Αισθάνομαι ευτυχής και τυχερός διότι είχα τη συγκυρία να είμαι Πρωθυπουργός σε μια στιγμή που στη γειτονική χώρα υπήρξε σημαντική πολιτική αλλαγή και έδωσε τη δυνατότητα σ’ εμένα και τον πρωθυπουργό Ζάεφ να κάνουμε ουσιαστική και επίπονη προσπάθεια προκειμένου να λύσουμε θέμα δεκαετιών, δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ1.
Προσπαθήσαμε, είπε, να το λύσουμε με σεβασμό στις αξίες, τις βασικές γραμμές και την αξιοπρέπεια ο ένας του άλλου.
Το κρίσιμο από εδώ και πέρα είναι αν η άλλη πλευρά θα πετύχει όσα προβλέπονται, ανέφερε και τόνισε πως η συμφωνία μπορεί να είναι βιώσιμη. «Δημιουργούμε ένα μομέντουμ να νικήσουμε τους εμπόρους πατριωτισμού και στις δύο πλευρές», σημείωσε.
«Με αυτή τη συμφωνία αίρουμε οποιαδήποτε προσπάθεια οικειοποίησης της ιστορίας μας», υπογράμμισε ο Πρωθυπουργός.
Ερωτηθείς τι θα γίνει εάν, ενώ περάσει από τη γείτονα, δεν περάσει από την ελληνική βουλή, ο κ. Τσίπρας είπε ότι οι ΥΠΕΞ θα υπογράψουν συμφωνία που θα τεθεί σε ισχύ μονάχα όταν κυρωθεί και από τις δύο πλευρές.
«Μια από τις προϋποθέσεις αν δεν περάσει, θ’ ακυρωθεί η συμφωνία»
Επισήμανε το χρονοδιάγραμμα των βημάτων που απαιτούνται από τη γείτονα χώρα έως ότου έρθει η ώρα για κύρωσή της από την ελληνική πλευρά για να τεθεί σε ισχύ. Μόνο όταν τεθεί σε ισχύ θα υπάρχουν οι υποχρεώσεις και από τη δική μας πλευρά σε διεθνές επίπεδο, σημείωσε.
Πρόσθεσε ότι αν μια από τις προϋποθέσεις που προβλέπει η συμφωνία δεν περάσει, δυστυχώς θ’ ακυρωθεί. «Εγώ όμως πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε», είπε και εκτίμησε ότι αν η άλλη πλευρά κάνει το μεγάλο βήμα, τότε στην ελληνική Βουλή θα επικυρωθεί από μεγάλη προοδευτική πατριωτική δημοκρατική πλειοψηφία.
«Εμείς ως Ελλάδα έχουμε τη διακριτική ευχέρεια να τους αναφέρουμε είτε ως Βόρεια Μακεδονία είτε ως Severna Makedonija», είπε, εξηγώντας ότι το όνομα δεν είναι αμετάφραστο και έφερε ως παράδειγμα την περίπτωση του Montenegro, το οποίο αναφέρουμε ως Μαυροβούνιο.
Πρόσθεσε πως αν καταλήγαμε σε συμφωνία με αμετάφραστη ονομασία, που όλες οι χώρες θα έλεγαν «Severna Makedonija», εξαιτίας του δύσχρηστου χαρακτήρα της ονομασίας, αργά ή γρήγορα κανείς δεν θα χρησιμοποιούσε ολόκληρο τ’ όνομα, αλλά σκέτο «Maκedonija», ενώ τώρα θα χρησιμοποιείται το «Βόρεια Μακεδονία» στη γλώσσα κάθε χώρας.
Επισήμανε ότι ο διεθνής Τύπος υποδέχτηκε τη συμφωνία με τίτλους όπως: «H Μακεδονία συμφώνησε ν’ αλλάξει το όνομά της σε Βόρεια Μακεδονία».
Τόνισε ότι πρόκειται για «συμφωνία επωφελή για τη χώρα και την περιοχή, μια συμφωνία που μας δίνει πράγματα».
Επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη
Ως προς τις κατηγορίες που δέχεται η κυβέρνηση, είτε από δόλο είτε από ευαισθησία, ότι «πάμε να παραδώσουμε», σημείωσε: «εγώ δεν βλέπω να δίνουμε κάτι, βλέπω μόνο να παίρνουμε».
Δεν αναγνωρίζει αυτή η συμφωνία έθνος Μακεδονικό, διευκρίνισε, αναγνωρίζει βέβαια το δικαίωμά τους στον αυτοπροσδιορισμό και σέβεται την ταυτότητα που έχουν καλλιεργήσει.
Με τον Ζ. Ζάεφ δώσαμε μάχη ο καθένας στη χώρα του κόντρα σε ιδεοληψίες και οργανωμένη προσπάθεια εμπόρων πατριωτισμού, είπε ο Αλ. Τσίπρας. Τόνισε ότι, αντίθετα, πραγματικός πατριωτισμός είναι η προσπάθεια που έκαναν οι δύο για να προχωρήσουν προς όφελος των λαών.
Χαρακτήρισε θλιβερή την στάση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης της ΠΓΔΜ.
Είπε ότι ταυτόσημες ήταν και οι δηλώσεις του κ. Σαμαρά και του προέδρου της ΠΓΔΜ. «Αν πιστέψουμε και τους δύο θα πιστέψουμε ότι και οι δύο πλευρές έχουν συνθηκολογήσει», σχολίασε, για να προσθέσει πως δεν έχουμε καμία συνθηκολόγηση, έχουμε την αντίληψη μιας παράταξης που αρέσκεται στις φωνές, την πατριδοκαπηλία, που αφήνει τα πράγματα χωρίς να προχωρούν.
Υπερασπίζεται Καμμένο
Σχετικά με την στάση των ΑΝ.ΕΛ. ανέφερε ότι όταν ξεκίνησε η κυβερνητική συνεργασία δεν υπήρχε ορίζοντας για τέτοια συμφωνία.
Υπογράμμισε πως δεν ζητά από τον Πάνο Καμμένο ν’ αλλάξει τη θέση αρχής του, του ζητεί ν’ αναγνωρίσει και να μη θέσει σε κίνδυνο τη διακυβέρνηση, την πορεία της χώρας, την κρίσιμη αυτή στιγμή μάλιστα που είμαστε κοντά στην ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας.
«Ο Π. Καμμένος έχει τις αρχές και τις αξίες του αλλά δεν είναι έμπορος πατριωτισμού», υπογράμμισε και τόνισε ότι δεν θα ρίξει την κυβέρνηση για να κάνει καριέρα, όπως έκανε ο κ. Σαμαράς στον κ. Μητσοτάκη.
«Πολιτική τζογαδόρου, ανεύθυνη στάση απέναντι σ’ ένα εθνικό θέμα», καταλόγισε ο Αλ. Τσίπρας στον πρόεδρο της ΝΔ.
Μίλησε επίσης για την αλλαγή διάφορων θέσεων εκ μέρους του κ. Μητσοτάκη τους τελευταίους μήνες και για το γεγονός ότι στο εξωτερικό παρουσίαζε άλλες θέσεις απ’ ό,τι έκανε όταν επέστρεφε στο εσωτερικό.
Σχολίασε ότι αν ο κ. Μητσοτάκης κρατούσε έντιμη στάση ως προς τις ιδέες του και επωφελή για τη χώρα, θ’ αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα στο εσωτερικό του κόμματός του.
«Πήρα χτες τον κ. Μητσοτάκη να τον ενημερώσω και μου είπε ‘δώσε μου τη συμφωνία, δεν θέλω να μ’ ενημερώσεις’», ανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας, προσθέτοντας ότι ακριβώς το ίδιο έκανε σήμερα ο πρόεδρος της ΠΓΔΜ Ιβάνοφ στον Ζάεφ.
«Ο Κώστας Καραμανλής διαχειρίστηκε με ευθύνη το θέμα»
Ερωτηθείς γιατί δεν συγκάλεσε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι αποφάσισε σε αυτή την κρίσιμη διαπραγμάτευση να μην κλείσει τις πόρτες της πλήρους ενημέρωσης στους πολιτικούς, αλλά να μην προχωρήσει στο συμβούλιο πολιτικών αρχηγών. Διότι, εξήγησε, είχε κακή εμπειρία από τις προηγούμενες φορές και έχει καταλάβει από ορισμένους ότι δεν έχουν τη σοβαρότητα και την αίσθηση ευθύνης.
Είπε ότι ο Κώστας Καραμανλής διαχειρίστηκε με ευθύνη το θέμα και πως η στάση που είχε στο Βουκουρέστι ήταν μια στάση ευθύνης.
Ερωτηθείς σχετικά, είπε ότι δεν τον έχει ενημερώσει, «δεν έχουμε μιλήσει» και πως όμως είναι γνωστό ότι είναι ανοικτός να ενημερώσει οποιονδήποτε, πόσο μάλλον πρόσωπα και πρώην πρωθυπουργούς που είχαν θέση ευθύνης.
Ερωτηθείς για το εάν σε περίπτωση πρότασης μομφής, η συζήτηση αυτή θα έχει χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης, ο Αλ. Τσίπρας ανέφερε γενικότερα ότι όλες οι σημαντικές συζητήσεις και οι κρίσιμες διαδικασίες έχουν τέτοιον χαρακτήρα.
«Δεν αισθάνομαι ότι έχουμε χάσει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου»
«Κάποιοι παριστάνουν ότι τάχα δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία. Αν το πιστεύουν ας μου κάνουν πρόταση μομφής», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Ο πρωθυπουργός είπε πως δεν νομίζει ότι θα έχουμε κανένα πολιτικό παράδοξο, γιατί μια πρόταση δυσπιστίας είναι προφανές ότι δεν αφορά μόνο την αφορμή για την οποία γίνεται, αφορά την πορεία της σταθερότητας της χώρας, της οικονομίας και την κυβερνητική και πολιτική σταθερότητα. «Αρα όποιοι ψηφίσουν – εάν τολμήσει να κάνει πρόταση μομφής ο αρχηγός της ΝΔ -, θα ψηφίσουν με γνώμονα αυτό», σημείωσε.
Για το αν θα μετατρέψει την ενδεχομένη πρόταση μομφής σε διαδικασία παροχής ψήφους εμπιστοσύνης, είπε: «Δεν έχω κανέναν λόγο. Δεν αισθάνομαι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει χάσει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου».
Περί δημοψηφίσματος
Για το αίτημα ορισμένων στη ΝΔ περί δημοψηφίσματος για τη συμφωνία, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι σε αυτή τη συμφωνία «εγώ βλέπω να παίρνουμε, όχι να δίνουμε» και πως εάν έπρεπε να αλλάξουμε εμείς το Σύνταγμά μας, όπως πρέπει να κάνουν οι γείτονες, τότε ενδεχομένως να έπρεπε να γίνει.
Ερωτηθείς εάν ανησυχεί για τις αντιδράσεις του κόσμου, ο Αλ. Τσίπρας είπε πως δεν φοβάται, αλλά, αντίθετα, σέβεται τις αντιδράσεις των πολιτών. Πρόσθεσε πως όταν κάνεις εξωτερική πολιτική, το βλέμμα είναι στραμμένο στα συμφέροντα της χώρας, για να τονίσει ότι «πατριωτικό συμφέρον είναι να κλείσουμε ένα θέμα που μας ταλανίζει χρόνια». «Για ποιο λόγο να κρατήσουμε αυτή την πληγή ανοικτή;», αναρωτήθηκε.
«Βρέθηκα στη θέση του πρωθυπουργού και ο ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας σε μια εποχή δύσκολη και εγώ προσωπικά χωρίς μεγάλη εμπειρία βρέθηκα μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις για τη χώρα και το μέλλον του ελληνικού λαού», είπε.
Πρόσθεσε ότι μετά από τρία χρόνια, σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις του 2015 και τώρα, πιστεύει και είναι περήφανος γι’ αυτό και θα κριθεί από τον λαό, ότι λειτούργησε όχι με γνώμονα το πολιτικό κόστος, αλλά με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και του ελληνικού λαού. Επισήμανε ότι πάντα όλες οι κρίσιμες αποφάσεις ενέχουν πολιτικό κόστος.
«Η Ελλάδα είναι μια χώρα που αυτά τα τρία χρόνια έγινε από χώρα-παρίας και μέρος του προβλήματος, μέρος της λύσης», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
«Πολιτικές συναινέσεις στην Κεντροαριστερά»
Σχετικά με τη συμφωνία, είπε ότι στον χώρο της κεντροαριστεράς πιστεύω ότι θα δημιουργηθούν σιγά-σιγά πολιτικές συναινέσεις, επισημαίνοντας και το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι η πρώτη που αναγνωρίζει τις επιτυχίες αυτής της κυβέρνησης και που επικρότησε τη χθεσινή συμφωνία.
Ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι σε τηλεφώνημα που είχε με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, κάποια στιγμή σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για το ονοματολογικό, ο κ. Τουσκ τον ρώτησε «πώς πάτε;», ο Πρωθυπουργός είπε: «είμαστε κοντά, προσπαθούμε». «Είναι απίστευτο, αν το καταφέρετε είναι απίστευτο», συνέχισε ο κ. Τουσκ, με τον κ. Τσίπρα να του απαντά: «Θα το καταφέρουμε για ένα λόγο, γιατί ούτε εγώ ούτε ο Ζάεφ ανήκουμε στη δική σου πολιτική οικογένεια, το ΕΛΚ».
Ο πρωθυπουργός είπε ότι ο κ. Τουσκ του απάντησε, γελώντας: «Εχεις απόλυτο δίκιο».
Απειλές από τους «εμπόρους του πατριωτισμού»
Ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι δεν πιέστηκαν από κανέναν για να ανοίξουν οι διαπραγματεύσεις και να υπάρξει συμφωνία. Σημείωσε ότι «σε μεγάλο βαθμό η επίτευξη της συμφωνίας οφείλεται στο γεγονός ότι είχαμε τη βούληση για να προχωρήσουμε και στο ότι πράγματι ο ΥΠΕΞ έκανε μια προσπάθεια που θέλω και δημόσια να αναφερθώ σε αυτή, μια εξαιρετική προσπάθεια».
«Σκληρός διαπραγματευτής, πάλεψε γραμμή-γραμμή για να φέρει αυτή τη συμφωνία», είπε ο πρωθυπουργός για τον Νίκο Κοτζιά. Σημείωσε ότι ο ΥΠΕΞ την έδωσε αυτή τη μάχη έχοντας και οικογενειακά ζητήματα που θα απαιτούσαν να βρίσκεται στην Αθήνα, αλλά εκείνος βρισκόταν στο εξωτερικό με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, ενώ πρόσθεσε ότι παράλληλα ο υπουργός βρισκόταν διαρκώς και απέναντι σε απειλές από τους «εμπόρους του πατριωτισμού».
«Οσο περνάει ο χρόνος τόσο η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας θα καταλαβαίνει τα οφέλη από αυτή τη συμφωνία και οι πραγματικά πατριώτες και ευαίσθητοι κι αυτοί που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια, όχι οι εθνικιστές και οι ακραίοι, θ’ αρχίσουν σιγά σιγά να συνειδητοποιούν πόσο επωφελής είναι για τα εθνικά συμφέροντα», είπε ο Πρωθυπουργός.
Για τον Μίκη Θεοδωράκη: «Προτιμώ να μείνω με το έργο και την πορεία του»
Ερωτηθείς, με αφορμή και την τελευταία παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη, τόνισε: «Τον Μίκη Θεοδωράκη τον αγαπάμε για το έργο και την πορεία του, αλλά προτιμώ να μείνω με το έργο και την πορεία του και όχι με τις κατά καιρούς πολιτικές τοποθετήσεις που έχει πάρει».
«Τον αγαπάμε ακόμα κι αν διαφωνεί μαζί μας», πρόσθεσε.
Για τους δυο έλληνες στρατιωτικούς
Για την Τουρκία, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι έχουμε μια τελείως διαφορετική κατάσταση μετά το πραξικόπημα και έναν διαφορετικό Ερντογάν και όσο φτάνουν οι εκλογές, οι εντάσεις και οι ρητορικές επιθέσεις έγιναν ένα καθημερινό φαινόμενο.
Το πιο κρίσιμο όμως είναι, τόνισε, ότι είχαμε το τελευταίο διάστημα μια ποιοτική διαφοροποίηση της στάσης στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Χαρακτήρισε «απαράδεκτη ενέργεια» τη σύλληψη και κράτηση εδώ και σχεδόν τρεις μήνες χωρίς κατηγορίες, των δύο ελλήνων στρατιωτικών.
Τι είπε στον Ερντογάν για τους «οκτώ»
Ερωτηθείς εάν ο πρωθυπουργός είχε πει στον Ρ. Τ. Ερντογάν για άμεση επιστροφή των 8 τούρκων αξιωματικών ή αν είχε πει κάτι που θα μπορούσε να ερμηνευθεί σαν κάτι παρόμοιο, ο Αλ. Τσίπρας τόνισε: «Δεν θα μπορούσα να είχα πει κάτι τέτοιο γιατί έχω πλήρη επίγνωση του διαχωρισμού των εξουσιών, σε ένα ευνομούμενο κράτος όπως είναι η Ελλάδα. Και δεν θα μπορούσα να υποσχεθώ σε έναν ηγέτη άλλης χώρας για τις αποφάσεις που θα πάρει η δικαστική εξουσία».
«Αρα λέει ψέματα;», ρωτήθηκε ο πρωθυπουργός, για ν’ απαντήσει: «Ο κ. Ερντογάν δεν ξέρω τι κατάλαβε απ’ αυτό το τηλεφώνημα. Εγώ ξέρω ότι εγώ ποτέ δεν του υποσχέθηκα ότι θα γυρίσουν».
Πρόσθεσε ότι βεβαίως του είπε πως η Ελλάδα είναι χώρα που δεν έχει ανοικτή πόρτα στους πραξικοπηματίες και ότι οι πραξικοπηματίες δεν είναι καλοδεχούμενοι στην Ελλάδα και πως εκτιμά ότι οι διαδικασίες που θ’ ακολουθήσουν θα είναι διαδικασίες με βάση τις οποίες η δικαστική εξουσία θα λειτουργήσει με γνώμονα το δίκαιο και θα κρίνει με βάση το αν συμμετείχαν ή δεν συμμετείχαν στο πραξικόπημα.
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι αν ο κ. Ερντογάν επέμενε σε αυτή τη θέση «γιατί δεν το έθεσε την επόμενη μέρα (σ.σ. στην επίσκεψή του στην Αθήνα) σ’ εμένα στην κατ’ ιδίαν συζήτηση ούτε στις δηλώσεις;».
Εθεσε επίσης το ερώτημα μήπως το γεγονός ότι το επαναλαμβάνει είναι πρόσχημα προκειμένου να δικαιολογεί μια στάση που δεν δικαιολογείται για γειτονική, συμμαχική χώρα, για να δικαιολογεί δηλαδή την έντονη επιθετική ρητορική που αποσκοπεί σε θέματα εσωτερικής κατανάλωσης.
Στο ερώτημα αν του έχει ζητήσει ο Ερντογάν τους 8 ως αντάλλαγμα για τους δύο έλληνες στρατιωτικούς, τόνισε:
«Ευθέως όχι, δεν τους έχει ζητήσει και δεν θα μπορούσε να το κάνει».
Σχολίασε ωστόσο ότι με τη δημόσια ρητορική του κάτι τέτοιο αφήνεται να εννοηθεί.
Για το ΔΝΤ: Μικρή σημασία έχει αν θα μείνει
Η αξιοπιστία της λύσης στις 21 Ιουνίου θα κριθεί από τις αγορές και αυτές θα κάνουν τους υπολογισμούς τους και θα δουν αν αυτή η λύση θα είναι ικανή να κάνει ελκυστικά τα ελληνικά ομόλογα και κυρίως το δεκαετές, είπε ο Πρωθυπουργός, αναφερόμενος στις οικονομικές εξελίξεις.
Στο ερώτημα αν το ΔΝΤ θα είναι στο πρόγραμμα ή δεν θα είναι, απάντησε ότι έχουμε φτάσει στο τέλος και πλέον μικρή σημασία έχει αν θα είναι ή δεν θα είναι, με την έννοια αν θα χρηματοδοτήσει ή όχι, στον λίγο χρόνο που απομένει, το τρίτο πρόγραμμα. «Αν έχει μια αξία είναι στις συζητήσεις τώρα για το χρέος να ρίξει το βάρος του προκειμένου να πάρουμε την καλύτερη δυνατή λύση», τόνισε.
«Αυτή την στιγμή δεν αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησης η επαναδιαπραγμάτευση των στόχων», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι θα ήταν το χειρότερο δυνατό μήνυμα που θα μπορούσε να δώσει στους εταίρους.
«Οποιος θεωρεί ότι μπορεί να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία απ’ αυτή που πετύχαμε με τόση μάχη, ας βγει να το πει», είπε. Από την άλλη σημείωσε ότι τα δεδομένα σήμερα δίνουν τη δυνατότητα, με αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα που είναι υψηλά, να υπάρξει στο επόμενο διάστημα πολύ σοβαρός δημοσιονομικός χώρος για να γίνουν ελαφρύνσεις.
«Και το 2018 θα υπάρχει υπεραπόδοση»
Αυτό που έζησε η χώρα ήταν μια περίπτωση εξαίρεσης στην οποία πράγματι χάθηκε πολύ σημαντικό μέρος της κυριαρχίας της, το οποίο θα ανακτήσουμε με την έξοδο από τα μνημόνια σε λίγο καιρό από σήμερα, τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Ερωτηθείς γιατί είναι τόσο αρνητικός με την πιστοληπτική γραμμή στήριξης, είπε ότι έξοδος από τα μνημόνια σημαίνει η δυνατότητα του πολιτικού συστήματος και των κυβερνήσεων της χώρας να καθορίζουν μόνες τους τα μέσα για την επίτευξη των σκοπών. «Με πιστοληπτική γραμμή έχεις μνημόνιο καμουφλαρισμένο», ανέφερε.
Ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι η πορεία της οικονομίας δίνει στην κυβέρνηση τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για διορθωτικές παρεμβάσεις εκεί που έχει ανάγκη και η κοινωνία και η οικονομία, και θα της προχωρήσει με σύνεση και υπευθυνότητα.
Είπε πως το επόμενο διάστημα θα διαπιστωθεί ότι και το 2018 θα υπάρχει η υπεραπόδοση που οφείλεται όχι σε περαιτέρω μέτρα και επιβαρύνσεις – «διότι διαψεύστηκαν οι Κασσάνδρες που προέβλεπαν κόφτες, δημοσιονομικό κενό και νέα μέτρα».
«Η υπεραπόδοση οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι αυξάνεται η απασχόληση και τα έσοδα του ΕΦΚΑ, στη συγκράτηση της σπατάλης και στον εξορθολογισμό της δημόσιας διοίκησης. Αυτή η υπεραπόδοση θα μας δώσει και φέτος τη δυνατότητα να προβούμε σε διορθωτικές κινήσεις, στοχεύοντας στα πιο ευάλωτα στρώματα» τόνισε.
«Πρόθεσή μου να εξαντλήσω την τετραετία»
Υπογράμμισε πως «το κρίσιμο είναι να δίνουμε τη μάχη βήμα προς βήμα», για να εξηγήσει: «Αυτή την στιγμή η σκέψη μου δεν είναι στην 1/1/2019, αλλά να ολοκληρώσουμε τα προαπαιτούμενα, να κλείσουμε την τελευταία αξιολόγηση, να πάρουμε τη λύση που θέλουμε στο χρέος, που θα δώσει τη δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές, να διαμορφώσουμε το πλαίσιο για την επόμενη μέρα του μνημονίου που θα έχει τη δυνατότητα η κυβέρνηση να διαμορφώνει αυτή τους όρους με τους οποίους θα πιάνει τους στόχους.
Και όταν τα καταφέρουμε όλα αυτά, όταν αποκτήσουμε την ελευθερία να διαμορφώνουμε τους όρους για να πιάνουμε τους στόχους, θα συζητήσουμε τι θα κάνουμε με τα αντίμετρα».
Ανέφερε ότι το 2019 είναι εκλογική χρονιά, οι πρώτες κάλπες που θα στηθούν είναι οι ευρωπαϊκές και πως πρόθεσή του είναι να γίνει η δική του κυβέρνηση η πρώτη, μετά την κυβέρνηση Σημίτη, που εξάντλησε την 4ετία.