«Οι απίθανοι 2»: Οι υπερήρωες αποτελούν πλέον κομμάτι της φιλμικής πραγματικότητας, όχι απλά ένα έκτακτο γεγονός όπως συνέβαινε παλαιότερα με τον, κατά Τιμ Μπάρτον «Μπάτμαν» (παρεμπιπτόντως, το «Batman Returns» παραμένει η καλύτερη ταινία του είδους), και μαζί με αυτή την αλλαγή, φοβάμαι πως έχουμε καταπιεί αμάσητη μια σειρά εκκωφαντικών παραλογισμών. Εχουμε, ας πούμε, δεχτεί πως τούτες οι «κόμικ» ταινίες κρίνονται από το κατά πόσο είναι απολύτως πιστές και στο γράμμα αλλά και στο «πνεύμα» των πρωτοτύπων –ούτε για τον Σαίξπηρ ή τον Ντοστογέφσκι τέτοια πρεμούρα! Αυτό κυρίως λόγω του αυθαίρετου (και απαίδευτου) ισχυρισμού πως το σινεμά και τα κόμικς αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία σε τέτοιο βαθμό που μονάχα… αυθάδεις σκηνοθέτες θα τολμούσαν να «κακοποιήσουν» αυτά τα μεγαλουργήματα διασκευάζοντάς τα. Εχουμε επίσης καταπιεί αμάσητο το ζήτημα της παγκόσμιας ηθικής: μια ηρωική ομήγυρη, ή και ο καθένας εξ αυτών μόνος του, μπορεί να επιβάλει σε ολόκληρο τον πλανήτη –με αφορμή κάποια «απειλή» –τη δική του ηθική θέση απέναντι στο «καλό» και στο «κακό» (από μια δυτικότροπη πάντα σκοπιά) και δεν τρέχει μία. Αλλά αυτό που εμένα με εκνευρίζει περισσότερο είναι πως σε κάθε μια από αυτές τις ταινίες πρέπει να σκοτώνονται εκατοντάδες χιλιάδες αθώοι. Προσπαθήστε λίγο να σκεφτείτε πόσα γιοφύρια τίγκα στα αμάξια είδατε να κατακρημνίζονται στο κενό τα τελευταία χρόνια στις αίθουσες, και θα χάσετε το μέτρημα.
Στους «Απίθανους 2» λοιπόν (που ξεκινούν από εκεί που σταμάτησε το πρώτο φιλμ), η γνωστή σούπερ οικογένεια αναλαμβάνει να γραπώσει έναν διαβόητο ληστή τραπεζών αφήνοντας πίσω της μια πόλη κατεστραμμένη. Και εκεί, επιτέλους, ακούγεται αυτό που όλοι σκεφτόμαστε: θα συνέφερε περισσότερο ένα κράτος να άφηνε ανεξέλεγκτους τους εγκληματίες (οι τράπεζες άλλωστε είναι ασφαλισμένες για τέτοιο ενδεχόμενο) παρά να μαζεύει τα συντρίμμια που αφήνουν πίσω τους οι υπερήρωες κάθε φορά που προσπαθούν να σώσουν τον πλανήτη. Και έτσι τους θέτουν εκτός νόμου! Ενας επιχειρηματίας όμως διαφωνεί και, σε μια προσπάθεια να κάνει τους σούπερ ήρωες ξανά συμπαθείς, αποφασίζει να δώσει στην Ελαστίνα την ευκαιρία να αποκαταστήσει τη φήμη της οικογένειας ενώ ο Κύριος Απίθανος… μένει στο σπίτι να προσέχει τα παιδιά. Που βέβαια αναπτύσσουν κι εκείνα τις δικές τους δυνάμεις.
Ο Μπραντ Μπερντ έπειτα από ένα πετυχημένο (MI5) και ένα αποτυχημένο («Tomorrowland») βήμα στη μυθοπλασία ενηλίκων επιστρέφει στα κινούμενα σχέδια, αλλά οι σκηνές δράσης εδώ, όχι απλά δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτα τις ανάλογες της Marvel για παράδειγμα, αλλά τις ξεπερνούν κιόλας. Μιλάμε για κομψοτεχνήματα κινηματογραφικής γλώσσας, γεμάτα αναφορές (που φτάνουν μέχρι και το νουάρ) και μια περιρρέουσα αφήγηση που ξεδιπλώνεται με τόσο… φινετσάτο νεύρο (ας μου επιτραπεί το παράδοξο της έκφρασης) που παραδίνεσαι από το πρώτο λεπτό. Οταν λοιπόν τα δεδομένα αλλάζουν και οι Απίθανοι αναλαμβάνουν δράση, έπειτα από μια σειρά ξεκαρδιστικών ανατροπών, ο θεατής δεν είναι απλά με το μέρος τους: εχει σηκωθεί από το κάθισμα και χοροπηδάει. Και όλα αυτά σε μια (παιδική;) περιπέτεια με βάθος σκέψης αλλά και γνήσιο σασπένς. Η Pixar που αγαπήσαμε!
Βαθμοί: 8
«Ερωτικές ιστορίες καθημερινής τρέλας»: Ο Μάρκο Φερέρι έμεινε απολύτως πιστός στο πνεύμα του Τσαρλς Μπουκόφσκι μεταφέροντας, το 1981, μια σειρά από διηγήματά του (επικεντρωμένος στο «Πιο όμορφο κορίτσι της πόλης» του 1972), σε μια ταινία που, αν μη τι άλλο, αποδεικνύει τη συγγένεια ανάμεσα στους δύο καλλιτέχνες, συγγένεια που εγγράφεται στον βαθύ, μηδενιστικό όσο και ρομαντικό σαρκασμό τους. Ο Μπεν Γκαζάρα υπήρξε υπέροχος Μπουκόφσκι, ρίξτε όμως και μια ματιά στην Ορνέλα Μούτι: στέκεται στο ίδιο ύψος με τον μεγάλο πρωταγωνιστή. Βαθµοί: 7
«Book Club»: Μια παρέα τεσσάρων (εξαιρετικά) ώριμων κυριών που όλες τους βρίσκονται σε κάποιο οριακό/ κομβικό σημείο, βλέπουν τις ζωές τους να αλλάζουν όταν πέφτει στα χέρια τους ένα αντίτυπο του… «50 αποχρώσεις του γκρι»! Δεν ξέρω πόσα λεφτά λείπουν στη Τζέιν Φόντα, την Ντάιαν Κίτον ή την Κάντις Μπέργκεν (για να μην αναφέρω τους Αντι Γκαρσία και Ντον Τζόνσον), αλλά θα μπορούσαν να κάνουν έρανο από το να εμφανίζονται σε χάλια σαν κι αυτό.Βαθµοί: 1
«Μαμά από το πουθενά»: Ενας κωφάλαλος (χαχα, τι αστείο) ισχυρίζεται πως είναι ο γιος μιας οικογένειας μεγαλοαστών που όμως… δεν θυμούνται να έχουν κάνει ποτέ παιδί. Αυτή η ιστορία, που δεν πηγαίνει και πουθενά, σε μια εντελώς αδιάφορη γαλλική κωμωδία, είναι μια από τις πολλές εντελώς αδιάφορες γαλλικές κωμωδίες που θα δούμε φέτος. Αναρωτιέμαι αν τις αγοράζουν φτηνά.Βαθµοί: 1
ΠΡΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ: Στη γαλλική κωμωδία «Πού θα κοιμηθείς απόψε;» μια σύζυγος αποφασίζει να μοιραστεί τον καλό της με την ερωμένη του. Μια από τα ίδια, τα έχουμε πει άλλωστε. Στο χολιγουντιανό δε «Hotel Artemis», δύο ληστές βρίσκουν καταφύγιο στο «Hotel Artemis», ένα μυστικό νοσοκομείο για εγκληματίες, το οποίο διευθύνει η… Τζόντι Φόστερ. Ολα αυτά στο Λος Αντζελες του μέλλοντος! Τέλος, στο «10 μέρες χωρίς τη μαμά», μια μητέρα τεσσάρων παιδιών φτάνει στα όριά της, τους παρατά όλους σύξυλους και πάει διακοπές. Βλέπετε, μπορούν και στην Αργεντινή να γυρίζουν χλιαρές φάρσες!