Ανεπαρκείς για τη βιωσιμότητα του χρέους χαρακτηρίζει ο οικονομολόγος του έγκυρου think tank Bruegel Ζολτ Νταρβάς τις αποφάσεις που έλαβε το Eurogroup για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και προβλέπουν 10ετή επέκταση των ωριμάσεων των δανείων ύψους περίπου 130 δισ. του EFSF και 10ετή αναβολή της καταβολής των τόκων. Μάλιστα, θεωρεί ότι οι αγορές μπορεί να αντιδράσουν νευρικά, στην περίπτωση που η ανάπτυξη στην Ελλάδα επιβραδυνθεί, σε τέτοιο βαθμό που να αναγκαστεί η χώρα να επιστρέψει σε νέο Μνημόνιο.
Παράλληλα, δύο έτεροι οικονομολόγοι, ο διευθυντής του ευρωπαϊκού ινστιτούτου CEPS Ντάνιελ Γκρος και ο Φρίντριχ Χέινεμαν, επικεφαλής του τμήματος δημόσιων οικονομικών στο φημισμένο γερμανικό κέντρο έρευνας ZEW, επιδεικνύουν έλλειψη εμπιστοσύνης προς την ελληνική κυβέρνηση και προειδοποιούν για το ενδεχόμενο προεκλογικών παροχών και μη τήρησης των δεσμεύσεων. Επιπλέον, ο Χέινεμαν θεωρεί ότι η μη πλήρης συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα «αντιπροσωπεύει ένα πολύ ασθενέστερο αξιόπιστο πλαίσιο δεσμεύσεων» στην μεταπρογραμματική περίοδο.
n Συγκεκριμένα, μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο ειδικός επί της Ελλάδας Νταρβάς προειδοποιεί ότι «οι αποφάσεις δεν θα είναι αρκετές για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους», παρότι τις χαρακτηρίζει «χρήσιμες», όπως άλλωστε και τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις. Οπως επεξηγεί ο οικονομολόγος του Bruegel, που εδρεύει στις Βρυξέλλες, «η απόφαση αναβάλλει την αποπληρωμή των δανείων του EFSF, αλλά η Ελλάδα θα πρέπει να δανειστεί πολύ τα επόμενα χρόνια για να εξοφλήσει το πρώτο δάνειο στήριξης, το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και ιδιωτικό χρέος που λήγει». Μάλιστα προειδοποιεί ότι «οι αγορές ενδέχεται να γίνουν νευρικές όταν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί και η Ελλάδα μπορεί να αναγκαστεί να επιστρέψει σε νέο πρόγραμμα στήριξης». Επίσης, επισημαίνει ότι «οι μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις δεν είναι τόσο ισχυρές καθώς αυτές συνδέονται μόνο με την επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ και την κατάργηση του αυξητικού περιθωρίου επιτοκίου». Θεωρεί, μάλιστα, ότι η ελληνική κυβέρνηση, καθότι τα ποσά που αντιστοιχούν στα μέτρα αυτά είναι μόλις μερικά δισεκατομμύρια ευρώ, «θα μπορούσε να τα θυσιάσει για να ανακτήσει πολιτική αυτονομία».
n Από την πλευρά του ο ο Φρίντριχ Χέινεμαν του ZEW εκτιμά ότι «η αναβολή των αποπληρωμών μέχρι το 2033 μαζί με τα χαμηλά επιτόκια του ESM συνεπάγεται χαμηλά βάρη για την εξυπηρέτηση του χρέους για τουλάχιστον 15 έτη». Ομως, σημειώνει, «η αποχώρηση του ΔΝΤ από την τελική δόση του προγράμματος αντιπροσωπεύει ένα πολύ ασθενέστερο αξιόπιστο πλαίσιο δεσμεύσεων», εξέλιξη, που αποτελεί, κατά τον γερμανό οικονομολόγο «ευκαιρία, αλλά και κίνδυνο» για την Ελλάδα. Για περίπου μια δεκαετία υπάρχουν αρκετά περιθώρια για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων για την προώθηση του αναπτυξιακού δυναμικού της χώρας, υποστηρίζει ο Χέινεμαν, όμως, «υπάρχει ο κίνδυνος να γίνει κατάχρηση του νέου περιθωρίου ελιγμών και επιστροφή στις παλαιότερες συνήθειες των δαπανηρών προεκλογικών εκστρατειών και υποσχέσεων».
n Κατά τον επικεφαλής του CEPS Ντάνιελ Γκρος οι αποφάσεις του Eurogroup αποτελούν «ένα σημαντικό βήμα», αλλά εμμέσως πλην σαφώς υποστηρίζει ότι η απόφαση είναι ανεπαρκής, καθώς θεωρεί ότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «σημαντική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους» στην περίπτωση που οι ιδιωτικοί πιστωτές είχαν συμφωνήσει με τους όρους αυτούς. «Το ταμπού της αποφυγής ονομαστικής μείωσης του χρέους δεν έσπασε» επισημαίνει ο γερμανός οικονομολόγος. «Ωστόσο, λόγω των χαμηλών επιτοκίων και των εξαιρετικά μακρών περιόδων ωρίμασης, το δημόσιο χρέος δεν θα πρέπει πλέον να θεωρείται βάρος ή περιορισμός για την επόμενη γενιά». Στο ίδιο μήκος κύματος με τον οικονομολόγο του ZEW, ο Γκρος είναι σαφής ότι με δεδομένη την τάση παλαιών ελληνικών κυβερνήσεων να αρνούνται να εφαρμόζουν ή να παρακάμπτουν δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει ήταν απαραίτητη η ανάληψη δεσμεύσεων και η επιβολή όρων. Προειδοποιεί, ωστόσο, ότι στην πραγματικότητα μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει να ξοδέψει περισσότερα αν βρει τα χρήματα και εκφράζει αμφιβολίες για το αν η επιβολή όρων θα είναι αποτελεσματική, προβλέποντας ότι «είναι πιθανό οι προστριβές της Ελλάδας με τους πιστωτές να συνεχιστούν.