Δεν γνωρίζουμε στη παρούσα χρονική στιγμή αν και πότε θα αλλάξει το υφιστάμενο εθνικό νομοθετικό πλαίσιο. Η πάταξη της ζήτησης υπηρεσιών πορνείας εξακολουθεί για εμάς να είναι το ζητούμενο σύμφωνα με το προκρινόμενο από τη διεθνή κοινότητα σκανδιναβικό μοντέλο. Για εμάς βέβαια, η ποινικοποίηση μιας συμπεριφοράς δεν θα έχει αποτέλεσμα από μόνη της, αλλά σε συνδυασμό πάντα με κοινωνική πολιτική για τις εκδιδόμενες και διαπαιδαγώγηση για τους πελάτες.
Η πορνεία δεν μπορεί να είναι επάγγελμα ούτε είναι ποτέ «ασφαλής», προκειμένου να «δεχτούμε» ότι μπορεί να είναι αποτέλεσμα ελεύθερης συναινετικής επιλογής, έστω και για μια μικρή μειοψηφία, ούτε πολύ περισσότερο, μπορεί να θεωρηθεί μια άλλη έκφραση της γυναικείας απελευθέρωσης, εφόσον αυτή συνοδεύεται από την, εξ ορισμού, σχέση εξουσίας του «πελάτη» στη γυναίκα που εκδίδεται. Σε τελική ανάλυση, καμιά εκδιδόμενη γυναίκα δεν θέλει το παιδί της να γίνει «πόρνη». Αλλά, επίσης, καμιά μητέρα και κανένας πατέρας δεν θέλει το παιδί του «να επιλέξει» την πορνεία. Επομένως, ας ξεπεράσουμε τις αυταπάτες ότι είναι επιλογή. (…) Επιλογή διαθέτει μια γυναίκα όταν έχει πρόσβαση σε ίσες ευκαιρίες. Οταν αυτές οι ευκαιρίες δεν είναι στη διάθεσή της, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια απόφαση. Το αρχαιότερο επάγγελμα δεν ήταν η πορνεία, αλλά η σωματεμπορία. Είναι η σωματεμπορία που δημιούργησε την πορνεία και όχι το αντίθετο, που θεωρείται κάτι σαν αυτονόητο από τη λεγόμενη κοινή λογική.
Συνεπώς, η λύση σίγουρα δεν εντοπίζεται στην ποινικοποίηση και τον κοινωνικό στιγματισμό των γυναικών, αλλά στην ποινικοποίηση της ευκαιριακής αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών, των ανδρών δηλαδή που συμβάλλουν στην τροφοδότηση της πορνείας, σύμφωνα με το σουηδικό πρότυπο. (…) Ποινικοποιείται ο πελάτης λοιπόν και όχι η εκδιδόμενη γυναίκα. (…) Η πορνεία δεν είναι τόσο θέμα προσφοράς, αλλά ζήτησης. Κι όσο υπάρχει ζήτηση θα ακολουθεί προσφορά προκειμένου να την καλύψει.