Ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να μην έχει πολλές ομοιότητες με τον Κιμ Γιονγκ Ουν. Οι μοναρχικές τάσεις του, όμως, γίνονται όλο και πιο φανερές ημέρα με την ημέρα. Προτάσεις που αφορούν την επέκταση των προεδρικών εξουσίων και άλλοτε θα φαίνονταν παράλογες –τόσο από συνταγματικής όσο και από ιστορικής άποψης –σήμερα συζητούνται σαν να πρόκειται για φυσιολογικές σκέψεις.
Ο Κιμ, από την πλευρά του, βλέπει πιθανότατα στον Τραμπ, τον πρώτο αμερικανό πρόεδρο που συναντήθηκε ποτέ με βορειοκορεάτη ηγέτη, ένα συγγενές πνεύμα. Αλλά οι ιδρυτικοί πατέρες της Αμερικής θα έφριτταν με την τύχη των αξιών που μπόλιασαν το αμερικανικό Σύνταγμα. Αποφασισμένοι να μην αντικαταστήσουν τη βρετανική μοναρχία με μια ντόπια, έδωσαν μεγαλύτερη θεσμική σημασία στο Κογκρέσο από την ίδια την προεδρία. Γι’ αυτόν τον λόγο στο Αμερικανικό Χάρτη το νομοθετικό σώμα προηγείται των εξουσιών του προέδρου, οι οποίες, σημειωτέον, καθορίζονται στο άρθρο 2.
Ο Τραμπ ωστόσο καταστρατηγεί μια βασική έννοια: εκείνη της λογοδοσίας του προέδρου στους πολίτες. Ενώ στη διάρκεια της προεδρίας του το Κογκρέσο δείχνει δειλό και υποδεέστερο. Αυτό συμβαίνει επειδή οι ηγέτες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το οποίο ελέγχει τόσο τη Βουλή των Αντιπροσώπων όσο και τη Γερουσία, φοβούνται την εκλογική βάση του Τραμπ. Φοβούνται να τα βάλουν με εκείνο το 30%-35% των Αμερικανών που τον στηρίζουν με πάθος, αδιαφορούν για τις προσωπικές του παρεκκλίσεις, ανέχονται την κατάπτωση του δημόσιου διαλόγου, στηρίζουν την κακή μεταχείριση των μεταναστών και δεν ενδιαφέρονται για το γεγονός ότι αφήνει την Αμερική σχεδόν χωρίς φίλους στον κόσμο.
Η βάση αυτή έχει ένα σημαντικό μερίδιο ανάμεσα στους Ρεπουμπλικανούς που ψηφίζουν στις προκριματικές εκλογές για την επιλογή των υποψηφίων στη Βουλή και τη Γερουσία. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι οι Ρεπουμπλικανοί που φιλοδοξούν να κατεβούν υποψήφιοι διστάζουν να συγκρουστούν με αυτή τη βάση. Οσο λοιπόν η εκλογική βάση του Τραμπ μένει άθικτη τόσο θα μεγαλώνει η δική του ισχύς. Εκείνοι οι λίγοι εξάλλου που μίλησαν ανοικτά εναντίον κάποιων από τις πρακτικές του Τραμπ είναι ανάμεσα σε εκείνους που αποφάσισαν να μην θέσουν εκ νέου υποψηφιότητα. Πολλοί κουράστηκαν από τον τυφλό κομματισμό που έχει εισβάλει στην πολιτική ζωή –κομματισμό ο οποίος έχει ως αποτέλεσμα να παραλύσει σχεδόν το Κογκρέσο.
Οι μοναρχικές τάσεις αναδείχθηκαν όταν, με αφορμή αποκάλυψη των «New York Times» για τις επιστολές των δικηγόρων του προς τον ειδικό ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ, ο Τραμπ έγραψε στο Twitter ότι ο πρόεδρος μπορεί να συγχωρέσει τον εαυτό του για οποιαδήποτε κατηγορία και αν του αποδοθεί. Αυτά αλλά και άλλα που έχει υποστηρίξει κατά καιρούς ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μαρτυρούν την αθωότητά του καθώς τον πανικό του και την όλο και μεγαλύτερη απελπισία του. Οι Αμερικανοί περιμένουν και από άλλους Ρεπουμπλικανούς να μιλήσουν ανοικτά.
H Ελίζαμπεθ Ντριου είναι τακτική αρθρογράφος της επιθεώρησης «The New York Review of Books» και συγγραφέας, πιο πρόσφατα, του βιβλίου «Washington Post: Reporting Watergate and Richard Nixon’s Downfall»