Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι πολύ συχνή κακοήθεια, με μεγάλη θνητότητα. Η έκθεση στο κάπνισμα μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού εξηγεί τη μεγάλη συχνότητα της νόσου. Επειδή η νόσος διαγιγνώσκεται σε προχωρημένο στάδιο, η ριζική αντιμετώπισή της είναι δύσκολη. Τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει τρεις σημαντικές εξελίξεις: 1. Εξέλιξη του μοριακού χαρακτηρισμού του καρκίνου του πνεύμονα, με αποτέλεσμα την 2. Ανάπτυξη στοχευμένων θεραπειών που έχουν αυξήσει την επιβίωση και 3. Εισαγωγή ανοσοθεραπείας που προσφέρει μακροχρόνια ύφεση σε σημαντικό ποσοστό ασθενών. Παρόλα αυτά για να υπάρξει ουσιαστική αντιμετώπιση της νόσου πρέπει να μειωθεί η επίπτωσή της, μέσω παρεμβάσεων πρόληψης και διακοπής του καπνίσματος, και να αυξηθεί το ποσοστό των ασθενών που διαγιγνώσκονται σε πρωιμότερο και επομένως δυνητικά ιάσιμο στάδιο.
Αναφορικά με τον προσυμπτωματικό έλεγχο, στον καρκίνο του πνεύμονα έχει αποδειχθεί με τυχαιοποιημένη μελέτη σε χιλιάδες ασθενείς ότι η αξονική τομογραφία θώρακος χαμηλής δόσης (Low-dose CT, LDCT) μπορεί να μειώσει τη θνητότητα από τη νόσο έως και 20%. Η LDCT διενεργείται χωρίς σκιαγραφικό σε μηχανήματα που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και διαρκεί όσο μια ανάσα. Οι οδηγίες του Αμερικανικού Δικτύου για τον Καρκίνο (NCCN) προτείνουν αυτό να εφαρμόζεται σε άτομα ηλικίας 55-74 ετών που έχουν καπνίσει τουλάχιστον ένα πακέτο τσιγάρα για 30 χρόνια αλλά και σε άτομα άνω των 50 ετών που έχουν καπνίσει ένα πακέτο τσιγάρα για τουλάχιστον 20 χρόνια και έχουν και έναν επιπλέον παράγοντα κινδύνου. Στις ΗΠΑ μόνο, αυτός ο πληθυσμός μπορεί να πλησιάζει και τα 22 εκατ. άτομα. Για την επικέντρωση του ελέγχου στους ασθενείς που πραγματικά έχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο έχουν αναπτυχθεί μια σειρά μοντέλων που αξιολογούν παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η διάρκεια έκθεσης στο κάπνισμα, το οικογενειακό ιστορικό και το ιστορικό πνευμονοπάθειας.
Στην Ευρώπη δεν προτείνεται ακόμη η LDCT ως γενικευμένη μέθοδος προσυμπτωματικού ελέγχου εν αναμονή ευρωπαϊκής τυχαιοποιημένης μελέτης που θα ολοκληρωθεί σύντομα. Εξαιτίας του υψηλού ποσοστού των ατόμων που μπορεί να εμφανίσουν ευρήματα στην αξονική θώρακος κατά τη διάρκεια του ελέγχου, σημαντικό ποσοστό αυτών θα οδηγηθεί σε αχρείαστες επεμβάσεις. Επομένως ο έλεγχος πρέπει να διενεργείται μόνο σε εξειδικευμένα κέντρα μετά την αναλυτική ενημέρωση των συμμετεχόντων για τους κινδύνους και τα πιθανά οφέλη της διενέργειας της εξέτασης αυτής.