Το μεγαλείο της σκηνοθετικής γραφής του Κεν Λόουτς έγκειται στην άμεση συμμετοχή του θεατή στη δράση. Είτε καταπιάνεται με την ιστορία καθαριστών πολυεθνικής, είτε με τον αγώνα μιας μητέρας να κρατήσει την κηδεμονία του παιδιού της κόντρα σε ένα εχθρικό κράτος, είτε με την ιστορία του Φέργκους, μισθοφόρου των Ειδικών Δυνάμεων της Αγγλίας που αναζητά τα πραγματικά αίτια πίσω από τη δολοφονία του καλύτερού του φίλου, στην ταινία που παρουσιάζουμε σήμερα. Και γινόμαστε συμμέτοχοι όχι μόνο επειδή οι χαρακτήρες του μας κερδίζουν αλλά επειδή, μέσα από την ιστορία τους, ενωνόμαστε στους αγώνες τους. Το μερίδιο της συλλογικής ευθύνης που μας αντιστοιχεί απέναντι σε ένα σύστημα απάνθρωπο γίνεται αμέσως αντιληπτό, δίχως φασαριόζικες ρητορείες και προφανείς διδακτισμούς (μεγάλο πρόβλημα με πολλές ταινίες ανάλογης πολιτικής κατεύθυνσης).
Βλέπετε, ποτέ δεν αμφισβητείς τα κίνητρα του Κεν Λόουτς. Ποτέ δεν νιώθεις ότι πάει να σου «τη φέρει». Αυτό δεν είναι απλώς επίτευγμα: είναι σκέτη κινηματογραφική μαγεία. «Ιρλανδέζικος δρόμος» είναι το «παρατσούκλι» της πιο επικίνδυνης διαδρομής του κόσμου. Βρίσκεται στη Βαγδάτη: ο δρόμος που ενώνει το αεροδρόμιο με την Πράσινη Γραμμή (δηλαδή τη νεκρή ζώνη του Πολέμου). Ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν αφήσει τις ζωές τους εκεί παραμένει ανυπολόγιστος. Για σκεφτείτε λίγο αυτή την τελευταία λέξη. Τι πάει να πει «ανυπολόγιστος»; Πώς είναι δυνατόν κάποιοι άνθρωποι να πέθαναν δίχως να μάθουμε έστω το όνομά τους, σαν να μην υπήρξαν ποτέ; Ο Λόουτς δεν μπορεί να καταλάβει το γιατί. Και θυμώνει. Μας αποκαλύπτει, μέσω μιας περίτεχνης αφήγησης που συνδυάζει έντονο σασπένς με καθαρό δράμα, πως πολλοί στρατιώτες των Ειδικών Δυνάμεων έγιναν υπάλληλοι εταιρείας security στη Βαγδάτη. Εταιρείας που σαφώς και έχει οφέλη από τον πόλεμο στο Ιράκ και σαφώς επηρέασε τη βρετανική κυβέρνηση στην κήρυξή του. Εταιρείας πολυεθνικής που αναμοχλεύει συρράξεις στο Ιράκ όπως το έκανε στο παρελθόν με τη Γιουγκοσλαβία –και φυσικά οι υπάλληλοί της περιφέρονται στον κόσμο με carte blanche. Οι χώρες δεν έχουν σημασία άλλωστε.
Σκηνοθεσία: Κεν Λόουτς
Σενάριο: Πολ Λάβερτι
Διεύθυνση φωτογραφίας: Κρις Μένγκες
Ηθοποιοί: Μαρκ Γουόμακ, Αντρέα Λόου, Τζον Μπίσοπ
Διάρκεια: 109’