Για την πολιτική και τη δημοκρατία έχουν διατυπωθεί πολλοί ορισμοί. Τόσο μεγάλες έννοιες όμως δεν συμπιέζονται σε λίγες λέξεις. Οπου υπεισέρχεται ο ανθρώπινος παράγων υπάρχει πάντα η περίπτωση οι ιδιαίτερες αποχρώσεις να εξαπλωθούν ως βασικό χρώμα και, τελικά, να αλλοιώσουν τη χρωματική ισορροπία του πίνακα –εφόσον μιλάμε με όρους ζωγραφικής. Θεωρητικά λοιπόν οι αποφάσεις στην πολιτική θα πρέπει να λαμβάνονται με βάση τον ορθό λόγο, το καλοζυγισμένο συμφέρον του τόπου, την μακροπρόθεσμη προοπτική. Η πρακτική εφαρμογή της θεωρίας όμως αναδεικνύει τον ρόλο του πολιτικού. Γιατί πολλές φορές το λαϊκό αίσθημα μπορεί να μην αντιλαμβάνεται τις παραπάνω έννοιες. Το θυμικό του, οι μνήμες του, η παράδοσή του να είναι κόντρα. Τότε, ένας δημοκράτης πολιτικός ηγέτης οφείλει να πείσει εκ των προτέρων για την ορθότητα των αποφάσεών του, να αναπτύξει επιχειρήματα περί του γενικού συμφέροντος, να προσεγγίσει αυτόν με την αντίθετη άποψη. Οτιδήποτε άλλο καλλιεργεί τη δυσπιστία που παραπέμπει στη ρήση του Λαοκόοντα περί Δαναών και Δούρειου Ιππου.
Ο Αλέξης Τσίπρας ανέβηκε στην εξουσία χαϊδολογώντας το θυμικό του κόσμου. Τάζοντας χωρίς περίσκεψη ό,τι μπορούσε να κανακέψει τον «κυρίαρχο λαό», επευφημώντας τα καραγκιοζιλίκια και επενδύοντας σε διχασμό. Κάτι που αποδείχθηκε ότι ξέρει να κάνει πολύ καλά. Το ίδιο έκανε και τώρα. (Δεν νομίζω άλλωστε ότι μπορεί να κάνει κάτι άλλο). Η ρητορική του για το Μακεδονικό δεν είχε στόχο να πεισθεί η αντίθετη πλευρά ή έστω να μετακινηθεί λίγο προς το μέρος του αλλά να πλήξει την αντιπολίτευση. Δεν μίλησε καν περί εντίμων συμβιβασμών όπως στην υπογραφή του τρίτου Μνημονίου. Κομπασμός και στοχοποίηση της άλλης πλευράς ως φασίστες, εθνίκια, πατριδοκάπηλοι. Μόνο που τώρα έχουν αλλάξει οι ισορροπίες. Το κύμα της οργής είναι απέναντί του, δεν τον ανεβάζει πλέον στον αφρό. Διότι είναι πλέον Πρωθυπουργός και τα λάθη του δεν διορθώνονται με ένα «mea culpa». Εχει, πλέον, διαβεί τον Ρουβίκωνα.