Στην ώριμη ποίηση οι λεκτικοί τρόποι δεν αποτελούν μεταφορικά σχήματα. Αντίθετα, παραπέμπουν σε ένα ανώτερο επίπεδο κυριολεξίας. Στις συνθέσεις της Ιωάννας Διαμαντοπούλου οι παρομοιώσεις και οι μεταφορές δεν αντιπροσωπεύουν τον μετασχηματισμό και εν τέλει τον εξωραϊσμό των πεζολογικών φράσεων αλλά ανάγονται στην ακριβολόγο απόδοση αυθεντικών γεγονότων (Ηχοι τρομακτικοί όπως όταν οι μάνες σχίζονται στα δύο. «Γυναίκα σε καφέ», Ο φίλος μου μετακόμισε τώρα δέκα πατώματα πιο κάτω μέσα μου. / Και δεν ακούω τα κύματά του / σαν αγριεύει και μεταμορφώνεται σε θάλασσα. «Ακίνδυνη συγγνώμη»). Αυτή η ακριβολογία άλλωστε οφείλεται σε μία εξαιρετική οικονομία του λόγου. Τα ποιήματα του βιβλίου «Στρατός ξυπόλητων λέξεων» δίνουν την εντύπωση πως συνιστούν το τελικό αποτέλεσμα μίας διαδικασίας κατά την οποία κάθε τι παράταιρο αφαιρέθηκε με ιδιαίτερο ζήλο. Υπάρχουν μάλιστα στίχοι οι οποίοι, ενώ δεν μπορούν να αποσπασθούν από το ολοκληρωμένο σώμα της σύνθεσης, παρουσιάζουν εντονότερη πυκνότητα, διεκδικώντας έτσι μία σχετική αυτονομία (Πνιγμένος είσαι. Μια ουλή της θάλασσας. «Το μήλο της γνώσης», Βρέχει. Πρώτα απ’ όλα βρέχει. «Αιφνιδίως», ίδιοι πόνοι, ίδιες χαρές. Λίγες. «Ακτήμονες»). Σε αυτή την κατηγορία υπάγονται και οι στίχοι που λειτουργούν ως συνθήματα: Η ζωή ήταν εδώ. Κι έφυγε νύχτα. («Η ζωή είναι αλλού»).

Διαφορετικό ύφος
Στη συλλογή διαμορφώνεται μία εξπρεσιονιστική μυθολογία, καθώς οι αναφορές σε αντικειμενικές και σε υποκειμενικές καταστάσεις περιορίζονται σε λιγοστά μόνο στοιχεία, τα οποία μεγεθύνονται, στρεβλώνονται και συνδυάζονται μεταξύ τους, συγκροτώντας ένα συνεκτικό σύστημα. Ως συνέπεια, αναπτύσσεται μία ιδιόμορφη εποπτεία του κόσμου, η οποία αντιστοιχεί στην έμφυλη αντίδραση απέναντι στη σύγχρονη δυστοπία, στον μελαγχολικό δηλαδή τρόπο με τον οποίο μία γυναίκα συγκρούεται ή συμπράττει με το αρνητικό πλεόνασμα της πραγματικότητας.
Ο όρος «φωνοκεντρισμός» του Ζακ Ντεριντά συνδέεται με το διαχρονικό αίτημα για την πριμοδότηση του λόγου με την παρουσία αυτού που τον εκφέρει, ώστε ο λόγος να εγγυάται την αποκάλυψη του συνολικού νοήματός του. Η προφορική ομιλία φαίνεται να διαθέτει τα συγκεκριμένα εχέγγυα και η πλησιέστερή της είναι η ποιητική έκφραση. Επιπλέον στο πεδίο της δεύτερης επιδιώκεται η εκπλήρωση ενός συγγενούς με το προηγούμενο αιτήματος: κάποιος να μιλήσει εκπροσωπώντας τους άλλους, με ύφος διαφορετικό από αυτό που θα επέλεγαν οι υπόλοιποι. Πρόκειται για μία εκδοχή του διαλόγου όπου ο ποιητής διατυπώνει τις αλήθειες, τις οποίες θα επιθυμούσε ο καθένας να αφηγηθεί, έτσι όμως ώστε να μην εξομοιώνεται με τους ακροατές και τους αναγνώστες αλλά να δημιουργεί μαζί τους την αναγκαία συμπληρωματικότητα. Η συλλογή ικανοποιεί και τα δύο προαναφερθέντα αιτήματα.
Οι συνθέσεις συμμορφώνονται προς ένα πρόγραμμα το οποίο βασίζεται στην ανατροπή της πρώτης πρότασης του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου. «Εν τέλει ην ο λόγος» λοιπόν, που σημαίνει ότι η ποίηση της Ιωάννας Διαμαντοπούλου λειτουργεί κυρίως απολογιστικά. Συγκεντρώνει και συσχετίζει όσα παρέμειναν μετά την ολοκλήρωση των καταστάσεων και την έκβαση των γεγονότων: γυμνές, «ξυπόλητες» λέξεις, που όμως αντιστοιχούν σε πράξεις και σε στοιχεία με τα οποία διαρθρώνεται μία εκ των υστέρων πραγματικότητα, μία περιοχή δηλαδή η οποία οργανώνεται ως κλειστό σύστημα και η οποία παρακολουθεί την εξατομικευμένη συνέχεια της πραγματικότητας. Εντός αυτού του κλειστού συστήματος ο λόγος αποκτά συγκεκριμένες ιδιότητες. Καθίσταται νύκτιος, μιμείται τη σιωπή, διαιρείται σε πολλά σπαράγματα της λύπης, σε λίγα της χαράς και, το πιο σημαντικό, μεταβάλλεται σε ζεστή μητρική ομιλία, η οποία παρηγορεί περιγράφοντας τα κοινά ανθρώπινα τραύματα.

Ιωάννα Διαμαντοπούλου
Στρατός ξυπόλητων λέξεων
Εκδ. Βακχικόν, 2018,
σελ.: 38
Τιμή: 8,50 ευρώ