Η Ρωσία υποδέχεται, ως οικοδέσποινα, το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Τα μέτρα ασφαλείας είναι κάτι παραπάνω από δρακόντεια, αφού όλες οι δυνάμεις ασφαλείας, οι μυστικές υπηρεσίες, ο στρατός, αλλά και το παραστρατιωτικό σώμα των Κοζάκων είναι επί ποδός πολέμου, μετά από πολύμηνες ασκήσεις προετοιμασίας και ετοιμότητας.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο διεξάγεται λίγους μόνο μήνες μετά την πανηγυρική επανεκλογή του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και τον συνακόλουθο διορισμό νέας κυβέρνησης, η οποία καλείται να υλοποιήσει τα οράματά του σε αυτή του τη θητεία.
Στο μεταξύ, παρά τον γενικό ενθουσιασμό, ένα κύμα δυσαρέσκειας που υποβόσκει εδώ και καιρό έχει κάνει αισθητή την παρουσία του, σύμφωνα με τα ευρήματα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων. Τα κύρια σημεία στα οποία επικεντρώνεται η λαϊκή δυσαρέσκεια είναι η αύξηση της τιμής των καυσίμων, πράγμα απαράδεκτο για μία πετρελαιοπαραγωγό χώρα και για την οποία η επίσημη δικαιολογία είναι ότι πρόκειται για λάθος υπολογισμούς των κυβερνητικών οργάνων. Στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για μία δόλια προσπάθεια να μεταφερθεί το κόστος των κυρώσεων των δυτικών χωρών στις πλάτες του καταναλωτή. Το δεύτερο σημείο έντασης μεταξύ της κυβερνώσας ελίτ και της κοινωνίας είναι η φημολογούμενη αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και των εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία. Είναι γνωστό σε όλους πως το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ρωσίας έχει, ουσιαστικά, καταρρεύσει εδώ και καιρό. Οι συντάξεις δεν ξεπερνούν τα 100 ευρώ σε όλη τη χώρα, με μοναδική εξαίρεση τη Μόσχα όπου αγγίζουν το ιλιγγιώδες ποσό των 120 ευρώ.
Την ίδια στιγμή η Ρωσία βρίσκεται στο στόχαστρο των δυτικών χωρών με τις κυρώσεις εναντίον της, λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας και της ανάμειξής της στη διένεξη στις ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας, οι οποίες κυρώσεις ανανεώνονται ομοφώνως ανά εξάμηνο, παρά τις επιμέρους δηλώσεις ορισμένων δυτικών πολιτικών, τα κόμματα των οποίων μετέχουν σε διάφορες κυβερνήσεις.
Η διαδικασία ανακατανομής της ισχύος, που ξεκίνησε με την έναρξη της προηγούμενης θητείας του Πούτιν, συνεχίζεται και απ’ ό,τι φαίνεται ο ρώσος ηγέτης αποσκοπεί στη δημιουργία ενός συστήματος, το οποίο θα τον διαδεχτεί και θα εξασφαλίσει τη σταθερότητα στην αχανή χώρα του, τμήματα της οποίας, κατά καιρούς, εκδηλώνουν φυγόκεντρες τάσεις (Ταταρστάν, δημοκρατίες του Βόρειου Καυκάσου). Για να το πετύχει αυτό, εδώ και αρκετά χρόνια, έχει προχωρήσει στην «τιμητική αποστράτευση» πολλών μελών της ρωσικής ελίτ στην κυβέρνηση και στους πανίσχυρους βιομηχανικούς ομίλους, κυρίως όμως στο στρατιωτικό – βιομηχανικό σύμπλεγμα της χώρας. Τα στελέχη των μυστικών υπηρεσιών που ανήλθαν στην εξουσία μετά το 1993 και τον περίφημο συμβιβασμό μεταξύ του Γέλτσιν και της παλιάς κομματικής νομενκλατούρας της ΕΣΣΔ αποσύρονται και στη θέση τους έρχονται νέοι σε ηλικία αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών που οφείλουν την ανέλιξή τους στον ίδιο τον Πούτιν προσωπικά, παρόλο που δεν έχουν προσωπικές σχέσεις μαζί του, όπως οι εκπρόσωποι της προηγούμενης γενιάς.
Θα καταφέρει ο ρώσος πρόεδρος να υλοποιήσει το σχέδιό του; Το σύστημα που οικοδομεί θα μπορέσει να αποκτήσει μηχανισμό ικανό να απορροφά τους κραδασμούς του έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων φατριών της ελίτ; Θα μπορέσει να διασφαλίσει τη συνέχεια και τη σταθερότητα του συστήματος διακυβέρνησης που έχει διαμορφώσει; Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά θα φανούν πολύ καιρό μετά το τελευταίο σφύριγμα του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μέχρι τότε οι Ρώσοι και εμείς οι υπόλοιποι θα απολαύσουμε τον ανταγωνισμό στον αγωνιστικό χώρο των ρωσικών γηπέδων.
Ο Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης είναι δημοσιογράφος, μεταφραστής και εκδότης της επιθεώρησης ρωσικού πολιτισμού «Στέπα»