούς και ελληνικού Τύπου, ο ευρωβουλευτής της ΛΑΕ Νίκος Χουντής με ερώτησή του προς τον Μάριο Ντράγκι ζητεί να πληροφορηθεί αφενός εάν έχει προταθεί επίσημα στην ελληνική κυβέρνηση η προσφυγή σε προληπτική χρηματοδότηση, αφετέρου αν τυχόν λήψη της θα σήμαινε πρόσθετες υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής και μεταρρυθμίσεων.
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Χθες η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του έτους διαμορφώθηκε σε 2,3%. Εξαγωγές (+7,6%) και εισαγωγές (-2,8%) στήριξαν την ανάπτυξη παρά τη μείωση της τελικής καταναλωτικής δαπάνης (-0,3%) και των επενδύσεων (-10,4%). Αναλυτές αξιολογώντας τα νεότερα στοιχεία επισημαίνουν τις αδυναμίες της κατανάλωσης και των επενδύσεων αλλά θεωρούν ότι το δυναμικό ξεκίνημα του έτους είναι συμβατό με τον αναθεωρημένο στόχο για ετήσια επέκταση στην περιοχή του 2%.
Το ΙΟΒΕ με έκθεσή του εκτιμά πως καθώς ολοκληρώνεται το τρέχον Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής, ηοικονομία κινείται σε θετικό, αν και ήπιο ρυθμό ανάπτυξης, αν και παραμένουν πολύ σημαντικές αβεβαιότητες.
«Το πλαίσιοαξιολόγησης της δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής πολιτικής μετά τον Αύγουστο, ηπροαιρετική δυνατότητα άντλησης ρευστότητας από τους εταίρους και πιστωτές, ταμεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, είναι σημαντικά ζητήματα για τα οποίαακόμα δεν έχουν ληφθεί οι τελικές αποφάσεις» τονίζει το ΙΟΒΕ.