To Μαύρο, να ‘ναι καλά, έχει πολλές αποχρώσεις. Μαύρο που σε πνίγει, μαύρο που σε αγκαλιάζει, μαύρο που μισείς, μαύρο που προσκυνάς, μαύρο που υπομένεις. Ο Ιαν Κέρτις, η φωνή (και το πνεύμα) των Joy Division, το τραγούδησε δίχως ποτέ να το υμνήσει –εν αντιθέσει με τις ορδές αυτών που μασκάρεψαν με μαύρη (με μικρό «μ») μουτσούνα, τον απωθημένο μικροαστισμό τους. Και εδώ είναι το αστείο (ή το χαριτωμένα γελοίο) της υπόθεσης: Εμπλεξαν, οι άνθρωποι τον Δία με τον Σίσυφο. Δεν έβλεπαν έναν άνθρωπο που μαρτυρούσε, προσπαθώντας, απέλπιδα, να νικήσει τον Θάνατο, αλλά έναν είρωνα θεό. Τόσο μακριά βρισκόντουσαν από την ψυχή και το έργο του. Και γι’ αυτό γκρινιάζουν για το «Control», την υπέροχα θλιμμένη ταινία που σκάρωσε ο Aντον Κόρμπαϊν το 2007 (τρία χρόνια προτού φιλμάρει τον αριστουργηματικό «Αμερικάνο»), βασισμένος στη ζωή του, καταγράφοντας λεπτό προς λεπτό την απόγνωση, την αγωνία και την παραίτηση ενός καλλιτέχνη βασανισμένου αλλά και ενός παιδιού που ενηλικιώθηκε βάρβαρα πριν την ώρα του και υπογραμμίζοντας, με τον πιο αποτελεσματικό δραματουργικά τρόπο, την τραγική αναγκαιότητα της αυτοκτονίας του.
Ο Ιαν Κέρτις γεννήθηκε στο Ολντ Τράφορντ του Μάντσεστερ στις 15 Ιουλίου 1956 και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο γειτονικό Μάκλσφιλντ γράφοντας ποιήματα και ακούγοντας φανατικά τους δίσκους του Ντέιβιντ Μπάουι. Παντρεύτηκε σε ηλικία 19 ετών τη συνομήλική του Ντέμπορα Γούντραφ (πάνω στο βιβλίο της οποίας, με τίτλο «Ιαν Κέρτις και Joy Division: αγγίζοντας από μακριά», βασίστηκε αυτή η ταινία) και, παρακολουθώντας μια συναυλία των Sex Pistols στο Μάντσεστερ τον Ιούλιο του 1976 αποφάσισε να γίνει μουσικός παρέα με τον κιθαρίστα Μπέρναρντ Σάμερ και τον μπασίστα Πίτερ Χουκ (είχαν όλοι παρακολουθήσει την ίδια συναυλία). Το νέο συγκρότημα ονομάστηκε Warsaw (από το τραγούδι του Ντέιβιντ Μπάουι «Warsawa») και λίγο αργότερα, λόγω νομικών περιπλοκών, μετονομάστηκαν σε Joy Division. Στις 29 Μαΐου 1977 εμφανίστηκαν για πρώτη φορά επί σκηνής, ανοίγοντας τη συναυλία των Buzzcocks, με τον Στίβεν Μόρις στα ντραμς, που έγινε το τέταρτο μέλος της παρέας.
ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ. Εδώ, μέσα από την εξαιρετική ασπρόμαυρη αναπαράσταση της μουσικής σκηνής του Μάντσεστερ, παρακολουθούμε τον νεανικό γάμο του ήρωα, το μεγάλο του πάθος για τη μουσική, τον μετασχηματισμό της ευαίσθητης ματιάς του σε στίχο, που έμελλε να γίνει ύμνος για εκατομμύρια φαν του συγκροτήματος, τον μεγάλο του έρωτα για την Ανίκ Ονορέ, την ωρίμασή του, μαζί με την ανεξέλεγκτη κοινωνική του εξέλιξη, και την ερμητική διαδρομή για την τελική του λύτρωση. Πράγματι, αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος δεν είχε επιλογή. Δύσκολο να το δεχτείς. Αβάσταχτο να το βλέπεις. Αλλά και πόση ευαισθησία χρειάζεται για να το κινηματογραφήσεις. Οση διέθεσε απλόχερα ο Αντον Κόρμπαϊν, σπουδαίος φωτογράφος και, κατά τη γνώμη μου, ένας από τους σημαντικότερους κινηματογραφικούς δημιουργούς του 21ου αιώνα.