Για σχεδόν δύο δεκαετίες, οι πολίτες και οι ηγέτες της Σουηδίας πίστευαν πως η χώρα τους ήταν διαφορετική. Πιο στεγανή στη ρητορική των λαϊκιστών, ικανή να κρατάει περιορισμένη μια Ακροδεξιά που προωθούνταν παντού στην Ευρώπη. Και πράγματι, οι Σουηδοί Δημοκράτες, ένα κόμμα που ιδρύθηκε το 1988, με νεοναζιστικές ρίζες, κατάφεραν να μπουν στο σουηδικό κοινοβούλιο μόλις το 2010, και με μόνο ένα 5,7% των ψήφων. Οκτώ χρόνια αργότερα, ωστόσο, και λιγότερο από τρεις μήνες πριν από τις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές, η σουηδική εξαίρεση έχει γίνει ένα με τον κανόνα που άλλοτε επιβεβαίωνε: οι Σουηδοί Δημοκράτες αποσπούν ένα 18% στην πρόθεση ψήφου, πέντε και πλέον μονάδες περισσότερες από το ποσοστό που απέσπασαν το 2014. Αν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν στην κάλπη, θα γίνουν το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της Σουηδίας. Και ένα από τα ισχυρότερα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Ο επικεφαλής τους, Τζίμι Ακεσον, θα μπορεί λοιπόν να φωνάζει ακόμα πιο δυνατά αυτό που λέει ήδη: ότι η ΕΕ είναι «ένα μεγάλο δίκτυο διαφθοράς όπου κανείς δεν έχει έλεγχο σε τίποτα», ότι οι Σουηδοί «πληρώνουν τεράστια χρηματικά ποσά και δεν παίρνουν πίσω σχεδόν τίποτα», ότι πρέπει, εν ολίγοις, να ακολουθήσουν τον δρόμο της Βρετανίας και να κάνουν δημοψήφισμα με το ερώτημα της εξόδου από την ΕΕ. Ενα 53% των Σουηδών, βέβαια, τάσσεται υπέρ της Ενωσης και μόλις ένα 17% θεωρεί ότι θα ήταν καλή ιδέα μια έξοδος της χώρας από αυτήν. Αλλά η Ακροδεξιά έχει ήδη καταφέρει να επιβάλει τη δική της περιγραφή της πραγματικότητας: μια χώρα υπό διάλυση, ταλανιζόμενη από τη βία και τα προβλήματα ενσωμάτωσης.
Ακόμα και οι Σοσιαλδημοκράτες, επικεφαλής της κυβέρνησης από το 2014, τείνουν περισσότερο να περιγράφουν με μελανά χρώματα τη Σουηδία παρά να προβάλλουν τα πεπραγμένα τους. «Σαν να πιστεύουν πως αυτό είναι που θέλουν να ακούσουν οι Σουηδοί και να φοβούνται να πουν το αντίθετο» σχολιάζει ο πολιτολόγος Ουλφ Μπιέρελντ. Κι όμως, η Σουηδία τα πηγαίνει μάλλον καλά, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς τις προβλέψεις περί κατάρρευσης αυτής της χώρας των 10 εκατομμυρίων ανθρώπων λόγω της αποδοχής 350.000 αιτούντων άσυλο μέσα σε πέντε χρόνια. Ολοι οι οικονομικοί δείκτες βρίσκονται στο πράσινο. Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ουδέποτε ήταν μεγαλύτερος από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Η ανεργία μειώνεται συνεχώς, έχει φτάσει στο 6% έναντι 8% πριν από τέσσερα χρόνια. Και η ψαλίδα ανάμεσα στο ποσοστό απασχόλησης όσων έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό και το ποσοστό απασχόλησης των Σουηδών κλείνει διαρκώς.
Με τη συνδρομή και των Σοσιαλδημοκρατών, ωστόσο, που προσπαθούν να κερδίσουν πίσω τους ψηφοφόρους που έχουν χάσει, τα θέματα της μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης κυριαρχούν απόλυτα στην προεκλογική εκστρατεία. Το κλείσιμο των συνόρων και η σκλήρυνση της πολιτικής ασύλου που υιοθετήθηκε αρχές του 2016 φρέναραν για λίγο την πρόοδο των Σουηδών Δημοκρατών στις δημοσκοπήσεις. Στη συνέχεια, όμως, η τακτική των Σοσιαλδημοκρατών προσέκρουσε στη γνωστή εκλογική αρχή: γιατί να διαλέξουν οι ψηφοφόροι την κόπια όταν έχουν μπροστά τους το πρωτότυπο; Στο μεταξύ, τα (κεντρο)δεξιά κόμματα δείχνουν να βάζουν στο συρτάρι το εμπάργκο που είχαν αποφασίσει όσον αφορά την οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία με την Ακροδεξιά. Η Ευρώπη έχει μπροστά της ακόμα μία επίφοβη εκλογική μάχη.