Τον Ιούνιο του 1946, με απόφαση του αμερικανού προέδρου Ρούζβελτ, μια μικρή πόλη στο Ατλάντικ Σίτι του Νιου Τζέρσεϊ παίρνει το όνομα Δίστομο. Εχουν περάσει δύο χρόνια από τη συγκλονιστική Σφαγή του Διστόμου, τον βασανισμό και την άγρια δολοφονία 228 αμάχων από τα γερμανικά στρατεύματα Κατοχής –την τραγωδία που κατέστησε το χωριό συνώνυμο της ναζιστικής φρίκης στην Ελλάδα. Στην εκδήλωση ονοματοδοσίας του «Διστόμου Νέας Ιερσέης» το «παρών» δίνουν μέλη του Κογκρέσου, πλήθος προσωπικοτήτων της εποχής, όπως ο δήμαρχος του Ατλάντικ Σίτι Ιωσήφ Αλτμαν και ο επιτετραμμένος της ελληνικής πρεσβείας Παύλος Οικονόμου – Γκούρας.
Το έγγραφο που συνετάχθη για τη μετάβαση του έλληνα διπλωμάτη στην εκδήλωση πουλήθηκε πριν από μερικά χρόνια σε δημοπρασία, αγοράστηκε από το Ιδρυμα Παπανδρέου και διαβιβάστηκε στον Πολιτισμικό Σύλλογο Διστόμου, ο οποίος πριν από λίγες ημέρες ανακοίνωσε ότι θα το διαθέσει στο Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού που λειτουργεί στο Δίστομο.
Την ίδια διαδρομή φαίνεται ότι θα ακολουθήσει και μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, που σώζεται από την ημέρα εκείνη, και εστάλη από τη Νέα Υόρκη στον διστομίτη επιχειρηματία Γεώργιο Μπάρλο.
Εύλογα προκύπτει το ερώτημα: πόσα ιστορικά ντοκουμέντα από τη Σφαγή του Διστόμου μπορεί να έχουν μείνει στην αφάνεια για 74 ολόκληρα χρόνια; Αρκετά, απαντούν όσοι γνωρίζουν. Για τον λόγο αυτό, το Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού αποφάσισε να απευθύνει ανοικτή πρόσκληση συγκέντρωσης αρχειακού υλικού για τα τραγικά γεγονότα του Διστόμου. Η πρόσκληση απευθύνεται στην τοπική κοινωνία καθώς είναι ήδη γνωστό στους διοργανωτές ότι τέτοιο υλικό υπάρχει: μια πόρτα στην οποία είναι ακόμη σφηνωμένη μια σφαίρα των Γερμανών από τις 10 Ιουνίου 1944, φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα των θυμάτων, ληξιαρχικές πράξεις θανάτου, αδημοσίευτες μαρτυρίες επιζώντων.
Θησαυροί
Τα σπίτια του Διστόμου κρύβουν αρχειακούς θησαυρούς. Στόχος της Διοικούσας Επιτροπής του Μουσείου είναι να πειστούν όσοι τα κατέχουν ότι η παραχώρησή τους θα συμβάλει στο κοινό καλό, να εμπλουτιστεί με νέο υλικό το Μουσείο και να αναβαθμιστεί μέσω της δημιουργίας ενός ενιαίου αφηγήματος που θα αφορά τη ζωή των θυμάτων πριν από την τραγωδία, στο χρονικό της Σφαγής, στο πώς οι Διστομίτες προσπάθησαν να επουλώσουν το τραύμα μετά τον Ιούνιο του ’44 και στη σημασία διατήρησης της ιστορικής μνήμης. Το Μουσείο, το οποίο δεν διαθέτει υπαλλήλους και λειτουργεί αποκλειστικά με εθελοντές, δέχεται ετησίως 12.000 επισκέπτες, πολλούς μαθητές και φοιτητές από το εξωτερικό, οι οποίοι πηγαίνουν στο Δίστομο για να διδαχθούν την Ιστορία στην πηγή της, ενώ διεξάγει και προηγμένα εκπαιδευτικά προγράμματα.
«Υπάρχει πολύ αρχειακό υλικό. Ακόμη κι εμείς μείναμε έκπληκτοι από όσα μαθαίνουμε. Τα σπίτια του Διστόμου είναι γεμάτα θησαυρούς» λέει στα «ΝΕΑ» η Αμαλία Παπαϊωάννου, εκπαιδευτικός, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Μουσείου και υπεύθυνη για τα εκπαιδευτικά του προγράμματα. «Ηδη υπάρχει ανταπόκριση. Η Νίτσα Νικολάου θα καταθέσει τα ρουχαλάκια των δύο μικρών αδελφών της που ήταν θύματα της Σφαγής. Ο Θεμιστοκλής Πίτσος, πρώην δημοτικός σύμβουλος, ο οποίος είχε ασχοληθεί επί σειρά ετών με το θέμα και έχει ένα συναρπαστικό αρχείο, θα το παραχωρήσει εις μνήμην του παππού του και της θείας του που ήταν θύματα του Διστόμου. Η συλλογή του περιλαμβάνει την αποτύπωση των γεγονότων από τον αθηναϊκό Τύπο, μια πλήρη συλλογή φωτογραφιών, αντίγραφα πρωτογενών πηγών αλλά και ένα πολύ σπουδαίο έγγραφο, την πρωτότυπη αναφορά του τότε νομάρχη Γεωργόπουλου για τη Σφαγή. Πιστεύουμε ότι θα προκύψει πολύ περισσότερο υλικό. Υπάρχουν ημερολόγια διστομιτών στρατιωτών από το Αλβανικό Μέτωπο, επιστολές που γράφτηκαν μετά τη Σφαγή και άλλα» προσθέτει η Αμαλία Παπαϊωάννου.
Μαρτυρίες ηχογραφημένες
Οπως εξηγεί ο Λουκάς Δημάκας, επίσης μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Μουσείου, ο Διστομίτης Αναστάσιος Βασιλαράκος έχει ήδη προσφερθεί να διαθέσει στο Μουσείο 40 ηχογραφημένες μαρτυρίες επιζώντων, τις οποίες κατέγραψε ο ίδιος σε κασέτες στις αρχές της δεκαετίας του ’90. «Θέλουμε να τα συλλέξουμε πριν χαθούν. Υπήρχε το σπίτι όπου σκοτώσανε τον παπά στο οποίο μια επιγραφή έλεγε “Εδώ εσφαγιάσθη ο παπάς μαζί με άλλους οκτώ”. Αργότερα το σπίτι γκρεμίστηκε και οι κληρονόμοι έφτιαξαν ένα νέο. Επειδή το Δίστομο προσέλκυσε πολύ κόσμο για εργασία λόγω των βωξιτών και ο πληθυσμός του διπλασιάστηκε, δημιουργήθηκαν ανάγκες ανοικοδόμησης και πολλά χάθηκαν τις δεκαετίες ’50 και ’60. Θέλουμε να διασωθούν όσα υπάρχουν και με όλο το υλικό να προχωρήσουμε σε μια ανασύσταση του Μουσείου σε πιο επιστημονική βάση» λέειο Λουκάς Δημάκας ενώ η Αμαλία Παπαϊωάννου προσθέτει: «Στόχος μας είναι τώρα που η Σφαγή πέρασε από την καθηλωτική στην παραδειγματική μνήμη να γίνει το Μουσείο η εστία του τόπου. Επιθυμούμε άνοιγμα στην τρίτη ηλικία, να λειτουργήσουν ακόμη και απογεύματα αναμνήσεων όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες του κόσμου, που να συνδέουν το παρελθόν με το παρόν και να λειτουργούν ακόμη και θεραπευτικά για τους παλιότερους…».
Αποκεφαλισμοί και εκτελέσεις
«Σε κάθε δέντρο, κατά μήκος του δρόμου και για εκατοντάδες μέτρα, κρέμονταν ανθρώπινα σώματα, σταθεροποιημένα με ξιφολόγχες, κάποια εκ των οποίων ήταν ακόμη ζωντανά», περιέγραφε την εμπειρία του από το Δίστομο ο σουηδός επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα. Συνολικά 228 νεκροί, ανάμεσα στους οποίους 45 παιδιά και 20 βρέφη ήταν ο απολογισμός. Στην επίσημη αναφορά του Ερυθρού Σταυρού περιλαμβάνονταν αποτρόπαιες σκηνές: παιδιά που τα αποκεφάλισαν οι Ναζί ή που συνέτριψαν το κεφάλι τους με τις μπότες τους, ομαδικοί κατ’ επανάληψη βιασμοί ανήλικων κοριτσιών μπροστά στους γονείς τους, ξεκοίλιασμα εγκύων και πνίξιμο των εμβρύων με τα εντόσθιά τους, αργό γδάρσιμο μέχρι θανάτου μικρών παιδιών, εν ψυχρώ εκτελέσεις γυναικών και ηλικιωμένων με πολυβόλα.