Με τον Μπαράκ Ομπάμα καθισμένοι σε φτηνά πλαστικά σκαμπό να τσουγκρίζουν μπίρες και να μοιράζονται «βρώμικο» των πέντε ευρώ. Με τον Ιγκι Ποπ ημίγυμνοι –ο ίδιος κατάστικτος από τατουάζ –να ποζάρουν μπροστά σε μια υπερπολυτελή λιμουζίνα. Να τον ταΐζει μια γιαγιά στη Νάξο ή να τρώει με τα χέρια πάνω στο καΐκι του Βαγγέλη. Στο Noma του Ρενέ Ρέτζεπι που έχει ανακηρυχθεί τέσσερις φορές το καλύτερο εστιατόριο του κόσμου αλλά και σε ένα σφαγείο να γευματίζει, μέσα στο χώρο εργασίας, μαζί με τους εργάτες. Αυτός ήταν ο Αντονι Μπουρντέν, ο μεγαλοαστικής καταγωγής Αμερικανός από το Νιου Τζέρσεϊ με το γαλλικό όνομα, που έζησε όπως ήθελε και πέθανε όπως επέλεξε.
Μια μυθιστορηματική ζωή και ένας κινηματογραφικός θάνατος. Απαγχονίστηκε χρησιμοποιώντας τη ζώνη από τα μπουρνούζι του στο μπάνιο της σουίτας ενός ξενοδοχείου στο Στρασβούργο. Ενας ξαφνικός θάνατος ή μια προαναγγελθείσα «αναχώρηση»; Και όχι επειδή, ένα περίπου μήνα πριν, είχε αναρτήσει μια φωτογραφία στον λογαριασμό του στα social media γράφοντας ως λεζάντα «Μια μικρή σκιά στη ζέστη του μεσημεριού. Πηχτός αέρας… Ρούχα κηδείας από το Μπαλί». Ούτε γιατί είχε δηλώσει, σε παλαιότερη συνέντευξή του, ότι θα μπορούσε να είχε πεθάνει από τα είκοσι χρόνια του. «Ο Τόνι είχε σκοτεινή διάθεση τις τελευταίες δύο ημέρες» είπε συντετριμμένη η μητέρα του όταν πληροφορήθηκε το τραγικό γεγονός. Ο Τόνι φαίνεται ότι πάλευε πολλά χρόνια με τα σκοτάδια μέσα του. Αυτά που έκαναν να φαίνονται ακόμη πιο λαμπερές οι φωτεινές του πλευρές.
Τον είπαν pop idol, ροκ σταρ, σόουμαν. Κατά τη γνώμη μου αυτοί οι προσδιορισμοί δεν τον περιγράφουν απόλυτα καθώς αφήνουν αχαρτογράφητα πολλά χαρακτηριστικά του. Εξάλλου δεν ήταν ούτε καν σεφ έτσι όπως έχουμε μάθει, κυρίως από την τηλεόραση, να ερμηνεύουμε τον όρο. Τι ήταν λοιπόν ο Μπουρντέν που προκάλεσε την διαδικτυακή αντίδραση όσων δεν τον ήξεραν και απορούσαν και εξίσταντο, σε κάποιες περιπτώσεις επιθετικά, με αυτούς που τον ήξεραν και τον θαύμαζαν; Είτε λόγω επαγγελματικού ενδιαφέροντος είτε γιατί κάποιο βράδυ –πριν από οκτώ περίπου χρόνια –που δεν τους έπιανε ύπνος, έπεσαν τυχαία στην εκπομπή «No Reservations».
ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ ΑΛΛΙΩΣ. Εκεί τον πρωτοείδα κι εγώ. Εναν ωραίο άντρα, γύρω στα 50 τότε, που δεν αντιμετώπιζε το φαγητό σαν ελιτίστικη επιστήμη. Εμοιαζε να μην τον ενδιαφέρει η σωστή ορολογία, η ακρίβεια στη δοσολογία των υλικών, οι αυστηροί χρόνοι κατά την παρασκευή. Δεν τον απασχολούσε τόσο η συνταγή του φαγητού όσο η κατανάλωσή του από τους ανθρώπους. Σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της Γης. Η απόλαυση που μπορεί να τους προσφέρει. Το πώς μπορούν να επικοινωνήσουν με αφορμή ένα πιάτο ή ένα υλικό. Το αντιμετώπιζε ως στοιχείο πολιτισμού, επικοινωνιακού κυρίως. Είμαι σίγουρη ότι, αν και δεν το έχει πει ο ίδιος, πώς θα συμφωνούσε απόλυτα πως το φαγητό είναι η κοντινότερη απόσταση μεταξύ των ανθρώπων. Το εξέφρασε άλλωστε, κατά κάποιον τρόπο, όταν σε μια εκπομπή αποφάνθηκε ότι οι άνθρωποι τρώνε όπως κάνουν σεξ και αμέσως μετά έβαλε στο στόμα ένα ολόκληρο κομμάτι δεν θυμάμαι τι, που, κανονικά, κάποιος θα το έτρωγε σε δυο τρεις μπουκιές.
Ετσι γνωρίσαμε εμείς οι μη μύστες της γαστρονομίας τον Αντονι Μπουρντέν. Και κολλήσαμε μαζί του. Γιατί στις εκπομπές του τον είδαμε να τρώει, τύφλα στο μεθύσι, σε καντίνες, από αυτοσχέδιες ψησταριές στο δρόμο, να δοκιμάζει όρχεις διαφόρων ζώων, να συμμετέχει σε έφοδο της αστυνομίας του Παναμά εναντίον εμπόρων κοκαΐνης, να ταξιδεύει στην Αϊτή αμέσως μετά τον σεισμό του 2010. Τον είδαμε και στη χώρα μας, στη Νάξο και στην Κρήτη, όπου έπινε τσικουδιά από μπιτονάκι βενζίνης.
Παράλληλα, αρχίσαμε να διαβάζουμε τα βιβλία του. Καμιά σχέση με βιβλία μαγειρικής. Στο πρώτο του –και λιγότερο γνωστό στην Ελλάδα –το «Typhoid Mary», μιλάει για μια γυναίκα μαγείρισσα που έζησε στη Νέα Υόρκη στις αρχές του 20ού αιώνα, έπασχε από τυφοειδή πυρετό και δηλητηρίασε με τα φαγητά της πάνω από 50 άτομα εκ των οποίων τα τρία κατέληξαν. Από το «Κουζίνα Εμπιστευτικό», μάθαμε τα βρώμικα μυστικά κατ’ ευθείαν από τις κουζίνες των πολυτελών εστιατορίων.
ΑΝΑΧΩΡΗΤΗΣ. Και πάλι όμως, δεν ήταν μόνο αυτό ο Μπουρντέν. Το αποτύπωμά του τόσο στη γαστρονομία όσο και στις ταξιδιωτικές εκπομπές παρέπεμπε σε άνθρωπο που ήταν συγχρόνως κοσμοπολίτης και αναχωρητής. Ιδιαίτερος συνδυασμός. Οι εμπειρίες του με τα ναρκωτικά, το ποτό, τα αναλγητικά, το ότι επανεφηύρε τον εαυτό του μετά τα 40 του δεν θα σήμαιναν τίποτα αν δεν αφορούσαν έναν άνθρωπο που έμοιαζε να τον στενεύει αυτός ο κόσμος. Και ας έδειχνε τόσο ευρύχωρος γύρω του. Γόνος πλούσιας οικογένειας, απόφοιτος του κολεγίου Vassar, γοητευτικός και αγαπητός σε όλους όπως τον θυμάται και ο σεφ Αρης Τσανακλίδης από τότε που ήταν συμμαθητές στο Culinary Institute of America. Δύο γάμοι, ένα μεγάλος έρωτας με την Αζια Αρτζέντο, ένα παιδί στα πενήντα του. Πολλά χρήματα, πολλά ταξίδια, πολλές επιτυχίες… Και η ζώνη ενός μπουρνουζιού στο μπάνιο κάποιου ξενοδοχείου.