«Ψηφίζουμε ‘ναι’ στην πρόταση δυσπιστίας», ξεκαθάρισε εκ μέρους της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ο Κώστας Σκανδαλίδης, «γιατί καταδικάσατε την Ελλάδα να πορεύεται χωρίς πυξίδα σ’ ένα κόσμο τρικυμίας, σε μια εποχή που το καράβι έπρεπε να πλεύσει σε ήρεμα νερά, με μια κυβέρνηση δίγλωσση, δίβουλη, αμήχανη, να υποτάσσει στις εσωτερικές αναγκαιότητες τα κρίσιμα εθνικά ζητήματα και ν’ ανοίγει τον ασκό του Αιόλου».
«Σε μια εποχή που η εξωτερική απειλή δυναμώνει, που η σύγκρουση γεωστρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων μαίνεται στην περιοχή, η Ευρώπη που προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της υποτάσσεται στις πιέσεις και επιχειρεί να κλείσει άρον-άρον κρίσιμα εθνικά θέματα. Και τώρα έρχεστε με τη Συμφωνία στο θέμα των Σκοπίων» ανέφερε ο βουλευτής της ΔΗΣΥ.
Μιλώντας για την ουσία της συμφωνίας, ο κ. Σκανδαλίδης, είπε πως πρόκειται για μια συμφωνία, που κακώς επισύρει αυτή τη δραματική αντιπαράθεση με ιστορικούς απλώς όρους, «έχει πολύ συγκεκριμένες προτάσεις» και θετικά σημεία «που οφείλει κανείς ν’ αναγνωρίσει, πάνω σε αυτά που παλεύαμε αυτά τα χρόνια», έχει όμως τόσο μεγάλα κενά, που τα θετικά αναιρούνται.
«Εχει κενά»
Τόνισε συγκεκριμένα, πως έχει κενά που αφορούν την ταυτότητα, τη γλώσσα, τον χρόνο που γίνεται η πρόσκληση του ΝΑΤΟ, και σε τελευταία ανάλυση, τον τρόπο που τελικά η Εθνική Αντιπροσωπεία πρόκειται ν’ αποφασίσει με ένα «ναι» ή με ένα «όχι» πάνω σε μια κατάσταση που θα έχει διαμορφώσει σειρά από τετελεσμένα.
«Και να μην υποβαθμίζουμε αυτά τα κενά, λέγοντας μερικά πράγματα που δεν στέκουν» προσέθεσε και έφερε ως παράδειγμα την λέξη «nationality» που, όπως είπε, δεν σημαίνει «ιθαγένεια» αλλά «εθνότητα».
«Αυτή η εθνότητα και αυτός ο αυτοπροσδιορισμός που ουσιαστικά αποδεχόμαστε μέσα από τη συμφωνία να χρησιμοποιούν κατά το δοκούν στο εσωτερικό των Σκοπίων, είναι ακριβώς ένα από τα μεγάλα κενά που σήμερα φέρνει η πρόταση που φέρνετε στην Εθνική Αντιπροσωπεία» είπε.
Ο κ. Σκανδαλίδης έθεσε ωστόσο και «θέμα καθαρά δημοκρατικής και πολιτικής νομιμοποίησης» καθώς, όπως υποστήριξε, ο Πρωθυπουργός προχώρησε μόνος του ερήμην της κυβέρνησης, «με την οπερετική αντίθεση του υπουργού Αμυνας, που μας κάνει ρεζίλι διεθνώς», χωρίς καμιά διαβούλευση με τα κόμματα που εκπροσωπούν τον λαό, «μ’ ένα χρονοδιάγραμμα που θα φέρει τη μεν χώρα να δέχεται τετελεσμένα και την άφωνη Βουλή ν’ αποφασίζει κατόπιν εορτής μ’ ένα «ναι» ή μ’ ένα «όχι», και το κυριότερο, με τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού απέναντι, τόσο στο εθνικό θέμα, όσο και στη γενικότερη κατάσταση που φέρατε τη χώρα».