Είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της ποπ κουλτούρας. Τις τελευταίες τουλάχιστον επτά δεκαετίες όλοι προσπαθούν να το ασπαστούν, χωρίς όμως να μπορούν να το ορίσουν. Αυτή την «επικίνδυνη αποστολή» ανέλαβε να φέρει εις πέρας η έκθεση «Coolness: Story of an attitude», που διοργανώνεται έως τις 30 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο The Kennedys του Βερολίνου. Πρόκειται για το πρώτο σχετικό εγχείρημα στη Γερμανία που επιχειρεί να βγάλει απ’ την ασάφεια το κοινωνικό αυτό φαινόμενο που εκδηλώθηκε τον 20ό αιώνα και φτάνει μέχρι τον 21ο εν αναμονή.
Συνολικά 70 φωτογραφίες και αντικείμενα εξιστορούν τις περιπέτειες του «κουλ» από τη δεκαετία του ’50 μέχρι σήμερα. Πρωταγωνιστές είναι αναγνωρίσιμες φιγούρες της βιομηχανίας του θεάματος όπως η Μαντόνα, ο Μικ Τζάγκερ, ο Snoop Dog, ο Αντι Γουόρχολ ή ακόμα και ο Μοχάμεντ Αλι. Προκειμένου να αναλυθεί επιμελώς η σημασία του, η έκθεση χωρίζεται σε τέσσερις διαφορετικές ενότητες, υπογραμμίζοντας παράλληλα την εξέλιξη της έννοιας με το πέρασμα των δεκαετιών. Η εισαγωγή στην έννοια του κουλ γίνεται μέσα από το κομμάτι της «Αντίστασης». Ο επισκέπτης θα αναζητήσει την προέλευση του όρου στην Αμερική του ’50, κάνοντας ένα πραγματικό ταξίδι στο χρόνο. Οι πρώτες καταγραφές εντοπίζονται με το «Cool pose», πόζες δηλαδή που αναδεικνύουν τον κουλ χαρακτήρα του ατόμου. Η κουλ πόζα αγκαλιάστηκε δεόντως από τους Αφροαμερικανούς στα αστικά κέντρα σαν μια μορφή αντίστασης ενάντια στις διακρίσεις και τον ρατσισμό που χαρακτήρισαν την εποχή. Κάποια χρόνια αργότερα αυτή η συμπεριφορά αποκτά και επίσημη καλλιτεχνική έκφραση, την κουλ τζαζ.
Η κατάκτηση της Αμερικής
Το επόμενο κομμάτι της έκθεσης έχει να κάνει με την «Οικειοποίηση». Εδώ κυριαρχεί η κατάκτηση της Αμερικής από το κουλ κυρίως στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Το ρεύμα αυτό γίνεται εξαιρετικά δημοφιλές επίσης ανάμεσα στους λευκούς πολίτες που έκαναν ινδάλματα ηθοποιούς όπως ο Τζέιμς Ντιν και ο Μάρλον Μπράντο, που οπτικοποίησαν τη στάση του κουλ. Αίτημα των χρόνων είναι η κοινωνική αλλαγή και η πρόκληση των καταπιεσμένων ενστίκτων. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα θεωρείται η διαφήμιση της μάρκας τσιγάρων Μάλμπορο, με τον Malboro Man να θεωρείται το κατεξοχήν κουλ στοιχείο των νέων για πρώτη φορά.
Ο τρίτος σταθμός της έκθεσης αναδεικνύει το «Πάθος». Στις δεκαετίες ’60 και ’70 το κουλ υψώνει τη φωνή του με θάρρος και προκαλεί τη mainstream κοινωνία. Γίνεται η έκφραση της αυθεντικότητας, της προσωπικής επανάστασης και η φιλοσοφία του πάθους, όπου αποθεώνονται καλλιτέχνες και πολιτικοί που άφησαν το στίγμα τους τις δύο αυτές δεκαετίες κι άλλαξαν με το στυλ και τις κουλ απαιτήσεις τους. Τέλος, έρχεται η «Απόσταση», το τέταρτο κεφάλαιο της έκθεσης που φτάνει το κουλ στο σήμερα να το αντιλαμβανόμαστε σαν ένα υλικό στοιχείο. Στις μέρες μας, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης αλλά και της εμπορευματοποίησης, η έννοια έχει σχηματοποιηθεί μέσα από τη χρήση συγκεκριμένων αντικειμένων – λαφύρων. Δίπλα σε νέα υλικά αγαθά που φανερώνουν ποιότητες από το κουλ μπαίνουν και παλιές σταθερές αξίες που δένουν το παρελθόν του ορισμού με το παρόν και το μέλλον του.
Οι εικόνες που έχουν δώσει στην έκθεση φωτογράφοι όπως οι Roy Schatt, Michel Comte, Martin Schoeller,Steve Schapiro, Dieter Blum, Olaf Heine, Brian Duffy αποτυπώνουν το κουλ μέσα από το lifestyle. Εδώ βασιλεύουν τα γυαλιά ηλίου RayBan, οι τσίχλες Wring μέχρι τα αθλητικά Nike Air του Μάικλ Τζόρνταν. Μια άλλη ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα προσέγγιση του όρου στην έκθεση φέρνει κοντά την κουλτούρα της κατανάλωσης και τα συναισθήματα που προκαλεί.