Συνήθως ένα τέταρτο ή μισή ώρα πριν ανοίξει το κασετόφωνο για τη συνέντευξη, όσο δηλαδή κρατάνε οι πρώτες ρουφηξιές του καφέ, οι συστάσεις και η γνωριμία των συνομιλητών, αν δεν ξέρεις το τι πρόκειται να ειπωθεί, έχεις καταλάβει το κλίμα μέσα στο οποίο θα γίνει η συζήτηση. Και η Βίκυ Σταυροπούλου και ο Αδωνις Γεωργιάδης ήταν σαν δυο παιδιά που έρχονταν χαρούμενα και ανυποψίαστα για ενδεχόμενες παγίδες που θα μπορούσε να τους έχει στήσει ο ρυθμιστής της συζήτησης. Αφοπλιστικοί σε βαθμό που να αισθάνεσαι ότι οποιαδήποτε ερώτηση, οσοδήποτε αιχμηρή ή προκλητική, δεν θα γινόταν να τους θυμώσει, δεν μπορεί να μην εκτιμήσει κανείς μαζί με την αδιαμφισβήτητη ειλικρίνεια της διάθεσής τους αυτής και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: πόσο συμβάλλει μια αντίστοιχη αμεσότητα στη χειραφέτηση της πολιτικής και της καλλιτεχνικής ζωής ώστε μαζί με τις αναπόφευκτα σκοτεινές τους πλευρές να διατηρούν μια νότα καλοπροαίρετης αθωότητας.
Β.Σ. Ανακάλυψα το εξής φοβερό, ότι έχουμε γεννηθεί την ίδια μέρα, 6 Νοεμβρίου. Πώς γίνεται, αν και γεννημένοι την ίδια μέρα, να είμαστε τόσο διαφορετικοί χαρακτήρες;
Α.Γ. Δεν είμαστε καθόλου διαφορετικοί.
Β.Σ. Δεν είναι μόνο η ημερομηνία γέννησης. Εχουμε και οι δυο μας δύο ονόματα. Εμένα με λένε Βασιλική – Αφροδίτη…
Α.Γ. Εμένα Σπύρο – Αδωνι .
Β.Σ. Ακριβώς, προερχόμαστε και οι δύο από φτωχές οικογένειες κι είμαστε και τα στερνοπούλια τους.
Α.Γ. Βλέπω με έχεις μελετήσει…
Β.Σ. Μα δεν γίνεται να μη σε μελετήσει κανείς. Είσαι φαινόμενο. Εχουμε κι οι δύο στις πλάτες μας από ένα διαζύγιο, πολύ καλή σχέση με τους πρώην συντρόφους μας…
Α.Γ. Την τέλεια.
Β.Σ. …είμαστε και οι δύο άνθρωποι αυτοδημιούργητοι, παλέψαμε για να τα βγάλουμε πέρα και μάλλον τα καταφέραμε. Αγαπάς πολύ τα παιδιά όπως τα αγαπάω κι εγώ, αν κι εσύ είχες την τύχη να αποκτήσεις πιο πολλά, ενώ εγώ μόνον ένα. Κάνουμε και οι δύο διατροφή, αν κι εσύ δεν φαίνεται να έχεις ανάγκη, βγαίνουμε και οι δύο πολύ στην τηλεόραση. Ξέρουμε να πουλάμε, όχι βέβαια φύκια για μεταξωτές κορδέλες και το αποκορύφωμα των συμπτώσεων ανάμεσά μας είναι ότι φέτος κάνω στην τηλεόραση το «Μοney Drop».
Θ.Ν. Τι είναι το «Μοney Drop»;
Β.Σ. Είναι ένα τηλεπαιχνίδι στο οποίο είχε πάρει μέρος παλαιότερα για φιλανθρωπικούς λόγους ο Αδωνις, όταν το παρουσίαζε κάποιος άλλος.
Α.Γ. Αν και εγώ είμαι ένα άτομο παρεξηγημένο σε μεγάλο βαθμό, κυρίως γιατί έχω δώσει την εντύπωση ενός ανθρώπου που βγαίνει στην τηλεόραση και φωνάζει. Δεν έχουν όμως έτσι τα πράγματα. Αν δεν φωνάξεις –το λέω για τα βιντεάκια που έχω κάνει σε σχέση με τα βιβλία –δεν πουλάς. Είναι νόμος.
Ο προσωπικός μας πολιτισμός
Β.Σ. Πόσο εκτιμώ ότι υπερασπίζεσαι με τόση πίστη τη δουλειά αυτή και προπαντός ότι για να ζήσεις χρειάζεται να δουλέψεις.
Α.Γ. Δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Εχασα τους γονείς μου πάρα πολύ νωρίς. Ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν στο Λύκειο, η μητέρα μου τρία χρόνια αργότερα. Ο μεγάλος μου αδελφός ήταν ακόμη στον Στρατό, έπρεπε να τα βγάλω πέρα μόνος μου. Ανέλαβα την επιχείρηση με τα βιβλία ο ίδιος, πρέπει να υπογραμμίσω ότι το επάγγελμα του πωλητή βιβλίων είναι ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα. Ο πωλητής, για να πετύχει, χρειάζεται να βάλει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτό που κάνει. Οσοι κοροϊδεύουν τη δουλειά του πωλητή είναι γιατί δεν μπορούν να την κάνουν, την κοροϊδεύουν από τον καναπέ.
Β.Σ. Εκτιμώ αφάνταστα ότι δουλεύεις από τόσο μικρή ηλικία, αν και πολλοί πολιτικοί δεν το έχουν καν διανοηθεί, ότι βοήθησες τα αδέλφια σου κι ότι βγήκες παλικάρι.
Α.Γ. Οι δυσκολίες παρουσιάζονται κάποια στιγμή σε όλους τους ανθρώπους. Το θέμα είναι αν θα σε καταβάλουν ή αν θα προσπαθήσεις να τις αντιμετωπίσεις. Αλλά κι αυτό πάλι είναι θέμα χαρακτήρα. Προσωπικά είμαι ένας άνθρωπος που δεν το βάζει κάτω και προπαντός δεν θ’ αφήσει ανυπεράσπιστους τους ανθρώπους που εξαρτώνται από αυτόν. Αλλωστε αυτό εισπράττω σε σχέση και μ’ εσένα.
Β.Σ. Θεωρώ ότι αυτό που έχει μεγάλη σημασία τόσο για σένα όσο και για μένα, είναι η ενέργειά μας, ή με άλλα λόγια, ο προσωπικός μας πολιτισμός. Αυτό που φέρει ο καθένας μας άμα τη εμφανίσει του. Κι αυτό ο κόσμος το αντιλαμβάνεται, δεν μπορεί να τον κοροϊδέψει κανείς. Θα ‘θελα όμως να σε ρωτήσω όταν ήσουν μικρός είχες υποστεί μπούλινγκ;
Α.Γ. Μπούλινγκ όχι ιδιαίτερα, γιατί ήμουν πολύ επιθετικός. Αλλά αυτό που ένιωσα πολύ βαθιά μέσα μου είναι πόσο δύσκολο πράγμα είναι το να επιβιώσει κανείς. Θυμάμαι πώς αισθανόμουν όταν έβγαλα τα πρώτα βιβλία και πήγαινα στα βιβλιοπωλεία για να τα δειγματίσω και μου έλεγαν «φέρε μας πέντε αντίτυπα», νομίζοντας πως εγώ ήμουν το παιδί που σημείωνε τις παραγγελίες κι ότι υπήρχε ένα αφεντικό για να συνεννοηθούν μαζί του. Ομως οι δυσκολίες μπορεί να σε ωφελήσουν γιατί σε υποχρεώνουν να ωριμάσεις γρηγορότερα. Προσωπικά δεν θα ήμουν ο ίδιος αν είχαν πάει όλα καλά στη ζωή μου, αν δηλαδή δεν είχα χάσει τους γονείς μου. Θα ήμουν ένας φοιτητής που θα πέρναγε πολύ ωραία και θα έκανε την πρώτη του δουλειά καμιά δεκαπενταριά χρόνια αργότερα. Είχα μια μάνα που με λάτρευε και δεν ήθελε ποτέ να μου λείψει τίποτε. Ευτυχώς όμως που με τα δύο μου αδέλφια, τον μεγάλο τον Λεωνίδα και τον μεσαίο τον Αλέξανδρο, ήμασταν από την αρχή σαν μια γροθιά, πολύ αγαπημένοι.
Β.Σ. Παρά το γεγονός ότι δεν έχεις υποστεί μπούλινγκ, είσαι άνθρωπος που υπερασπίζεται τις μειονότητες.
Α.Γ. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει πιο απαίσιο πράγμα από το να βλέπεις έναν αδύνατο οποιασδήποτε κατηγορίας να τον ταλαιπωρούν. Σε όσα υπουργεία έχω πάει, όλοι οι υπάλληλοι με αγαπούν, ανεξάρτητα από το κόμμα στο οποίο ανήκουν. Δεν άφησα ποτέ κανέναν ακάλυπτο. Τους έλεγα πως ό,τι κι αν κάνετε, θα λογαριάζετε πως το κάνουμε μαζί και ότι, αν χρειαστεί, θα μπω μπροστά.
H Novartis και ο Βενιζέλος
Β.Σ. Οφείλω να ομολογήσω πως όταν σε πρωτοείδα και σε πρωτάκουσα, μου φαινόσουν ένας άνθρωπος με πολύ ακραίες, αρτηριοσκληρωτικές θέσεις και με ακραίο χαρακτήρα. Αλλά τι ωραίο που είναι στη διάρκεια ν’ αλλάζει η γνώμη σου γιατί ανακαλύπτεις έναν άνθρωπο που προχωράει κι είναι τόσο της δουλειάς και της αλήθειας, μα και τόσο ευθύς όσο είσαι εσύ.
Α.Γ. Οι άνθρωποι εξελίσσονται. Ούτε εγώ ήμουν όπως είμαι τώρα. Αλλά είναι το ύφος μου που έκανε πολλούς να με φαντάζονται όπως δεν ήμουν στην πραγματικότητα. Ισως να έχει φταίξει και η φωνή μου που ήταν δυνατή από φυσικού της. Οταν η μητέρα μου ερχόταν στο σχολείο να ρωτήσει για μένα, της έλεγε η δασκάλα «καταπληκτικό παιδί, αλλά παίρνω δύο ασπιρίνες γιατί δεν αντέχω τη φωνή του».
Β.Σ. Αλλο ένα κοινό μας χαρακτηριστικό είναι, νομίζω, ότι είμαστε και οι δυο μας φασαριώδεις ως άνθρωποι. Αν και για σένα έχω την αίσθηση ότι δεν θα βάζεις νερό στο κρασί σου, ενώ εμένα μ’ έχει μάθει η ζωή να βάζω.
Α.Γ. Δεν βάζω. Αν σε συμπαθώ, σε συμπαθώ, αν όχι, το ίδιο. Γενικότερα όμως, αν χρειαστεί, δεν θα διστάσω να μπω στη φασαρία. Για να πω την αλήθεια, με την υπόθεση Novartis, αν δεν με είχαν βάλει στη λίστα με τους δέκα, θα είχα σκάσει από το κακό μου. Τώρα, λόγω τιμής, λέω μέσα μου, ευτυχώς που με βάλανε, γιατί φαντάσου να μη με είχαν βάλει και να μην μπορώ να πάρω μέρος. Είναι η φύση μου.
Β.Σ. Κάτι που επίσης εκτίμησα ιδιαίτερα σε σένα, είναι όταν σ’ άκουσα την περασμένη εβδομάδα σ’ ένα κανάλι να μιλάς και να λες ότι αν δεν ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τώρα δεν θα είχαμε ρεύμα.
Α.Γ. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι μια πολύ παρεξηγημένη προσωπικότητα στην Ελλάδα. Γιατί ο έλληνας ψηφοφόρος δεν μπόρεσε να καταλάβει, δυστυχώς, τι έγινε πριν από επτά χρόνια στην Ελλάδα. Πάντα θέλω να είμαι δίκαιος με όλους τους πολιτικούς μου αντιπάλους, όπως ενδέχεται να το έχετε διαπιστώσει κι εσείς. Πάντα μιλώ για το τι έχουν κάνει οι προηγούμενοι υπουργοί από μένα, ποτέ δεν λέω ότι τα έχω κάνει όλα ο ίδιος. Χρειάζεται λοιπόν να το ομολογούμε απερίφραστα ότι αν το καλοκαίρι του 2011 ο Βενιζέλος είχε αποφασίσει να διασώσει το πολιτικό του μέλλον και είχε λαϊκίσει, η Ελλάδα σήμερα θα ήταν στη δραχμή. Τη στιγμή που αποφάσιζε να μπει ως υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Παπανδρέου και να αναλάβει το PSI, στην πραγματικότητα διακινδύνευε να βάλει τέλος στην πολιτική του καριέρα. Ομως το έκανε. Διαφορετικά, ώς το τέλος του 2011 θα είχαμε πάει στη δραχμή χωρίς να το καταλάβουμε. Αρα στην ουσία χρωστάμε όλοι μας στον Βενιζέλο. Δεν έχω την αυταπάτη ότι θα του το αναγνωρίσει ο ελληνικός λαός, αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Οσον αφορά το PSI, τι έγινε όταν ο Τσίπρας και ο Καμμένος έγιναν εξουσία; Το καταργήσανε; Οχι. Αντίθετα, έστειλαν δικηγόρους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκειμένου να το υπερασπιστούν, μην τυχόν και γίνει κανένα λάθος. Σκέφτηκαν μήπως να ζητήσουν συγγνώμη από τον Βενιζέλο για όλα αυτά που του είχαν σούρει τα προηγούμενα χρόνια; Οχι. Ούτε και θα το κάνουν ποτέ. Αυτή είναι η Ελλάδα.
Β.Σ. Είναι τόσο θετικό ν’ αναγνωρίζεις ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ίδια παράταξη με σένα, θα ήταν τόσο διαφορετική η χώρα μας αν μια αντίστοιχη στάση ίσχυε γενικότερα. Δεν ξέρω γιατί αλλά θυμάμαι αυτή τη στιγμή αυτό που είχε πει κάποτε ο Οδυσσέας Ελύτης, ότι αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, αυτό που θα μείνει στο τέλος θα είναι ένα καράβι, ένα αμπέλι και μια ελιά. Πράγμα που σημαίνει ότι για να την ξαναφτιάξεις, χρειάζεσαι τα ίδια ακριβώς πράγματα. Κάτι που με κάνει να σκέφτομαι ότι συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι που έχουν όραμα για την Ελλάδα.
Α.Γ. Το χειρότερο που έχει συμβεί σήμερα στην πολιτική ζωή είναι ότι υπάρχει μια φοβερή τοξικότης, έχουμε φτάσει στο σημείο να μισούμε ο ένας τον άλλον. Δεν είναι πια θέμα πολιτικού αντιπάλου.
Β.Σ. Κι αυτό είναι κάτι που περνάει στον κόσμο.
Α.Γ. Πρόκειται για τεράστιο λάθος. Η Ελλάδα έχει πληρώσει πολύ ακριβά αυτό το μίσος μέσα στην Ιστορία της. Ακόμη κι αν θα ήταν αδύνατον, θα έπρεπε να ανακαλύψουμε έναν τρόπο για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε, να απομακρυνθούμε όσο γίνεται πιο γρήγορα από την τραγωδία που ζούμε τα τελευταία χρόνια. Δυστυχώς όμως φαίνεται η φύση του λαού μας να είναι περισσότερο ο καβγάς παρά η σύνθεση.
Στο ασανσέρ με τη Ζωή
Θ.Ν. Θα ήθελα να ρωτήσω πώς απενοχοποιείται ένας πολιτικός σε σχέση με όσα του καταμαρτυρούν, είτε ανταποκρίνονται στην αλήθεια είτε όχι, και πώς απενοχοποιείται μια ηθοποιός που ενώ θα μπορούσε να παίζει «Λοκαντιέρα» και «Υπηρέτη δύο αφεντάδων», αναλίσκεται σ’ ένα εγχώριο, όχι πάντα πρώτης γραμμής μπουλβάρ;
Α.Γ. Από τη στιγμή που αποφασίζεις να εκτεθείς στα δημόσια πράγματα –είτε είσαι πολιτικός είτε είσαι ηθοποιός -, αποκλείεται να μην έχεις σκεφτεί ότι θα ακούσεις και αρνητικά σχόλια. Δεν γίνεται να σε συμπαθούν και να σε αγαπάνε όλοι. Προσωπικά μάλιστα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως αν δεν ακούς και πολλά αρνητικά, κάτι κάνεις λάθος σίγουρα. Αλλωστε στην Ελλάδα πιο πολύ κυριαρχεί ο φθόνος παρά η καλή κουβέντα. Το παίρνεις λοιπόν απόφαση και συνεχίζεις. Ομως μέσα στα χρόνια οι άνθρωποι φαίνονται ποιοι πραγματικά είναι.
Β.Σ. Θεωρώ πως αυτό που έχει σημασία στη δουλειά μας είναι ό,τι κάνεις να το κάνεις με προσήλωση και πίστη. Επειδή η δουλειά μας είναι τέτοια ώστε να μας ξέρει ο πολύς κόσμος, εκείνος που θέλει να πει κάτι θα το πει, ακόμη κι αν δεν κάνεις τίποτε απολύτως. Επομένως δεν με αφορά όποιος, έτσι ή αλλιώς, θα πει κάτι κακό, για να μην πω και κάτι καλό ακόμη. Προσωπικά θα δοκιμάζομαι συνεχώς, θα είμαι στο μετερίζι ετοιμοπόλεμη και θα κάνω, ανάλογα με την εποχή, αυτό που θεωρώ το καλύτερο για τον κόσμο που με παρακολουθεί. Ο χρόνος και η ζωή δικαιώνουν πάντα το αποτέλεσμα και όχι ο διαχωρισμός σε εμπορικό και ποιοτικό. Αδωνη, έχεις σκεφτεί ποτέ να παίξεις θέατρο;
Α.Γ. Δεν έχω παίξει, αλλά θα το έκανα με χαρά.
Β.Σ. Φαντάζομαι ότι θα μπορούσες να το κάνεις γιατί έχεις ανοιχτή ενέργεια και είσαι μεταδοτικός. Αν κλεινόσουν σ’ ένα ασανσέρ με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου για μισή ώρα, πώς θ’ αντιδρούσες;
Α.Γ. Τώρα διερχόμαστε μια φάση αγάπης. Σκέφτεστε να μπει στη Βουλή, πράγμα που είναι πολύ πιθανό, να γίνει Εξεταστική Επιτροπή και να εξετάζει η Κωνσταντοπούλου τον Τσίπρα; Ο Τσίπρας θα πάει να παραδοθεί μόνος του στον Κορυδαλλό για να γλιτώσει από την Κωνσταντοπούλου. Είναι ακάματη, είναι μια δύναμη της φύσης.
Η καθημερινότητα
Θ.Ν. Επειδή αισθάνεται κανείς ότι όλη αυτή η περίσσεια χαράς και ζωντάνιας που εκφράζετε είναι κι ένα είδος θεάτρου –με την καλή έννοια -, όταν κλείνει η πόρτα πίσω σας και δεν συμπεριφέρεστε ως δημόσια πρόσωπα, τότε τι γίνεται;
Α.Γ. Εννοείς όταν οι προσωπικοί λογαριασμοί γίνονται αμείλικτοι γιατί είναι κανείς ενώπιος ενωπίω;
Β.Σ. Ξέρετε τι έλεγε η γιαγιά μου; «Ποιος μπορεί να ξέρει τι σταυρό κουβαλάει ο καθένας».
Α.Γ. Προσωπικά, για να πω την αλήθεια, δεν έχω τέτοιου είδους προβλήματα. Οταν επιστρέφω σπίτι μου και είμαι εκτός δράσης, περνώ θαυμάσια με τα παιδιά μου ή με τους φίλους μου –τους ίδιους ακριβώς από τότε που ήμουν μαθητής. Κάθε Κυριακή, εδώ και είκοσι χρόνια, οι ίδιοι τέσσερις φίλοι μαζευόμαστε και παίζουμε πρέφα. Το κλειδί στη ζωή είναι να κάνεις κάτι που σου αρέσει. Επειδή η δουλειά η δική μας είναι επί εικοσιτετραώρου βάσεως, δεν είναι οκτάωρο, αν δεν σου αρέσει, θα γίνεις γκρινιάρης, καταθλιπτικός. Αν σου αρέσει, όταν επιστρέφεις σπίτι σου, θα αποφορτίζεσαι από μόνος σου.
Β.Σ. Πόσο δίκιο έχεις. Σκέφτομαι, έχω την υγεία μου, έχω το παιδί μου, έχω δυο – τρεις φίλους για να μοιράζομαι τη ζωή μου, ζω με αξιοπρέπεια χάρη σε μια δουλειά που αγαπώ πολύ, θα ήταν ανόητο να μην αισθάνομαι ευχαριστημένη. Φυσικά υπάρχουν δυσκολίες, αλλά και τότε δεν σηκώνω τα χέρια ψηλά γιατί η ίδια η ζωή αποδεικνύει κάθε μέρα πως όλα είναι διαχειρίσιμα.
Θ.Ν. Το θέμα της δημοσιότητας πώς το μετέρχεστε;
Α.Γ. Η δημοσιότητα είναι μια πολύ μεγάλη παγίδα. Ή μάλλον είναι συν και πλην όπως όλα στη ζωή. Σε βοηθάει σε πολλά πράγματα, κυρίως ότι όλοι είναι εξυπηρετικοί μαζί σου, δεν παύει όμως να είναι και ένας μεγάλος φόβος γιατί δεν μπορείς να αισθανθείς να χαλαρώνεις ούτε για μία στιγμή. Οφείλω όμως να παραδεχτώ ότι χωρίς την αναγνωρισιμότητα δεν θα είχα εκλεγεί βουλευτής.
Β.Σ. Ξέρει πολύ καλά κανείς πως όταν κάνει μια δουλειά όπως η δική μας θα υπάρξουν «παρατράγουδα» εξαιτίας ενός κόσμου που αν δεν υπήρχε, δεν θα υπήρχαμε ούτε εμείς. Αλλιώς δεν θα κάναμε τηλεόραση, θα κάναμε ραδιόφωνο. Επειδή όμως είμαι μια ηθοποιός που η τηλεόραση δεν έχει επηρεάσει τη ζωή της, θα πάω στο σουπερμάρκετ με τις παντόφλες, όπως πηγαίνει και η γειτόνισσά μου. Επειδή κάνω αυτή τη δουλειά, δεν υποδύομαι στη ζωή μου ότι είμαι κάποια άλλη. Στη δουλειά μου είμαι όπως πρέπει να είμαι και στη ζωή μου είμαι όπως κάθε άνθρωπος που έχει τελειώσει τη δουλειά του.
Α.Γ. Σ’ έναν πολιτικό όμως είναι πιο δύσκολα τα πράγματα, γιατί εμείς κρινόμαστε σε σχέση με το καθετί που κάνουμε, πιο συνολικά.