Πρόκειται ασφαλώς για ακούσιο σαρκασμό της πραγματικότητας. Για έναν αψίκορο αθλητισμό.
Πανηγυρίζουμε, αλλά γιατί πανηγυρίζουμε; Η ελληνίδα πρωταθλήτρια του τένις Μαρία Σάκκαρη ανέβηκε χθες στο νούμερο 33 της παγκόσμιας κατάταξης. Σε πρόσφατη συνέντευξή της έθεσε ως πρώτο στόχο να μπει στο Τοπ 30 ώς το τέλος της χρονιάς, και στο μέλλον να φτάσει στο Τοπ 10 ή στο Τοπ 5. Ας υποθέσουμε πως οι επιδόσεις της ξεπερνούν τις προσδοκίες της και φτάνει μέχρι το νούμερο 1. Φαντάζομαι πως σε μία τέτοια περίπτωση ο ελληνικός Τύπος θα γράψει ύμνους για την κορυφαία αθλήτρια του τένις, για το DNA που κληρονόμησε από την επίσης πρωταθλήτρια στο άθλημα μητέρα της, για τη δύναμη, την τεχνική της. Θα τη δούμε πρωταγωνίστρια σε διαφημίσεις, σε πρωτοσέλιδα στα περιοδικά. Θα δέχεται βροχή τις προσκλήσεις από τηλεοπτικά σόου, θα μάθουμε το αγαπημένο της φαγητό, πότε έμαθε να κάνει ποδήλατο, πόσο καλή ήταν στο σχολείο.
Καλά και ωραία όλα αυτά. Αυτό που δεν θα μάθουμε όμως είναι με τι θα γεμίσει τη γωνία του σπιτιού της όπου υποτίθεται θα τοποθετούσε τα τρόπαια. Εκτός κι αν η Μαρία Σάκκαρη είναι ικανοποιημένη από τα μετάλλια και τα κύπελλα που δίνονται για τις διοργανώσεις της ημεδαπής.
Πόση σημασία θα έχει να φτάσει στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης, αν βλέπει τις άλλες αθλήτριες να περνούν από μπροστά της αγκαλιά με τα κύπελλα του Ρολάν Γκαρός, του Γουίμπλεντον, του Φλάσινγκ Μέντοου; Και μην πει κάποιος πως το νούμερο 1 συνεπάγεται και τίτλους γκραν σλαμ γιατί υπάρχει το επιχείρημα της Μορεσμό, της Γέλενα Γιάνκοβιτς και της Ντινάρα Σάφινα. Το βιογραφικό της τελευταίας ξεκινά: πρώην νούμερο 1 του κόσμου, ρωσίδα τενίστρια. Πόσοι τη θυμούνται;
Ας αφήσει λοιπόν στην άκρη η Σάκκαρη το φαντασιακό υποκείμενο της αναρρίχησης κι ας επικεντρωθεί στο μόνο που γράφει ιστορία: την κατάκτηση τίτλων.