Για την Ελλάδα η μονοπώληση του ονόματος της «Μακεδονίας» και των παράγωγών του από τις Αρχές των Σκοπίων υπέθαλπε έναν εχθρικό «μακεδονικό» αλυτρωτισμό. Η συμφωνία Ελλάδας – ΠΓΔΜ επιλύει τη διαφορά ως προς το όνομα στη βάση του συμβιβασμού της σύνθετης ονομασίας, αλλά όχι ως προς τα παράγωγα του ονόματος, διασπώντας το erga omnes.

Η ΠΓΔΜ δέχεται για πρώτη φορά τη σύνθετη ονομασία και αυτό είναι ένα μεγάλο κέρδος. Ομως, η συμφωνία αναγνωρίζει, με την υπογραφή της Ελλάδας, επίσης για πρώτη φορά, την ύπαρξη «μακεδονικής» γλώσσας και ιθαγένειας, άρα και εθνικής ταυτότητας. Σημειωτέον ότι κάτι τέτοιο αρνήθηκε να κάνει η Βουλγαρία που ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της ΠΓΔΜ με το συνταγματικό της όνομα το 1992.

Επιπλέον, γιατί η ιθαγένεια, ιδιότητα που, sensu stricto, απονέμεται από τα κράτη και δεν έχει να κάνει με το εθνικό φρόνημα και το πώς αισθάνεται ο καθένας, διαφοροποιείται από την ονομασία του κράτους που την απονέμει; Με άλλα λόγια, με ποια λογική διασπάται το erga omnes και ενώ το κράτος ονομάζεται «Βόρεια Μακεδονία», οι υπήκοοι του αποκαλούνται «Μακεδόνες» αντί για το λογικό επακόλουθο «Βόρειοι Μακεδόνες»;

Το πρόβλημα του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού δεν ξεκίνησε και δεν λύνεται με την καταγγελία του μεγαλεξανδρινού «μακεδονισμού» του Νίκολα Γκρούεφσκι που ήρθε στην εξουσία μόλις το 2006. Ο αλυτρωτισμός αυτός, που επιχείρησε να συνδέσει τους σημερινούς σλαβόφωνους της ΠΓΔΜ με τον Μέγα Αλέξανδρο και την κληρονομιά του, ήταν τόσο γελοίος και χοντροκομμένος που δεν έπειθε αλλά αντίθετα έδινε επιχειρήματα στην ελληνική πλευρά διεθνώς.

Ομως, ο «μακεδονικός» αλυτρωτισμός υπήρχε και πριν τον Γκρούεφσκι και γι’ αυτό το πρόβλημα δεν είχε λυθεί ούτε επί Κίρο Γκλιγκόροφ. Ο παραδοσιακός και σοβαροφανής αυτός αλυτρωτισμός του 19ου και του 20ού, ο αλυτρωτισμός του Ιλιντεν, με το γνωστό σύνθημα «η Μακεδονία στους Μακεδόνες» ήταν ανέκαθεν το κύριο πρόβλημα για την Ελλάδα (και τη Βουλγαρία). Αυτόν τον «μακεδονικό» εθνικισμό κατοχυρώνει η συμφωνία, αναγνωρίζοντας μια «Βόρεια Μακεδονία» στην οποία κατοικούν «Μακεδόνες».

Η αλήθεια είναι ότι η αλλαγή εθνικού φρονήματος είναι δύσκολη υπόθεση. Οι «Μακεδόνες» της ΠΓΔΜ έχουν γαλουχηθεί δεκαετίες τώρα με το ιδεολόγημα του «μακεδονισμού» και όπως κάθε λαός, έχει το δικό του κατασκευασμένο και δύσκολα αναστρέψιμο εθνικό αφήγημα. Επιπλέον και να το ήθελαν, δεν μπορούν να απειλήσουν σε καμία περίπτωση την Ελλάδα. Ομως αυτό δεν αφορά τη συμφωνία αλλά τις αντικειμενικές συνθήκες ισχύος μεταξύ των δύο πλευρών.

Αν μπορούσε να ποσοτικοποιήσει κανείς το αποτέλεσμα, θα έλεγε ότι ο συμβιβασμός είναι 80-20 υπέρ της ΠΓΔΜ, παρότι αυτή ήταν ο επισπεύδων της διαπραγμάτευσης. Εκτός κι αν ο Αλέξης Τσίπρας ήταν και ο ίδιος επισπεύδων ενόψει των κρίσιμων αποφάσεων για το ελληνικό χρέος και τη μεταμνημονιακή εποχή, ξεκινώντας από το επόμενο Eurogroup την προσεχή Πέμπτη 21 Ιουνίου.

Και τώρα τι; Η συμφωνία χρήζει ψύχραιμης στάθμισης και καίριων βελτιώσεων σε πνεύμα συναίνεσης. Αν, ωστόσο, προχωρήσει, η Ελλάδα πρέπει να επικεντρωθεί στη μεγιστοποίηση των όποιων δυνατοτήτων και ωφελημάτων της συμφωνίας, εκμεταλλευόμενη στον μέγιστο βαθμό τη βελτίωση του κλίματος στη Νότια Βαλκανική.

Ο Δημήτρης Καιρίδης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο