Η επιτυχία στο ποδόσφαιρο αποτελεί μορφή εξουσίας την οποία πάντοτε η πολιτική επιδιώκει να έχει σύμμαχό της.
Δύο περιστατικά με διαφορά λίγων ωρών αποκαλύπτουν τους αγώνες των πολιτικών συμφερόντων που δίνονται στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Στην Ιταλία ο νέος υπουργός Εσωτερικών και ηγέτης της ξενοφοβικής Λέγκας Ματέο Σαλβίνι προειδοποιεί τους παράτυπους μετανάστες να ετοιμάζουν βαλίτσες. Ο Μάριο Μπαλοτέλι, το πιο διάσημο παιδί αφρικανών μεταναστών που υιοθετήθηκε από Ιταλούς, ανταπαντά με πρόταση να γίνει αρχηγός της εθνικής ομάδας για να στείλει το δικό του ηχηρό μήνυμα στους ρατσιστές και ξενοφοβικούς.
Φυσικά ο Σαλβίνι αντέδρασε δηλώνοντας πως το περιβραχιόνιο πρέπει να δίδεται σε παίκτες που έχουν ποδοσφαιρική αξία, να είναι αντιπροσωπευτικοί και ταπεινοί και όχι γιατί είναι άσπροι, κίτρινοι ή πράσινοι.
Ανατολικότερα στη Μεσόγειο, το Ισραήλ προσπαθεί να χρησιμοποιήσει έναν από τους δημοφιλέστερους εκπροσώπους του ποδοσφαίρου, τον Λιονέλ Μέσι, ώστε να επιβάλει στην κοινή γνώμη αυτό που έπραξε ετσιθελικά ο Ντόναλντ Τραμπ: την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του.
Οι Παλαιστίνιοι καταγγέλλουν πως το Ισραήλ μετέθεσε το φιλικό παιχνίδι της εθνικής τους ομάδας με την Αργεντινή από τη Χάιφα στην Ιερουσαλήμ για να το μετατρέψει σε πολιτικό εργαλείο, προσδίδοντας αίγλη στον εορτασμό για τη συμπλήρωση 70 χρόνων από την ίδρυση του ισραηλινού κράτους.
Ο Μέσι δεν ξέρει και ούτε ενδιαφέρεται για την πολιτική. Το παραγόμενο φορτίο δημοτικότητάς του τον τοποθετεί ωστόσο στο κέντρο μιας μακρόχρονης διελκυστίνδας και η παραμικρή μετατόπισή του πιθανόν να τον εκθέσει.
Οι Παλαιστίνιοι προειδοποιούν πως θα κάψουν τις φανέλες του Μέσι αν δεχθεί να παίξει στην Ιερουσαλήμ, υπενθυμίζοντας πως υπάρχουν εκατομμύρια φαν του στον αραβικό και τον ισλαμικό κόσμο, στην Ασία και την Αφρική, που θα δυσαρεστηθούν με τη στάση του. Οταν στο κλάσμα της πολιτικής σκοπιμότητας ο παρονομαστής παίζει μπάλα.