Τα όρια κανονικά θα έπρεπε να είναι ευκρινή. Αλλά δεν είναι πάντα ανάμεσα στην τιμωρία και την εκδίκηση. Ή μάλλον θα είναι πάντα θολά σε ένα κράτος που έχει σταματήσει προ πολλού να είναι τιμωρός, αλλά δεν έχει πάψει να κατηγορείται ως εκδικητικό. Σε μια δημοκρατία που βρίσκεται σε εμφανή αδυναμία να πείσει τους πολίτες της ότι η παραβίαση του νόμου δεν μπορεί παρά να έχει συνέπειες και ότι η ανοχή απέναντι στις άνομες πράξεις είναι κάθε άλλο παρά δείγμα δημοκρατικής ευαισθησίας. Οτι η ανομία δεν είναι άλλο από την επιβολή του δίκαιου του ισχυρού, από τον θρίαμβο του ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων επί του συνόλου.
Καλώντας τον στρατό να συλλάβει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό, ο Μπαρμπαρούσης παρανόμησε. Πιθανότατα δεν το έκανε εσκεμμένα –έπεσε θύμα του θεσμικού του αναλφαβητισμού. Ως δημοκρατικά αναλφάβητος δεν γνώριζε ότι ένας βουλευτής δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη συνταγματική νομιμότητα. Και ως εκπαιδευμένος στο αναφαίρετο δικαίωμα της αμετροέπειας, είπε απλώς ό,τι του κατέβηκε στο κεφάλι. Δημοκρατία δεν έχουμε; Και η δημοκρατία στο μυαλό του Μπαρμπαρούση, ίσως όχι μόνο στο μυαλό του Μπαρμπαρούση, δεν είναι κάτι που σου επιτρέπει να την αμφισβητήσεις ούτε να τη σκυλεύσεις ταυτίζοντάς την με τη χούντα που δεν τελείωσε με το ’73. Μπορείς να ζητήσεις ακόμη και την κατάλυσή της με όπλα, μολότοφ, τανκς και ό,τι άλλο σου βρίσκεται πρόχειρο.
Αξιζε όλο αυτό το κυνήγι για μια στιγμή αυθεντικής χρυσαυγίτικης ανοησίας; Ας πούμε ότι αυτή η αυθεντική χρυσαυγίτικη ανοησία είναι μια καλή ευκαιρία για να δείξει η δημοκρατία τα όρια της ανοχής της. Και για να δείξει ότι δεν εκδικείται, αλλά τιμωρεί όπως όλες οι δημοκρατίες.